Στενά του Ορμούζ: Τι σηματοδοτεί το κλείσιμο από το Ιράν για την ελληνική οικονομία και ναυτιλία
Σύσταση στα ελληνικά πλοία από το υπουργείο Ναυτιλίας
Το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ θα έχει άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις και στην ελληνική οικονομία, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν εξαρτάται άμεσα από το Ιράν για την εισαγωγή ενέργειας

Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή και τον Περσικό Κόλπο προκαλεί ολοένα και μεγαλύτερη ανησυχία, μετά την απόφαση του ιρανικού κοινοβουλίου να εγκρίνει το ενδεχόμενο αποκλεισμού των Στενών του Ορμούζ λίγο μετά την εμπλοκή και των ΗΠΑ στην κλιμάκωση της έντασης με το Ισραήλ. Από τα Στενά, που αποτελούν τη ζωτική αρτηρία ανάμεσα στον Περσικό Κόλπο και την Αραβική Θάλασσα, μεταφέρουν καθημερινά περίπου 20 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου, σχεδόν το ένα πέμπτο της παγκόσμιας παραγωγής, ενώ ακόμη από εκεί περνούν τα φορτία LNG που εξάγει το Κατάρ, που αποτελεί τον τρίτο μεγαλύτερο εξαγωγέα LNG στον κόσμο, μετά τις ΗΠΑ και την Αυστραλία. Μια ενδεχόμενη διακοπή της ροής σε αυτή τη θαλάσσια οδό θα είχε άμεσες επιπτώσεις στις ενεργειακές αγορές παγκοσμίως αλλά και στις θαλάσσιες μεταφορές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Ωστόσο, η απόφαση αυτή δεν είναι οριστική, καθώς απαιτεί την έγκριση του Ανώτατου Συμβουλίου Ασφαλείας του Ιράν - του αρμόδιου οργάνου που έχει τον τελευταίο λόγο σε θέματα εθνικής ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής, όπως αναφέρει το Reuters σε δημοσίευμα του.
Διαβάστε: Κρίση στη Μέση Ανατολή: Τι λένε διπλωμάτες στο parapolitika.gr για την κλιμάκωση στην ένταση Ιράν - Ισραήλ και την εμπλοκή των ΗΠΑ
Το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ δεν αποτελεί απλώς ένα περιφερειακό ζήτημα, καθώς ενδέχεται να έχει παγκόσμιες συνέπειες. Η πλειοψηφία των πετρελαιοφόρων που μεταφέρουν πετρέλαιο από χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, το Ιράκ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κατάρ και το Κουβέιτ διασχίζει καθημερινά αυτό το κρίσιμο θαλάσσιο πέρασμα. Εάν το Ιράν προχωρήσει οριστικά στο κλείσιμό του, οι διεθνείς αγορές ενδέχεται να υποστούν σοβαρές αναταράξεις. Ήδη, η αμερικανική τράπεζα Citigroup έχει προειδοποιήσει ότι η τιμή του πετρελαίου Brent θα μπορούσε να εκτοξευθεί έως τα 90 δολάρια ανά βαρέλι - σημαντικά υψηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα. Μια τέτοια αύξηση στην τιμή του πετρελαίου θα είχε άμεσες επιπτώσεις στο κόστος ζωής των καταναλωτών, επηρεάζοντας τις τιμές των καυσίμων, των μεταφορών και των βασικών αγαθών, όπως τα τρόφιμα.
