Η πολιτική με την οποία μοιράζονται τα επιδόματα στην Ελλάδα μετά τις οικονομικές κρίσεις, την πανδημία και την ενεργειακή κρίση, σύμφωνα με νέα μελέτη της διαΝΕΟσις, παρουσιάζει σημαντικά περιθώρια βελτίωσης ως προς την οργάνωση και στόχευσή της. Η μελέτη, η οποία συντονίστηκε από τον καθηγητή Παναγιώτη Λιαργκόβα, χαρτογραφεί και αποτιμά εκτενώς το σύστημα επιδομάτων, διαπιστώνοντας ότι παρά τις μεταρρυθμίσεις της δεκαετίας της κρίσης, τα επιδόματα παραμένουν κατακερματισμένα, με διασπορά πόρων και συχνά περιορισμένα στοχευμένα οφέλη. Οι συνθήκες της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης πρόσθεσαν νέα, έκτακτα επιδόματα, ανατρέποντας εν μέρει προηγούμενες μεταρρυθμίσεις.

Διαβάστε: ΕΦΚΑ και ΔΥΠΑ: Ημερολόγιο πληρωμών 58,25 εκατ. ευρώ σε 53.603 δικαιούχους

Δαπάνες και φορείς διαχείρισης των επιδομάτων

Οι ετήσιες δαπάνες για κοινωνικές παροχές (πλην συντάξεων) στην Ελλάδα κυμάνθηκαν από 4% έως 6,6% του ΑΕΠ την περίοδο 2017-2024, σταθερά πάνω από 5,3% του ΑΕΠ μετά το 2021. Οι δαπάνες για κοινωνικά επιδόματα του ΟΠΕΚΑ και επιδόματα ανεργίας της ΔΥΠΑ ανέρχονται σε 5-6 δισ. ευρώ ετησίως, δηλαδή 2,2% έως 3,2% του ΑΕΠ.

Οι κύριοι φορείς διαχείρισης των επιδομάτων είναι:

ΟΠΕΚΑ: Ιδρύθηκε το 2018 και διαχειρίζεται κυρίως επιδόματα για την οικογένεια, τα παιδιά, τους ηλικιωμένους και τα άτομα με αναπηρία, όπως το επίδομα παιδιού, το επίδομα γέννησης, το επίδομα στέγασης και το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα. Οι ετήσιες δαπάνες του ΟΠΕΚΑ κυμάνθηκαν μεταξύ 3,2 και 4,2 δισ. ευρώ από το 2019 έως το 2023.

ΔΥΠΑ: Διαχειρίζεται τα επιδόματα ανεργίας (τακτικής και μακροχρόνιας), το ειδικό εποχικό βοήθημα, και άλλα βοηθήματα. Επίσης, διαχειρίζεται προγράμματα κατάρτισης, μαθητείας και επιδότησης στεγαστικών δανείων (π.χ. «Σπίτι μου»).

ΕΦΚΑ: Ο βασικός ασφαλιστικός φορέας που διαχειρίζεται το επίδομα ασθενείας, τα έξοδα κηδείας, το επίδομα εργατικού ατυχήματος και το επίδομα μητρότητας.

Άλλοι φορείς: Διάφορα υπουργεία και φορείς χορηγούν στοχευμένα επιδόματα, όπως η επιδότηση θαλάσσιων μεταφορών από το Υπουργείο Ναυτιλίας (μεταφορικό ισοδύναμο) και προγράμματα από το Υπουργείο Τουρισμού (π.χ. Evia-Samos Pass).

Έκτακτα μέτρα και προβληματισμοί για την πολιτική επιδομάτων

Για την αντιμετώπιση της πανδημίας, οι κρατικές δαπάνες το 2020 και 2021 ανήλθαν σε 33 δισ. ευρώ, περιλαμβάνοντας επιδόματα σε ανέργους, επιδοτήσεις μικρών επιχειρήσεων και άλλα μέτρα. Για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης (2022-2023), θεσπίστηκαν νέα επιδόματα και ενισχύσεις, όπως τα «pass» (Power Pass, Fuel Pass, Market Pass), με συνολικό κόστος άνω των 9 δισ. ευρώ (πάνω από 5% του ΑΕΠ). Το Market Pass το 2023 κόστισε 790 εκατ. ευρώ.

Ωστόσο, η χορήγηση επιδομάτων εγείρει προβληματισμούς τονίζεται στη μελέτη. Μπορεί να λειτουργούν ως αντικίνητρο για εργασία, να αξιοποιούνται σε μη απαραίτητα αγαθά, να συνεπάγονται σημαντική γραφειοκρατία και, αν είναι μαζικά, να αυξήσουν την τιμή κάποιων αγαθών. Επίσης, σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής, ενδέχεται να διατεθούν σε πολίτες που δεν τα δικαιούνται.

Προτάσεις της διαΝΕΟσις

Η μελέτη της διαΝΕΟσις προτείνει συγκεκριμένες κατευθύνσεις για ένα πιο αποτελεσματικό και δίκαιο σύστημα επιδομάτων:

Δημοσιονομικός χώρος: Διατήρηση εισοδηματικών κριτηρίων με εξορθολογισμό φορολογικών και ασφαλιστικών επιβαρύνσεων, ώστε να μην ενθαρρύνεται η φοροδιαφυγή. Επίσης, έμμεση διαχείριση της εισοδηματικής ενίσχυσης των ευάλωτων στρωμάτων μέσω αναδιάταξης του ΦΠΑ.

Στρατηγική Κοινωνικής Πολιτικής: Κατάρτιση Ειδικού Σχεδίου Μεσοπρόθεσμης Στρατηγικής Κοινωνικής Πολιτικής με στόχο τη δημιουργία σταθερού θεσμικού πλαισίου μεταρρυθμίσεων κοινωνικού και αναπτυξιακού χαρακτήρα.

Ανάπτυξη και ανθεκτικότητα της οικονομίας: Εκσυγχρονισμός των διαδικασιών του δημόσιου τομέα και κίνητρα για τις εγχώριες εφοδιαστικές αλυσίδες για μείωση της εξάρτησης από εισαγωγές.

Πρόβλεψη για έκτακτες καταστάσεις: Συστηματική και ανεξάρτητη αξιολόγηση των έκτακτων μέτρων και κατάρτιση μακροχρόνιου σχεδίου μεταρρυθμίσεων.

Περιφερειακές ανισότητες: Κωδικοποίηση των επιδομάτων ανά περιφέρεια/δήμο και ενθάρρυνση του συντονισμού μεταξύ περιφερειών και ευρωπαϊκών χωρών.
Επιπλέον, η μελέτη εξετάζει το κόστος ευκαιρίας της ενεργειακής κρίσης, αναδεικνύοντας ότι αν 3 από τα 9 δισ. ευρώ των επιδομάτων είχαν επενδυθεί στην ενίσχυση των δικτύων ΑΠΕ, ορυκτών καυσίμων και ενεργειακών κοινοτήτων, θα υπήρχε αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,88 δισ. ευρώ και σχεδόν 83.000 νέες θέσεις εργασίας