Η Αλβανία έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια σε έναν εναλλακτικό τουριστικό προορισμό στα Βαλκάνια, με ραγδαία αύξηση στις αφίξεις ξένων τουριστών. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του INSTAT, το πρώτο εξάμηνο του 2024 η χώρα κατέγραψε 4,5 εκατομμύρια αφίξεις, σημειώνοντας αύξηση 34% σε σχέση με την ίδια περίοδο το 2023. Ωστόσο, ενώ οι αριθμοί δείχνουν εντυπωσιακοί, μια πιο προσεκτική ανάλυση αποκαλύπτει σημαντικές προκλήσεις που περιορίζουν την ανταγωνιστικότητά της σε σχέση με άλλους γειτονικούς τουριστικούς προορισμούς, όπως η Ελλάδα.


Αύξηση αφίξεων αλλά χαμηλές δαπάνες
Παρά την αυξημένη εισροή τουριστών, το επίπεδο δαπανών ανά επισκέπτη παραμένει χαμηλό. Οι δαπάνες των ξένων τουριστών το πρώτο εξάμηνο του 2024 ανήλθαν σε 195 δισεκατομμύρια ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 25% σε σύγκριση με το 2023. Παρά ταύτα, η μέση δαπάνη ανά τουρίστα μειώθηκε στα 428 ευρώ από 457 ευρώ που ήταν την προηγούμενη χρονιά. Αυτή η μείωση δείχνει πως μεγάλο μέρος των τουριστών ανήκει σε κατηγορίες χαμηλού κόστους, όπως Ιταλοί, Πολωνοί, Ρώσοι και Τσέχοι, οι οποίοι ξοδεύουν τα λιγότερα σε σχέση με άλλες εθνικότητες. Άλλωστε και η στρατηγική προώθησης της Αλβανία ως τουριστικού προορισμού βασίζεται στην προβολή της ως χαμηλού κόστους.


Πάντως οι αφίξεις αλλοδαπών τουριστών ήταν αυξημένες κατά 23% μέχρι το τέλος του Ιουλίου.

Η Αλβανία ως «χαμηλού κόστους» προορισμός
Η εικόνα της Αλβανίας ως προορισμού χαμηλού κόστους είναι κυρίαρχη, γεγονός που την καθιστά δημοφιλή επιλογή για τουρίστες που θέλουν να ξοδέψουν το ελάχιστο δυνατό. Τουριστικοί πράκτορες επιβεβαιώνουν πως οι ξένοι επισκέπτες επιλέγουν την Αλβανία λόγω των χαμηλών τιμών, ενώ οι επιχειρήσεις φιλοξενίας επισημαίνουν πως αυτοί οι τουρίστες είναι «σούπερ χαμηλού κόστους», επηρεάζοντας αρνητικά τα συνολικά έσοδα της τουριστικής βιομηχανίας​. Οι επιχειρηματίες που προσπάθησαν να αυξήσουν τις τιμές τους, απογοητεύτηκαν από την κίνηση του Ιουνίου και αναγκάστηκαν να αναθεωρήσουν τις τιμές προς τα κάτω στις αρχές Ιουλίου, κάτι που βοήθησε στον συνολικό απολογισμό της χρονιάς. Ο Αύγουστος που προσέλκυσε οικογένειες και μεγαλύτερης ηλικίας τουρίστες βοήθησε τις επιχειρήσεις να αντισταθμίσουν τις απώλειες που είχαν από τους νεαρότερης ηλικίας επισκέπτες που δεν είχαν μεγάλη δυνατότητα δαπανών.


Οι Άγιοι Σαράντα και τα Εξαμίλια σημείωσαν χαμηλότερα αποτελέσματα σε σύγκριση με το 2023, με τους τουρίστες να αυξάνονται ποσοτικά, αλλά να είναι πιο φειδωλοί στις δαπάνες τους.

Σύγκριση με τον ελληνικό τουρισμό
Σε αντίθεση με την Αλβανία, η Ελλάδα διατηρεί τη φήμη ενός πιο premium προορισμού, όπου οι τουρίστες αναμένουν υψηλότερο επίπεδο υπηρεσιών και είναι πρόθυμοι να ξοδέψουν περισσότερα. Τα ελληνικά νησιά και οι παραθαλάσσιες πόλεις προσελκύουν τουρίστες από όλο τον κόσμο που αναζητούν μια ποιοτική εμπειρία διακοπών, γεγονός που αντανακλάται στις αυξημένες δαπάνες ανά επισκέπτη. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει αναπτύξει καλύτερες υποδομές και πακέτα οργανωμένου τουρισμού, προσφέροντας περισσότερες επιλογές πολυτελών υπηρεσιών, όπως οργανωμένα resorts και υψηλής ποιότητας γαστρονομικές εμπειρίες.


Προκλήσεις και ευκαιρίες
Η Αλβανία αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στην προσπάθειά της να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της στον τουριστικό τομέα. Οι αυξήσεις των τιμών σε δημοφιλείς περιοχές όπως οι Άγιοι Σαράντα και η Αυλώνα, οδήγησαν σε ακυρώσεις από Ιταλούς τουρίστες και μείωση των κρατήσεων από Κοσοβάρους. Ωστόσο, υπάρχει αισιοδοξία για μελλοντική ανάπτυξη μέσω οργανωμένων τουριστικών πακέτων και πολιτιστικών προγραμμάτων, τα οποία κερδίζουν έδαφος το φθινόπωρο του 2024.

Εν κατακλείδι, η Αλβανία είναι ανταγωνιστική στον τομέα των χαμηλού κόστους διακοπών, προσελκύοντας τουρίστες που επιδιώκουν οικονομικές διακοπές. Παράλληλα, παραμένει ένα προοδευτικά αναπτυσσόμενο τουριστικό προϊόν, αλλά για να ανταγωνιστεί ουσιαστικά την Ελλάδα και άλλες χώρες της Μεσογείου, χρειάζεται να επενδύσει περισσότερο σε υποδομές, υπηρεσίες, επαγγελματική κατάρτιση του προσωπικού και να διαφοροποιήσει την προσφορά της από τον χαρακτηρισμό «χαμηλού κόστους».