Τι θα επιφέρει το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ στην παγκόσμια ναυτιλία;
Το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ, που παραμένουν μία από τις πιο κρίσιμες ναυτικές διόδους στον κόσμο, θα μπορούσε να φέρει ανατροπές άνευ προηγουμένου στην παγκόσμια ναυτιλία. Σύμφωνα με διεθνή δημοσιεύματα, περίπου το 20% του παγκόσμιου πετρελαίου και ένα σημαντικό ποσοστό υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) διέρχονται καθημερινά από το στενό αυτό πέρασμα, το οποίο ενώνει τον Περσικό Κόλπο με τον Ινδικό Ωκεανό. Αν το Ιράν προχωρήσει πράγματι στο κλείσιμο, το σοκ στις ενεργειακές αγορές θα είναι άμεσο και σφοδρό. Η τιμή του πετρελαίου Brent ενδέχεται να εκτοξευτεί πάνω από τα 90 δολάρια ανά βαρέλι, όπως έχει ήδη προειδοποιήσει η Citigroup και άλλοι μεγάλοι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, με ορισμένα σενάρια να κάνουν λόγο ακόμα και για τιμές που θα φτάσουν τα 150 δολάρια. Αυτό το ενεργειακό σοκ θα έχει άμεσες συνέπειες στη ναυτιλία, καθώς το κόστος των καυσίμων αποτελεί έναν από τους βασικότερους παράγοντες λειτουργικού κόστους για τα πλοία. Με υψηλότερα καύσιμα, τα ναύλα θα αυξηθούν, επιβαρύνοντας σημαντικά τις μεταφορές πρώτων υλών, τροφίμων και εμπορευμάτων παγκοσμίως.
Η παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα θα βρεθεί επίσης αντιμέτωπη με σοβαρές δυσλειτουργίες. Πλοία που κανονικά θα περνούσαν από τα Στενά του Ορμούζ θα χρειαστεί να παρακάμψουν την περιοχή, επιλέγοντας μακρύτερες και πιο δαπανηρές διαδρομές - για παράδειγμα μέσω του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας στη Νότια Αφρική. Αυτή η αλλαγή συνεπάγεται σημαντικές καθυστερήσεις στην παράδοση φορτίων, συμφόρηση σε εναλλακτικά λιμάνια, και αύξηση του συνολικού κόστους μεταφοράς. Ειδικά για τις αγορές της Ασίας και της Ευρώπης, οι οποίες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την ενέργεια και τα προϊόντα που διακινούνται από τον Περσικό Κόλπο, οι επιπτώσεις θα είναι αισθητές ήδη από τις πρώτες ημέρες μιας τέτοιας κρίσης. Η παγκόσμια ναυτιλία δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί εύκολα στο νέο αυτό περιβάλλον, καθώς η διαθεσιμότητα πλοίων, οι χωρητικότητες και τα προγράμματα είναι δομημένα γύρω από σταθερές διαδρομές και προβλέψιμους χρόνους διέλευσης.
Παράλληλα, το γεωπολιτικό ρίσκο που συνεπάγεται ένα τέτοιο κλείσιμο θα οδηγήσει σε αύξηση των ασφαλιστικών εξόδων για τα πλοία που κινούνται στην ευρύτερη περιοχή του Κόλπου. Σύμφωνα με διεθνή ρεπορτάζ, οι ναυτασφαλιστικές εταιρείες ήδη αναθεωρούν τις τιμές τους προς τα πάνω, ενώ δεν αποκλείεται να απαιτούνται πολεμικές συνοδείες για τη διέλευση συγκεκριμένων περιοχών. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ορισμένοι ναυλωτές ενδέχεται να αποφύγουν εντελώς τη διέλευση από την περιοχή, οδηγώντας σε περαιτέρω καθυστερήσεις και συμφόρηση σε άλλες διαδρομές. Η αστάθεια θα μπορούσε να προκαλέσει ακόμη και αναστολή υπηρεσιών από ναυτιλιακές εταιρείες, κάτι που έχει ήδη συμβεί στην Ερυθρά Θάλασσα μετά τις επιθέσεις από τους Χούθι στην Υεμένη. Ένα παρατεταμένο κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ θα μετέτρεπε την κρίση από συγκυριακή σε συστημική, δοκιμάζοντας την αντοχή του διεθνούς εμπορίου, των θαλάσσιων logistics και των ενεργειακών αγορών με τρόπο που θυμίζει τις αρχές της πανδημίας - αλλά με αιτία καθαρά γεωπολιτική.
