Επειτα από µια χρονιά ρεκόρ το 2024, όπου οι αφίξεις άγγιξαν τους 40,69 εκατοµµύρια επισκέπτες και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις ανήλθαν στα 21,59 δισ. ευρώ, ο ελληνικός τουρισµός καλείται το 2025 να συνεχίσει την ανοδική του πορεία. Ωστόσο, τα δεδοµένα και οι διεθνείς συνθήκες σκιαγραφούν µια χρονιά µε σηµαντικές προκλήσεις, που απαιτούν στρατηγική αναπροσαρµογή και εστίαση στην ποιότητα και τη βιωσιµότητα.

Οι πρώτες ενδείξεις για το 2025 είναι ενθαρρυντικές. Οι αφίξεις στο πρώτο τρίµηνο του έτους σηµείωσαν αύξηση 9%, ενώ οι προγραµµατισµένες αεροπορικές θέσεις για το διάστηµα Απριλίου - Οκτωβρίου καταγράφουν άνοδο 5% σε σύγκριση µε πέρσι. Οµως, όπως επισηµαίνει ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου του Συνδέσµου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), Ηλίας Κικίλιας, η διεθνής οικονοµική και γεωπολιτική αβεβαιότητα αποτελεί τον µεγαλύτερο άγνωστο Χ για τον κλάδο.

Ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιµελητηρίου Ελλάδος, Αλέξανδρος Βασιλικός, τονίζει πως η ζήτηση παραµένει υψηλή και οι προκρατήσεις είναι σε ικανοποιητικά επίπεδα, παρά τον αντίκτυπο από τον πληθωρισµό, την ενεργειακή κρίση και τις γεωπολιτικές εντάσεις. Η αστάθεια στις αγορές προέλευσης, σε συνδυασµό µε την υποτίµηση του δολαρίου και τις εµπορικές εξελίξεις στις ΗΠΑ, επιδρούν στη δυναµική του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Η φετινή χρονιά χαρακτηρίζεται από συγκρατηµένη αισιοδοξία, µε τους παράγοντες της αγοράς να αναγνωρίζουν την ανάγκη για ένα νέο υπόδειγµα ανάπτυξης. Οπως υπογραµµίζει ο πρόεδρος του Συνδέσµου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννης Παράσχης, η λέξη-κλειδί είναι η «ανθεκτικότητα», µε το 2025 να λειτουργεί ως προποµπός για τις στρατηγικές που θα απαιτηθούν από το 2026 και µετά.

Ο ελληνικός τουρισµός καλείται όχι µόνο να διατηρήσει, αλλά και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά του, µέσα σε ένα περιβάλλον έντονης αβεβαιότητας. Αυτή η ανθεκτικότητα απαιτεί καλύτερη προσαρµογή στις νέες καταναλωτικές τάσεις. Η συνεχής άνοδος της θερµοκρασίας κατά τους καλοκαιρινούς µήνες έχει ήδη προκαλέσει µετατόπιση της τουριστικής περιόδου εκτός της αιχµής Ιουλίου - Αυγούστου, µε αυξηµένη ζήτηση σε offseason διαστήµατα, όπως την άνοιξη και το φθινόπωρο. Αυτό δηµιουργεί ευκαιρίες επιµήκυνσης της σεζόν, ενώ µειώνει την πίεση στους καλοκαιρινούς µήνες.

Φετινή πρόκληση η µετατροπή της ποσοτικής ανάπτυξης σε βιώσιµη, ποιοτική και κοινωνικά δίκαιη πρόοδο

Η επίτευξη ρεκόρ σε αφίξεις δεν αρκεί. Η πρόκληση για το 2025 είναι η µετατροπή της ποσοτικής ανάπτυξης σε βιώσιµη, ποιοτική και κοινωνικά δίκαιη πρόοδο. Η µέση δαπάνη ανά ταξίδι το 2024 µειώθηκε κατά 5,1%, φτάνοντας τα 572,7 ευρώ, ενώ η µέση διάρκεια παραµονής από 7 υποχώρησε σε 6,4 διανυκτερεύσεις. Η τάση αυτή αποδίδεται στην πίεση του διαθέσιµου εισοδήµατος, την αυξανόµενη ροή επισκεπτών από γειτονικές χώρες µε µικρότερη αγοραστική δύναµη, αλλά και στη σταδιακή αλλαγή των ταξιδιωτικών συνηθειών προς µικρότερα και περισσότερα ταξίδια, συχνά εκτός αιχµής.

Ανησυχία προκαλεί και η ψαλίδα ανάµεσα σε αφίξεις και έσοδα, καθώς η άνοδος 12,8% στις αφίξεις συνοδεύθηκε από µόλις 4,8% αύξηση στις εισπράξεις. Σε αγορές όπως η Γαλλία και η Βρετανία παρατηρήθηκε µείωση της µέσης δαπάνης, ενώ οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ επηρεάστηκαν από την ισχυροποίηση του ευρώ. Αυτές οι τάσεις δείχνουν ότι η χώρα προσελκύει «περισσότερους τουρίστες µε λιγότερα χρήµατα», γεγονός που περιορίζει τα δυνητικά έσοδα και αλλοιώνει τη φυσιογνωµία του τουριστικού προϊόντος. Η γεωγραφική ανάλυση των εσόδων αποκαλύπτει έντονες ανισότητες.


Σε ρόλο πρωταγωνιστή η Αθήνα

Η Αττική, µε την Αθήνα σε πρωταγωνιστικό ρόλο, σηµείωσε το 2024 αύξηση εσόδων 25,4%, ξεπερνώντας την Κρήτη, η οποία κατέγραψε µείωση. Η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου διατήρησε την πρωτοκαθεδρία µε 5,69 δισ. ευρώ, ενώ οι λιγότερο ανεπτυγµένες περιφέρειες της χώρας συγκέντρωσαν µόλις 2,11 δισ. ευρώ συνολικά. Αυτά τα στοιχεία αναδεικνύουν την ανάγκη για καλύτερη κατανοµή της τουριστικής ζήτησης, µε ενίσχυση υποδοµών και προβολής περιοχών µε αναξιοποίητες δυνατότητες. Το 2025 δεν είναι απλώς µια χρονιά αναµενόµενης ανάπτυξης. Αποτελεί κοµβικό σηµείο για τον επαναπροσδιορισµό του ελληνικού τουρισµού. Η επιτυχία δεν θα µετρηθεί µόνο σε αριθµούς αφίξεων ή εσόδων, αλλά στην ικανότητα της χώρας να δηµιουργήσει προστιθέµενη αξία, να βελτιώσει την ποιότητα των υπηρεσιών, να στηρίξει την τοπική κοινωνία και να προσελκύσει επισκέπτες υψηλής δαπάνης.

Η Ελλάδα καλείται να επενδύσει σε βιώσιµες υποδοµές, να υιοθετήσει καινοτόµες πρακτικές διαχείρισης προορισµών και να ενισχύσει την τουριστική της ταυτότητα, µε σεβασµό στο περιβάλλον και στις ανάγκες των επισκεπτών. Η χρονιά αυτή µπορεί να αποτελέσει τη βάση για ένα νέο µοντέλο ανάπτυξης. Το µέλλον του ελληνικού τουρισµού εξαρτάται από τη δέσµευση όλων των εµπλεκόµενων φορέων να µετατρέψουν τις προκλήσεις σε ευκαιρίες, επενδύοντας σε ένα ισχυρότερο, πιο ανταγωνιστικό και βιώσιµο µέλλον για τη χώρα.