Την επιβολή «ενδιάμεσου φόρου» σε επιχειρήσεις ύποπτες για φοροδιαφυγή περιλαμβάνει το σχέδιο νόμου για τις αλλαγές στον Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών, που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση. Η διάταξη αφορά κυρίως εποχικές επιχειρήσεις, οι οποίες έχει παρατηρηθεί πως ξεκινούν τη δραστηριότητά τους και είναι καθόλα νόμιμες και εκδίδουν αποδείξεις. Στη συνέχεια ωστόσο δεν πληρώνουν τον ΦΠΑ που έχουν παρακρατήσει και εν συνεχεία εξαφανίζονται. Προκειμένου λοιπόν, να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα αυτό και να κλείσουν τα παράθυρα φοροδιαφυγής θεσμοθετείται ο ενδιάμεσος προσδιορισμός φόρου.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 36 του νομοσχεδίου σε εξαιρετικές περιστάσεις, ο προσδιορισμός του φόρου μπορεί να γίνει από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση όλα τα στοιχεία που διαθέτει και πριν από την προθεσμία υποβολής της φορολογικής δήλωσης (ενδιάμεσος προσδιορισμός φόρου).

 

 

Εξαιρετικές περιστάσεις συντρέχουν αν:

 

  1. Η δραστηριότητα του φορολογούμενου είναι εποχική, ασκείται από επιχείρηση που έχει συσταθεί την τελευταία τριετία και υπάρχουν ενδείξεις φοροδιαφυγής όπως ενδεικτικά η μη υποβολή δηλώσεων, ή

 

 

  1. Υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις ότι ο φορολογούμενος σκοπεύει να εγκαταλείψει τη χώρα.

 

Η πράξη προσδιορισμού φόρου συνοδεύεται από εντολή ελέγχου, με βάση την οποία εκδίδεται διορθωτικός προσδιορισμός φόρου εντός ενός έτους από την έκδοση της πράξης ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου.

 

 

Ο φορολογούμενος μπορεί να προσφύγει κατά της πράξης ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου απευθείας ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, χωρίς να απαιτείται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής. Ενώ σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις οι φορολογούμενοι προσφεύγουν πρώτα στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, στην περίπτωση αυτή μπορούν να προσφύγουν απευθείας στα διοικητικά δικαστήρια.

 

Ο φορολογούμενος είτε καταβάλει εφάπαξ τη φορολογική οφειλή που ορίζεται από τον ενδιάμεσο προσδιορισμό φόρου, είτε εξασφαλίζει την καταβολή αυτής, παρέχοντας εγγύηση ή αποδεχόμενος την εγγραφή βάρους επί της περιουσίας του υπέρ της Φορολογικής Διοίκησης για το συνολικό ποσό της φορολογικής οφειλής.

 

Η εγγύηση και η εγγραφή βάρους διατηρούνται μέχρι την πλήρη εξόφληση της φορολογικής οφειλής. Σημειώνεται ότι η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβεί, μετά από έλεγχο, σε έκδοση πράξης διόρθωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου, διοικητικού, εκτιμώμενου ή ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου, εφόσον από τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμενος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος

 

Επίσης με το άρθρο 28 του φορολογικού νομοσχεδίου το υπουργείο Οικονομικών βάζει ανώτατο χρονικό όριο για τους ελέγχους. Συγκεκριμένα, η διάρκεια του φορολογικού ελέγχου ορίζεται σε έως ένα έτος και δύναται να παραταθεί άπαξ κατά έξι μήνες.

 

Προϋπόθεση χορήγησης της παράτασης είναι η έναρξη της ελεγκτικής διαδικασίας εντός της αρχικής διάρκειας του φορολογικού ελέγχου. Περαιτέρω παράταση μέχρι έξι ακόμη μήνες είναι δυνατή σε εξαιρετικές περιπτώσεις που αιτιολογούνται ειδικώς. Η διάρκεια του ελέγχου δεν αναστέλλει ούτε επιμηκύνει τον χρόνο παραγραφής.

 

Παράλληλα, ξεκινά η διαδικασία σύνταξης και υποβολής φορολογικών δηλώσεων. Πρακτικά με τις αλλαγές, καταργείται για τους φορολογούμενους που έχουν εισοδήματα αποκλειστικά από μισθούς και συντάξεις η υποβολή των δηλώσεων (υπολογίζονται σε 1 εκατομμύριο πολίτες).

 

Η φορολογική δήλωση προσυμπληρώνεται αυτόματα από την ΑΑΔΕ και οριστικοποιείται επίσης αυτόματα αν ο φορολογούμενος δεν διατυπώσει αντιρρήσεις εντός της προθεσμίας υποβολής των φορολογικών δηλώσεων, δηλαδή μέχρι τις 30 Ιουνίου. Σήμερα εφαρμόζεται μόνο η προσυμπλήρωση των εισοδημάτων από μισθούς και συντάξεις, αλλά δεν ισχύει η αυτόματη οριστικοποίηση της δήλωσης.