Οι ναυτασφάλειες για τα πλοία που διέρχονται από τα Στενά του Ορμούζ έχουν εκτοξευτεί περίπου κατά 60%, μια απότομη αύξηση που αντανακλά την αυξημένη μέριμνα των ναυτασφαλιστικών εταιρειών, σύμφωνα με τους Financial Times . Αυτό σημαίνει ότι για ένα πλοίο αξίας 100 εκατομμυρίων δολαρίων, οι ασφαλιστικές καλύψεις για το κύτος και τον εξοπλισμό έχουν αυξηθεί από περίπου 125.000 δολάρια σε 200.000 δολάρια ανά διέλευση. Η αιτία αυτής της ανόδου είναι η εντεινόμενη ένταση στην περιοχή – από την πιθανότητα χτυπημάτων των Χούθι και άλλες στρατιωτικές ενέργειες έως ηλεκτρονικές παρεμβολές και συγκρούσεις που αυξάνουν τον κίνδυνο για την ασφάλεια των πλοίων .
Σε πρακτικό επίπεδο, αυτή η αύξηση των ασφαλίστρων μεταφράζεται σε ένα μόνιμο επιπλέον κόστος για τους πλοιοκτήτες, τους ναυλωτές και, τελικά, για τους καταναλωτές. Σύμφωνα με τις εκθέσεις, κάποιες ασφαλιστικές εταιρείες έχουν ήδη σταματήσει να προσφέρουν κάλυψη για την περιοχή, ενώ άλλες θεώρησαν ευκαιρία για υψηλότερα κέρδη.
Σύσταση του υπουργείου Ναυτιλίας στα ελληνικά πλοία
Εν τω μεταξύ, την 5η κατά σειρά σύσταση για προσφυγή σε ασφαλή καταφύγια σε πλοία ελληνικών συμφερόντων που βρίσκονται στην περιοχή των Στενών του Ορμούζ στον περσικό κόλπο εξέδωσε χθες, Κυριακή, το Υπουργείο Ναυτιλίας. Στη ναυτιλιακή κοινότητα εστάλη επείγουσα γραπτή ενημέρωση με σύσταση παραμονής σε ασφαλές λιμάνι ή αγκυροβόλιο γειτονικών χωρών, μέχρι την ομαλοποίηση της κατάστασης, ενώ σύμφωνα με πηγές από το υπουργείο, υπήρξε και τηλεφωνική επικοινωνία με διοικήσεις των εταιρειών των οποίων πλοία πλέουν στην ευρύτερη περιοχή.
Πόσο κινδυνεύει το LNG από τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή - Πώς επηρεάζεται η αγορά;
Το Κατάρ παραμένει ο βασικός παίκτης στις εξαγωγές LNG το 2024, κατέχοντας σχεδόν το 19% της παγκόσμιας προσφοράς, ενώ τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ενισχύουν τη θέση της Μέσης Ανατολής ως κέντρο ενεργειακής τροφοδοσίας. Ωστόσο, η ένταση που κλιμακώνεται στην περιοχή απειλεί να ανατρέψει τις ισορροπίες στις διεθνείς αγορές. Η πιθανότητα κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ από το Ιράν, που αποτελεί κρίσιμη δίοδο για τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, θα πυροδοτούσε ραγδαία αύξηση των τιμών, δημιουργώντας νέο σοβαρό ενεργειακό «σοκ». Η ζήτηση ενέργειας προβλέπεται να αυξηθεί περαιτέρω με την έλευση του καλοκαιριού και τα κύματα καύσωνα, καθιστώντας την κατάσταση ακόμα πιο εύθραυστη.
Επιπλέον, η πρόσφατη διακοπή λειτουργίας δύο ισραηλινών κοιτασμάτων φυσικού αερίου, λόγω φόβων για ιρανικές επιθέσεις, επηρεάζει άμεσα την Αίγυπτο, σημαντικό πελάτη του Ισραήλ για φυσικό αέριο. Η Αίγυπτος, που ήδη καλύπτει μεγάλο μέρος των αναγκών της από ένα μόνο τερματικό σταθμό LNG, βρίσκεται σε κατάσταση αυξημένης έκθεσης, ειδικά ενόψει καλοκαιριού. Η αυξημένη ζήτηση για LNG θα γίνει ακόμα πιο έντονη μόλις λειτουργήσουν οι τρεις νέες πλωτές μονάδες αποθήκευσης και επαναεριοποίησης (FSRUs), που θα επιτρέψουν μεγαλύτερες εισαγωγές.
