Το Πρωτοδικείο Αθηνών εξέδωσε μια απόφαση-σταθμό που προστατεύει τους εργαζόμενους ηλικίας 65 έως 74 ετών, οι οποίοι απασχολούνται μέσω προγραμμάτων της ΔΥΠΑ για να συμπληρώσουν ένσημα συνταξιοδότησης, απαγορεύοντας τις απολύσεις τους. Η πρωτόδικη αυτή απόφαση αναμένεται να προκαλέσει κύμα διεκδικήσεων από χιλιάδες εργαζόμενους που θα θελήσουν να αξιοποιήσουν την ίδια δυνατότητα για να συμπληρώσουν τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης.

Διαβάστε: ΔΥΠΑ: Ανοίγουν οι αιτήσεις για επιπλέον 700 θέσεις εργασίας με επιδότηση έως 14.220 ευρώ στη Δυτική Μακεδονία


Τι προβλέπει η απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών για τους εργαζόμενους των προγραμμάτων ΔΥΠΑ άνω των 65 ετών

Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Αντώνη Βασιλόπουλου στην εφημερίδα «Απογευματινή», με την απόφαση 2140/25 το δικαστήριο αναγνωρίζει ότι ο βασικός στόχος του προγράμματος απασχόλησης της ΔΥΠΑ είναι η συμπλήρωση του απαιτούμενου συντάξιμου χρόνου των εργαζομένων, ώστε να θεμελιώσουν το συνταξιοδοτικό τους δικαίωμα. Το πρόγραμμα παρέχει ουσιαστική κατεύθυνση για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας μέχρι τη συνταξιοδότηση κάθε εργαζομένου, εφόσον ο εργοδότης επιθυμεί τη συνέχιση των συμβάσεων και μετά τη λήξη του επιδοτούμενου 24μηνου διαστήματος.

Κατά την κρίση του δικαστηρίου, για αυτές τις συμβάσεις δεν εφαρμόζεται η απαγόρευση συνέχισης που προβλέπεται στα άρθρα 103 παρ. 7 και 8 του Συντάγματος και στο άρθρο 36 του ν. 4765/2021, καθώς η ανάγκη ειδικής προστασίας του γήρατος και του δικαιώματος κοινωνικής ασφάλισης, όπως ορίζεται στα άρθρα 21 παρ. 3 και 22 παρ. 5 του Συντάγματος, υπερισχύει. Παράλληλα, συνεκτιμάται και η αρχή της αναλογικής ισότητας που απορρέει από το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος.

Συμβάσεις εργασίας μέσω ΔΥΠΑ: Εργαζόμενοι άνω των 55 διεκδικούν παραμονή έως τη συνταξιοδότηση

Σύμφωνα με τους δικηγόρους Αλέξη και Αγγελική Μητροπούλου, από τα έγγραφα που προσκόμισαν οι εργαζόμενοι προκύπτει ότι προσλήφθηκαν από τον δήμο με συμβάσεις πλήρους απασχόλησης ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, στο πλαίσιο προγράμματος επιχορήγησης του ΟΑΕΔ (νυν ΔΥΠΑ) για την απασχόληση μακροχρόνια ανέργων ηλικίας 55-68 ετών. Η πρώτη υπάλληλος (55 ετών, ΠΕ Διοικητικού) προσλήφθηκε στις 8-4-2022 και ο δεύτερος (63 ετών, ΔΕ Υπαλλήλων Γραφείου) στις 21-3-2022.

Και οι δύο εργάζονταν οκτάωρο, πέντε ημέρες την εβδομάδα, για 24 μήνες, καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες του δήμου. Ωστόσο, μετά την παρέλευση των 24 μηνών (7-4-2024 για την πρώτη και 21-3-2024 για τον δεύτερο), ο δήμος ανακοίνωσε ότι δεν θα συνεχίσει να δέχεται τις υπηρεσίες τους.

