Ασφάλιση Υγείας: Το πραγματικό κόστος, ο ρόλος των διαμεσολαβητών και ο ανταγωνισμός
Δείτε αναλυτικά την Επιστολή της ΕΑΔΕ
Οι ισολογισμοί μεγάλων διαμεσολαβητικών εταιρειών, όπως της Mega Brokers, δείχνουν υψηλότερη κερδοφορία σε σχέση με εκείνη των νοσοκομείων και κάποιων ασφαλιστικών εταιρειών

Το κόστος της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας που εξαρτάται κατά πολύ από τις διαρθρωτικές ιδιαιτερότητες στην Ελλάδα, πιέζει περαιτέρω το οικογενειακό εισόδημα. Το πρόσφατο δημοσίευμα των Παραπολιτικών ανέδειξε, μεταξύ άλλων, το υψηλό κόστος των ασφαλιστηρίων, αναδεικνύοντας το σημαντικό μερίδιο ευθύνης στο ρόλο των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των προμηθειών τους.
Η Ένωση Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών Ελλάδος (ΕΑΔΕ) απάντησε με επιστολή της προς τον δημοσιογράφο και το μέσο, αντικρούοντας τα επιχειρήματα περί υπερβολικής επιβάρυνσης από τις προμήθειες. Όπως σημειώνει στην επιστολή της, οι προμήθειες του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή κυμαίνονται από 8% έως 18% επί των καθαρών ασφαλίστρων και δεν έχουν αυξηθεί τα τελευταία 15 χρόνια, ενώ ο υπολογισμός τους αφορά το καθαρό ασφάλιστρο και όχι το συνολικό ποσό που πληρώνει ο ασφαλισμένος. Επιπλέον, υπογραμμίζει ότι ο κλάδος εποπτεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, λειτουργεί με διαφάνεια και οι αμοιβές διαμορφώνονται από τις ίδιες τις ασφαλιστικές εταιρείες, χωρίς διαπραγματευτικό περιθώριο από πλευράς διαμεσολαβητή.
Η Επιστολή της ΕΑΔΕ
Η ΕΑΔΕ θέτει το ερώτημα: «Είναι δίκαιο να στοχοποιείται μόνο ο διαμεσολαβητής, τη στιγμή που το οικοσύστημα της υγείας περιλαμβάνει λιγότερους από 10 ενεργούς ασφαλιστές και 2-3 κυρίαρχους ομίλους παρόχων νοσηλείας»; Όπως σημειώνεται στην επιστολή της ΕΑΔΕ, η αύξηση του ΦΠΑ στις υπηρεσίες υγείας, η απουσία διαφάνειας στις χρεώσεις των παρόχων, και ο φόρος 15% στα ασφάλιστρα αποτελούν επίσης σημαντικούς παράγοντες κόστους και για αυτό η συζήτηση για το κόστος των ασφαλιστηρίων υγείας δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη.
Πατήστε ΕΔΩ για να διαβάσετε ολόκληρη την επιστολή της ΕΑΔΕ.
Την ίδια στιγμή, η τελική έκθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού έρχεται να προσφέρει αντικειμενικά δεδομένα για το ευρύτερο τοπίο. Η έκθεση χαρακτηρίζει τον βαθμό συγκέντρωσης της αγοράς υγείας μέτριο, με τις εξαγορές να συνεχίζονται αλλά χωρίς σημαντική επίδραση στον ανταγωνισμό. Ωστόσο, εντοπίζει σημαντικές ρυθμιστικές ασυμμετρίες στο πλαίσιο αδειοδότησης και επέκτασης των ιδιωτικών κλινικών, που δημιουργούν κλινικές πολλών ταχυτήτων και ενδεχόμενες στρεβλώσεις.
Ποιος επωφελείται τελικά από το σύστημα;
Ειδικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το σκέλος της έκθεσης που αφορά τις εταιρείες διαχείρισης ασφαλιστικών περιπτώσεων. Πρόκειται για επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν, για λογαριασμό των ασφαλιστικών εταιρειών, τον έλεγχο και τη διαχείριση αποζημιώσεων, παίζοντας έναν ρόλο gatekeeper στην πρόσβαση του ασφαλισμένου στην παροχή υπηρεσιών. Παρά την αυξανόμενη συγκέντρωση στον τομέα αυτό, δεν διαπιστώνεται κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης ή αποκλειστικότητες. Ωστόσο, επισημαίνεται η έλλειψη εποπτείας αυτών των εταιρειών, καθώς δεν υπάγονται ούτε στην Τράπεζα της Ελλάδος ούτε σε άλλη ρυθμιστική αρχή.