Για να αντιμετωπίσει την ενεργειακή πίεση, η Αίγυπτος έχει ήδη ξεκινήσει να αυξάνει τη χρήση πετρελαίου στην ηλεκτροπαραγωγή και να περιορίζει τη βιομηχανική παραγωγή λιπασμάτων, μειώνοντας την κατανάλωση φυσικού αερίου. Ωστόσο, η εξάρτησή της από τις spot αγορές LNG θα ενταθεί, αυξάνοντας τον διεθνή ανταγωνισμό και πιέζοντας περαιτέρω τις τιμές. Ωστόσο, μέχρι να επέλθει αποκλιμάκωση, η αγορά LNG θα παραμείνει σε κατάσταση έντονης αβεβαιότητας. Πέρα από τα Στενά του Ορμούζ, το θαλάσσιο πέρασμα του Μπαμπ ελ Μαντέμπ, που ελέγχει τη δίοδο προς τη Διώρυγα του Σουέζ, αποτελεί μια ακόμη πηγή ανησυχίας. Οι συχνές επιθέσεις από τους Χούθι, συμμάχους του Ιράν, στα πλοία που διέρχονται από την περιοχή, απειλούν να διαταράξουν τη μεταφορά πετρελαίου και LNG προς τη Μεσόγειο. Η ένταση στη Μέση Ανατολή έχει ήδη οδηγήσει σε σημαντικές αυξήσεις των τιμών: το πετρέλαιο Brent ξεπέρασε τα 74 δολάρια ανά βαρέλι με ημερήσια άνοδο άνω του 7%, ενώ το φυσικό αέριο στην Ευρώπη (TTF) σημείωσε άνοδο πάνω από 6% μέσα σε μία μέρα, αντανακλώντας τις ανησυχίες για την ενεργειακή επάρκεια και σταθερότητα.
Πάντως, πρέπει να σημειωθεί πως ήδη οι τιμές του πετρελαίου απογειώθηκαν, ανεβαίνοντας 4% κατά την έναρξη των συναλλαγών στις αγορές εμπορευμάτων στην Ασία, προτού η άνοδός τους περιοριστεί κάπως, μετά τους βομβαρδισμούς των ΗΠΑ στο Ιράν το σαββατοκύριακο και τις απειλές της Τεχεράνης πως θα προχωρήσει σε αντίποινα, εξελίξεις που εγείρουν ανησυχίες για σοβαρές αναταράξεις στην προσφορά μαύρου χρυσού. Περί τις 02:30 (ώρα Ελλάδας), το βαρέλι της αμερικανικής ποικιλίας WTI κατέγραφε άνοδο 2,53%, στα 75,71 δολάρια, ενώ είχε φθάσει ως ακόμα και τα 77, ενώ το βαρέλι του πετρελαίου Brent της Βόρειας Θάλασσας κατέγραφε άνοδο 2,42% στα 78,97 δολάρια, ενώ νωρίτερα ξεπέρασε ακόμη και τα 81 δολάρια, φθάνοντας σε υψηλό 6μήνου.
Οι οικονομικές επιπτώσεις ενός ενδεχόμενου κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ- Τι επιπτώσεις θα έχει για την Ελλάδα
Η απειλή αποκλεισμού των Στενών από το Ιράν προκαλεί έντονη ανησυχία όχι μόνο σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και στην Ελλάδα, λόγω των σημαντικών επιπτώσεων που μπορεί να έχει στην ενεργειακή ασφάλεια και την οικονομία της χώρας. Η Ευρώπη εισάγει πετρέλαιο και υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) από τα κράτη του Κόλπου Σαουδική Αραβία, Κατάρ, ΗΑΕ, μεγάλο μέρος του οποίου ταξιδεύει μέσω του Στενού. Εάν το Ιράν το αποκλείσει, οι παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου θα εκτοξευθούν και η Ευρώπη θα μπορούσε να αντιμετωπίσει ενεργειακές ελλείψεις, ιδίως στις χώρες που εξαρτώνται από τα καύσιμα της Μέσης Ανατολής, με αυτό να προκαλεί ένα οικονομικό σοκ.