Οι εργαζόμενοι υποστηρίζουν ότι οι συμβάσεις τους δεν ολοκληρώνονται με τη συμπλήρωση των 24 μηνών, καθώς ο στόχος τους είναι η θεμελίωση του συνταξιοδοτικού τους δικαιώματος. Συγκεκριμένα, η πρώτη υπάλληλος θα θεμελιώσει δικαίωμα μειωμένης σύνταξης στις 16-8-2028 (σε ηλικία 62 ετών) και ο δεύτερος θα συνταξιοδοτηθεί στις 14-2-2026 (σε ηλικία 67 ετών).

Οι εργαζόμενοι ζήτησαν την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης, ώστε ο δήμος να είναι υποχρεωμένος να δέχεται την εργασία τους, στα ίδια καθήκοντα και τη θέση που κατείχαν την τελευταία ημέρα απασχόλησής τους, καταβάλλοντας τις νόμιμες αποδοχές τους, μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση. Μέχρι σήμερα, οι αιτούντες συνεχίζουν να εργάζονται βάσει προσωρινής διαταγής, ενώ η υπ’ αριθμόν 2140/2025 απόφαση εκδόθηκε στο πλαίσιο της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων που είχαν καταθέσει.

Αναγκαιότητα στην απασχόληση

Με την υπ’ αριθμόν 2140/2025 απόφαση, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων) έκρινε ότι η απασχόληση των αιτούντων είναι αναγκαία για τη λειτουργία του δήμου, καθώς καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και έχουν αποκτήσει σημαντική εμπειρία στα καθήκοντά τους. Επιπλέον, ο δήμος δηλώνει ικανοποίηση από την προσφορά των υπηρεσιών τους. Η συνέχιση της απασχόλησης είναι ουσιαστική και για τους αιτούντες, όχι μόνο για την κάλυψη των τρεχουσών βιοτικών τους αναγκών, αλλά κυρίως για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού τους δικαιώματος, που αποτελούσε τον βασικό σκοπό του προγράμματος.

Απόφαση-σταθμός 2140/2025: Υποχρεωτική προσωρινή απασχόληση εργαζομένων έως τη συνταξιοδότησή τους

Ο ισχυρισμός του δήμου ότι οι συμβάσεις των αιτούντων λήγουν μετά την παρέλευση των 24 μηνών, οπότε και παύει η επιχορήγηση, δεν ευσταθεί. Το δικαστήριο έκρινε ότι «η λήξη της επιχορήγησης των αιτούντων μετά τη διετία από την πρόσληψή τους δεν εμποδίζει τη συνέχιση της εργασιακής σχέσης με τον δήμο, εφόσον αυτός εκφράζει τη βούληση να τους διατηρήσει στην εργασία τους». Επιπλέον, η συνέχιση της απασχόλησης συνάδει με τον σκοπό του προγράμματος και ερμηνεύεται υπό το πρίσμα των άρθρων 21 παρ. 3 και 22 παρ. 5 του Συντάγματος, δεδομένου ότι πιθανολογείται η επιθυμία του δήμου να συνεχιστεί η παροχή των υπηρεσιών τους.

Η σημαντική απόφαση 2140/2025 καταλήγει ότι «συντρέχει λόγος να ρυθμιστεί προσωρινά η κατάσταση, υποχρεώνοντας τον δήμο να αποδέχεται προσωρινά τις υπηρεσίες των αιτούντων και να τους καταβάλλει τις νόμιμες αποδοχές τους, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης για την κύρια υπόθεση. Σε περίπτωση καθυστέρησης της έκδοσης της οριστικής απόφασης, η προσωρινή απασχόληση των αιτούντων συνεχίζεται έως την 16η-8-2028 για την πρώτη και την 14η-2-2026 για τον δεύτερο, ημερομηνίες κατά τις οποίες πιθανολογείται ότι θα έχουν συμπληρώσει τον απαιτούμενο χρόνο για συνταξιοδότηση».

Επιπλέον, το δικαστήριο ορίζει ότι ο δήμος θα καταβάλει αυτεπαγγέλτως, μία φορά, χρηματική ποινή ύψους 3.000 ευρώ υπέρ κάθε αιτούντος σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση αυτή, ενώ τα δικαστικά έξοδα των αιτούντων βαρύνουν τον δήμο.