Στο ερώτημα του ποιος επωφελείται τελικά από το σύστημα, η πραγματικότητα είναι σύνθετη. Οι ισολογισμοί μεγάλων διαμεσολαβητικών εταιρειών, όπως της Mega Brokers, δείχνουν υψηλότερη κερδοφορία σε σχέση με εκείνη των νοσοκομείων και κάποιων ασφαλιστικών εταιρειών. Όμως, η ΕΑΔΕ υπενθυμίζει πως το 90% των διαμεσολαβητών έχει ετήσιο εισόδημα κάτω από 35.000 ευρώ, με το 50% κάτω των 20.000 ευρώ, στοιχείο που αποκλιμακώνει τις γενικεύσεις.
Η έκθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού
Ειδικότερα η έκθεση καταλήγει στα εξής σημαντικά συμπεράσματα:
Ο βαθμός συγκέντρωσης στην αγορά χαρακτηρίζεται μέτριος, ενώ οι εξαγορές που έχουν λάβει χώρα από ξένα επενδυτικά κεφάλαια τα τελευταία έτη δεν έχουν μεταβάλλει δραματικά το βαθμό συγκέντρωσης από το 2019 έως το 2022. Παρατηρείται, έως και σήμερα, κινητικότητα στις εξαγορές παρόχων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας φροντίδας υγείας στις σχέσεις ασφαλιστικών εταιρειών.
Το νομοθετικό πλαίσιο δεν δημιουργεί εμπόδια στην αύξηση των κλινών, αλλά οι προϋποθέσεις αύξησης των κλινών μπορούν να δυσκολέψουν ή να εμποδίσουν μια κλινική από το να προβεί σε αύξηση κλινών. Υφίστανται ρυθμιστικές ασυμμετρίες λόγω της παράλληλης εφαρμογής τριών διαφορετικών καθεστώτων αδειοδότησης, λειτουργίας και επέκτασης των κλινών των ιδιωτικών κλινικών, οι οποίες φαίνεται να προκαλούν στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό, καθώς τίθενται διαφορετικές προδιαγραφές ως προς το προσωπικό, τον εξοπλισμό, τους χώρους και τον ελάχιστο αριθμό κλινών, με αποτέλεσμα την διατήρηση κλινικών τριών ταχυτήτων.
Αναδεικνύεται ο ρόλος των επιχειρήσεων παροχής διαχειριστικών υπηρεσιών ασφάλισης υγείας, οι οποίες επιφορτίζονται πρωτίστως με τον έλεγχο (gatekeeping) και τη διαχείριση των ασφαλιστικών περιπτώσεων-αποζημιώσεων, ενεργώντας για λογαριασμό των ασφαλιστικών εταιρειών. Περαιτέρω, οι επιχειρήσεις αυτές συχνά αποτελούν τον ενδιάμεσο στις διαπραγματεύσεις των ασφαλιστικών εταιρειών (ιδίως μεσαίου-μικρού μεγέθους) με τις ιδιωτικές κλινικές. Το πλήθος τους είναι μικρό και στους δύο εξ αυτών παρατηρείται η μεγαλύτερη συγκέντρωση των υπηρεσιών διαχείρισης, αλλά δεν εντοπίστηκαν αποκλειστικότητες στις συμβάσεις τους με τους ασφαλιστές στους οποίους παρέχουν παρόμοιες υπηρεσίες, έχοντας πρόσβαση και σε εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες αναγόμενες στη σχέση των ασφαλιστικών με νοσοκομειακούς παρόχους. Πάντως, δεν προκύπτει η ύπαρξη συμφωνιών μεταξύ ασφαλιστικών επιχειρήσεων για την από κοινού χρήση των υπηρεσιών των εταιρειών διαχείρισης. Επισημαίνεται ότι οι εταιρείες αυτές δεν εποπτεύονται από την ΤτΕ ή άλλη ρυθμιστική αρχή.