Ακόμη, για την ναυτιλία και το εμπόριο, τα Στενά αποτελούν βασική οδό. Η διαταραχή θα μπορούσε να καθυστερήσει τις ευρωπαϊκές εισαγωγές πρώτων υλών, ηλεκτρονικών και καταναλωτικών αγαθών, επηρεάζοντας τις αλυσίδες εφοδιασμού. Τα ασφάλιστρα για τη ναυτιλία θα μπορούσαν να εκτοξευθούν, αυξάνοντας το κόστος για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Σε επίπεδο ασφάλειας, η πιθανότητα στρατιωτικής κλιμάκωσης λόγω αποκλεισμού του Στενού φέρνει στην επιφάνεια τον κίνδυνο ευρύτερης περιφερειακής σύγκρουσης, στην οποία θα μπορούσαν να εμπλακούν οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και κράτη της ΕΕ όπως η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ θα έχει άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις και στην ελληνική οικονομία, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν εξαρτάται άμεσα από το Ιράν για την εισαγωγή ενέργειας. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι μέλος μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας που στηρίζεται σε σταθερές τιμές ενέργειας, ομαλή ναυτιλιακή ροή και προβλέψιμο εμπορικό περιβάλλον. Οποιαδήποτε μεγάλη διαταραχή στις θαλάσσιες μεταφορές και στις τιμές του πετρελαίου θα μετακυλήσει άμεσα και στη χώρα μας. Ήδη, αναλυτές επισημαίνουν ότι μία εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου πάνω από τα 100 ή 120 δολάρια ανά βαρέλι θα συμπαρασύρει το κόστος ζωής στην Ελλάδα προς τα πάνω — αρχίζοντας από τα καύσιμα και τη θέρμανση, και επεκτεινόμενη σε μεταφορές, πρώτες ύλες και βασικά αγαθά.
Η ελληνική ναυτιλία, ένας από τους ισχυρότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, θα βρεθεί επίσης σε μια δύσκολη εξίσωση. Από τη μία, οι αυξημένες τιμές ναύλων και ασφάλισης θα μπορούσαν να αποφέρουν βραχυπρόθεσμα κέρδη σε πλοιοκτήτες, ιδιαίτερα σε όσους δραστηριοποιούνται στη μεταφορά πετρελαίου και LNG. Από την άλλη, όμως, η ανασφάλεια στις διεθνείς ροές, οι πιέσεις από τους ναυλωτές, αλλά και η ανάγκη για δρομολόγηση πλοίων μέσω μακρύτερων και ακριβότερων διαδρομών, ενέχουν μεγάλο λειτουργικό ρίσκο. Επιπλέον, η ελληνική ναυτιλία έχει έντονη παρουσία στον Περσικό Κόλπο, τόσο μέσω τάνκερ όσο και μέσω εμπορευματοκιβωτίων – και οι συνέπειες μιας στρατιωτικοποιημένης κρίσης στην περιοχή θα μπορούσαν να εκθέσουν σε άμεσο κίνδυνο ελληνικά συμφέροντα, ανθρώπινο δυναμικό και πλοία.
Σε εσωτερικό επίπεδο, η αύξηση του κόστους ενέργειας και μεταφοράς θα φανεί σχεδόν άμεσα στους καταναλωτές, οι οποίοι ήδη αντιμετωπίζουν υψηλό πληθωρισμό σε βασικά είδη. Ένα νέο κύμα ανατιμήσεων, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα στις διεθνείς αγορές, μπορεί να επιβραδύνει την κατανάλωση, να περιορίσει τα δημοσιονομικά περιθώρια της κυβέρνησης και να επηρεάσει αρνητικά τις επενδύσεις. Ο τουριστικός τομέας – βασική πηγή εσόδων για την Ελλάδα – ενδέχεται επίσης να επηρεαστεί, καθώς η άνοδος των τιμών των καυσίμων μπορεί να μεταφραστεί σε ακριβότερα αεροπορικά εισιτήρια και μειωμένη ταξιδιωτική κινητικότητα. Με λίγα λόγια, η κρίση στα Στενά του Ορμούζ, αν κλιμακωθεί, δεν θα αφήσει ανεπηρέαστη την ελληνική οικονομία — και το βάθος των επιπτώσεων θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια και την ένταση της γεωπολιτικής αντιπαράθεσης.