«Πονοκέφαλο» στις τράπεζες δημιουργεί η υποτονική ζήτηση για στεγαστικά δάνεια. Η αύξηση των τιμών των ακινήτων, το ακριβό κόστος διαβίωσης αλλά και οι μνήμες από την περίοδο της κρίσης είναι μεταξύ των βασικών αιτίων που δεν αφήνουν τη στεγαστική πίστη να «σηκώσει κεφάλι», όπως συνάγεται από μελέτη της Eurobank Research για τον λόγο που η αγορά κατοικίας γίνεται λιγότερο προσιτή. Μάλιστα, συνιστά παγκόσμιο παράδοξο το ότι στην Ελλάδα είναι εντυπωσιακή η ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων, χωρίς να συνοδεύεται από σημαντική αύξηση της στεγαστικής πίστης. Με απλά λόγια, η ζήτηση για σπίτια είναι στο ζενίθ, αλλά τα στεγαστικά δάνεια είναι στο ναδίρ.

Όπως αναφέρει η μελέτη, από το 2010, η πιστωτική επέκταση στη στεγαστική πίστη παραμένει αρνητική. Και αυτό τη στιγμή που οι τράπεζες διαθέτουν υψηλή ρευστότητα και αναζητούν αξιόχρεους πελάτες να δανείσουν, προκειμένου να υποστηρίξουν την κερδοφορία τους σε ένα περιβάλλον μειούμενων επιτοκίων.

Ειδικότερα, από το 2003, πρώτο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδος, έως το 2009, έτος κατά το οποίο άρχισε να εκτυλίσσεται η κρίση, εκταμιεύτηκαν συνολικά 78,6 δισ. ευρώ στεγαστικά δάνεια (ετήσιος μέσος όρος: 11,2 δισ.). Από το 2010 έως το 2024 οι εκταμιεύσεις νέων στεγαστικών δανείων δεν ξεπέρασαν τα 30,5 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου 2 δισ. ετησίως. Από το 2015 έως και το 2020, η ετήσια ροή ήταν μικρότερη του 1 δισ., ενώ παρά τη σημαντική αύξηση κατά τη μεταπανδημική περίοδο (+129% μεταξύ 2019 και 2024) μόλις που ξεπέρασε το 1,4 δισ. το 2024. Παραμένει, δηλαδή, 83% χαμηλότερη σε σχέση με τη μέση ροή την περίοδο πριν από τη δημοσιονομική κρίση.

Αναλύοντας τους λόγους για το παραπάνω παράδοξο, η Eurobank Research επισημαίνει ότι πλέον η συντριπτική πλειονότητα των αγορών ακινήτων χρηματοδοτείται εξολοκλήρου από τις καταθέσεις ή μέσω της ρευστοποίησης άλλων περιουσιακών στοιχείων των αγοραστών.

Διαβάστε τη συνέχεια στο iapogevmatini.gr