Τα παραπάνω συμπεράσματα βάζουν τα πράγματα στη θέση τους και προφανώς καταρρίπτουν τους ισχυρισμούς που ακούγονται τόσο καιρό περί καρτέλ των παρόχων υπηρεσιών υγείας ή ότι υπάρχουν εμπόδια εισόδου στην δημιουργία νέων κλινών / κλινικών. Προφανώς βεβαίως υπάρχει μια αυστηρή νομοθεσία η οποία θα πρέπει να τηρείται όταν τα έργα αφορούν τον ευαίσθητο χώρο της υγείας.
Ασφαλιστικός Διαμεσολαβητής: Αύξηση κερδοφορίας του κλάδου
Από την άλλη μεριά σταδιακά αναδεικνύεται μια άλλη σημαντική παράμετρος του κόστους ασφάλισης και αφορά το κόστος του Ασφαλιστικού Διαμεσολαβητή. Το κόστος του Διαμεσολαβητή (όπως και να υπολογίζεται) παραμένει ιδιαίτερα υψηλό και βαρύνει ασφαλώς τον τελικό καταναλωτή καθώς υπολογίζεται ως ποσοστό επί του καταβαλλομένου ασφαλίστρου.
Επειδή όμως τα ποσοστά διαφέρουν καθώς το ύψος την αμοιβής του Διαμεσολαβητή το καθορίζει μεν η ασφαλιστική εταιρεία όμως προφανώς έχει να κάνει με την ετήσια παραγωγή ασφάλιστρων του διαμεσολαβητή, η προσέγγιση του πόσο βαρύνουν τα ασφάλιστρα οι αμοιβές αυτές μπορεί να γίνει μόνο με αναγωγή από τους ισολογισμούς των Εταιρειών Διαμεσολάβησης. Έτσι λοιπόν μελετώντας τους τελευταίους δημοσιευμένους ισολογισμούς των εταιρειών διαμεσολάβησης παρατηρεί κάνεις ότι για παράδειγμα η Mega Brokers (συμφερόντων του σημερινού προέδρου του ΕΕΑ κ. Χατζηθεοδοσιου) για το 2023 εμφάνισε τζίρο περίπου 15 εκ ευρώ και κέρδη προ φόρων άνω των 2 εκ ευρώ ενώ για την χρήση 2024 σε πρόσφατη εκδήλωση της εταιρείας (καθώς ο ισολογισμός για το 2024 δεν έχει δημοσιευτεί ακόμη) ανακοινώθηκε αύξηση παραγωγής κατά 25% με τζίρο 18,3 εκ ευρώ και προφανώς αντίστοιχη αύξηση της κερδοφορίας.
Την ίδια στιγμή βάση των επίσημων δημοσιευμένων ισολογισμών των νοσοκομείων η συντριπτική πλειοψηφία των κλινικών έχει πολύ χαμηλότερο τζίρο και φυσικά κερδοφορία. Είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό η ενδιάμεση εταιρεία Διαμεσολάβησης τελικά να βγάζει περισσότερα κέρδη από το νοσοκομείο (πάροχο της υπηρεσίας που επωμίζεται το κόστος των επενδύσεων, το κόστος προσωπικού και λειτουργίας για την εκτέλεση της ιατρικής πράξης καθώς και την νομική ευθύνη έναντι του ασθενή) άλλα και την ασφαλιστική εταιρεία (καθώς όλες διαμαρτύρονται ότι η υγείας τους βάζει μέσα) .
Ασχέτως λοιπόν των ισχυρισμών ότι ο Διαμεσολαβητής προσφέρει σημαντική υπηρεσία που προβλέπεται και νομικά, το ηθικό θέμα που τίθεται είναι αν τελικά ο κλάδος της ασφαλιστικής Διαμεσολαβητής είναι ο μόνος ευνοημένος από τον σημερινό τρόπο λειτουργίας της ασφαλιστικής αγοράς και του κλάδου υγείας, αφού χωρίς κανένα ουσιαστικό επιχειρηματικό ρίσκο οι εταιρείες του κλάδου εξασφαλίζουν υψηλά μερίσματα για τους μετόχους τους σε σταθερή βάση.