Περίπου 100.000 συνταξιούχοι αναμένουν σημαντικά αναδρομικά ποσά που μπορούν να φτάσουν έως και τις 16.800 ευρώ από τις επικουρικές συντάξεις τους. Το πρόβλημα αφορά συντάξεις που εκδόθηκαν μετά τον Μάιο 2016 με βάση τον νόμο Κατρούγκαλου, όπου οι δικαιούχοι είχαν καταβάλει εισφορές άνω του 6% για την επικουρική τους ασφάλιση.

Διαβάστε: Αναδρομικά 11 μηνών έως 5.842 ευρώ: Νέες δικαστικές αποφάσεις για συνταξιούχους


Νομικό πλαίσιο για τις επικουρικές συντάξεις

Ο νόμος Κατρούγκαλου (ν. 4387/2016) και ο μεταγενέστερος νόμος Βρούτση (ν. 4670/2020) προβλέπουν σαφώς ότι οι ασφαλισμένοι δικαιούνται προσαύξηση στην επικουρική σύνταξη για κάθε επιπλέον μονάδα εισφοράς που κατέβαλαν. Συγκεκριμένα, για κάθε 1% επιπλέον εισφοράς σε ταμεία επικουρικής ασφάλισης έως το 2014, υπολογίζεται προσαύξηση με συντελεστή 0,075% για κάθε έτος αυξημένων εισφορών.

Παρά τη σαφήνεια της νομοθεσίας, το ΕΤΕΑΕΠ, ο κλάδος επικούρησης του ΕΦΚΑ, δεν έχει εφαρμόσει τη διάταξη για δεκάδες χιλιάδες επικουρικές συντάξεις που εκδόθηκαν από τον Μάιο 2016 και εξής.

Αποδείξεις για τη μη εφαρμογή του νόμου

Έγγραφο του Συνηγόρου του Πολίτη επιβεβαιώνει ότι στις επικουρικές συντάξεις με αυξημένες εισφορές, ο ΕΦΚΑ και το ΕΤΕΑΕΠ οφείλουν να προσθέσουν τις προσαυξήσεις και να καταβάλουν τα αντίστοιχα αναδρομικά. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί συνταξιούχος που παρότι απέδειξε με καρτέλες ενσήμων ότι κατέβαλε εισφορές 8% αντί 6%, δεν έλαβε καμία προσαύξηση. Το αρμόδιο κατάστημα του ΕΦΚΑ απάντησε εγγράφως ότι δεν προκύπτει καταβολή αυξημένων εισφορών, αγνοώντας τα στοιχεία που προσκομίστηκαν.

Χρονικό πλαίσιο οφειλόμενων αναδρομικών

Το διάστημα για το οποίο οφείλονται αναδρομικά στις επικουρικές συντάξεις εκτιμάται μεταξύ 2017 και 2022. Από το 2023, το ΕΤΕΑΕΠ άρχισε να συνυπολογίζει τις προσαυξήσεις στις επικουρικές συντάξεις που είχαν εισφορές άνω του 6%. Οι συνταξιούχοι που προέρχονται από ταμεία με συνολικές εισφορές (ασφαλισμένου και εργοδότη) πάνω από 6% πρέπει να ενεργοποιηθούν για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους.

Ενέργειες που πρέπει να κάνουν οι συνταξιούχοι

Οι δικαιούχοι συνταξιούχοι μπορούν να ακολουθήσουν δύο βασικές ενέργειες:
  • Υποβολή αιτήσεων θεραπείας στον ΕΦΚΑ-ΕΤΕΑΕΠ, ζητώντας εκ νέου υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης βάσει των αυξημένων εισφορών
  • Προσφυγή στα δικαστήρια για διεκδίκηση αύξησης της επικουρικής σύνταξης με αναδρομικά, εφόσον πλήρωσαν αυξημένες εισφορές που δεν αποδόθηκαν
Ήδη έχουν κατατεθεί προσφυγές από συνταξιούχους της Εθνικής Τράπεζας, οι οποίοι παρά τις εισφορές περίπου 12%, έλαβαν επικουρική σύνταξη υπολογισμένη με εισφορές 6%, χωρίς την αναλογούσα προσαύξηση.


Κίνδυνος παραγραφής αξιώσεων

Κρίσιμη παράμετρος αποτελεί, σύμφωνα με την εφημεριδα «Ελεύθερος Τύπος», η 5ετής παραγραφή των αξιώσεων. Για την αποφυγή της παραγραφής, αρκεί μία ένσταση στο ΕΤΕΑΕΠ με αριθμό πρωτοκόλλου. Οι δικαιούχοι έχουν το δικαίωμα να καταθέσουν εγγράφως αίτημα επανυπολογισμού της επικουρικής σύνταξης, παίρνοντας αριθμό πρωτοκόλλου για να παγώσουν την παραγραφή.

Προϋποθέσεις και έλεγχοι πριν την ενέργεια

Πριν από οποιαδήποτε ενέργεια, οι συνταξιούχοι πρέπει να εξακριβώσουν τρία βασικά στοιχεία: πρώτον, ότι η εισφορά για την επικουρική ασφάλιση στο ταμείο τους ήταν άνω του 6%, δεύτερον, ότι κατέβαλαν αυξημένες εισφορές έως το 2014, και τρίτον, να ελέγξουν την απόφαση απονομής της επικουρικής σύνταξης.
Εάν η απόφαση αναφέρει ότι υπολογίστηκαν οι αυξημένες εισφορές, τότε πρέπει να εξακριβώσουν αν έλαβαν τα αντίστοιχα αναδρομικά κατά την απονομή. Για παράδειγμα, μία επικουρική σύνταξη 400 ευρώ με προσαύξηση 0,07% που πληρώθηκε 12 μήνες μετά την αίτηση θα έπρεπε να συνοδεύεται από αναδρομικά 4.800 ευρώ μικτά.

Υπολογισμός επιπλέον επικουρικής σύνταξης

Ο τύπος υπολογισμού της προσαύξησης είναι: Συντάξιμες αποδοχές από το 2002 έως το 2014 Χ έτη καταβολής αυξημένων εισφορών Χ επιπλέον εισφορά Χ 0,075%. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί συνταξιούχος με εισφορά επικουρικής 9% αντί 6%, που συνταξιοδοτήθηκε στα 62 το 2020 με 30 έτη ασφάλισης και συντάξιμες αποδοχές 1.870 ευρώ. Έλαβε επικουρική σύνταξη 184 ευρώ αλλά δικαιούται προσαύξηση 101 ευρώ, υπολογιζόμενη ως: 1.870 Χ 24 Χ 3 Χ 0,075% = 101 ευρώ.