Καλώδιο: Πώς οι Αμερικανοί επενδυτές ξεμπερδεύουν το ζήτημα και οι ''ζυμώσεις'' που φέρνουν ψηλά στην ατζέντα την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ
Τι θα καθορίσει το restart του έργου
Η επανεκκίνηση του έργου για την ηλεκτρική διασύνδεση σηµατοδότησαν µε τον πλέον επίσηµο τρόπο λίγες ηµέρες πριν ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο πρόεδρος της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης
Αλλάζει... πίστα η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ (Great Sea Interconnector), στον απόηχο της συνόδου της P-TEC, που σηµατοδότησε το δυναµικό comeback των Αµερικανών στα ενεργειακά πράγµατα της ευρύτερης περιοχής της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου, και της παράλληλης ενεργοποίησης εκ νέου του σχήµατος 3+1 Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και ΗΠΑ.
Διαβάστε: Ελλάδα και Κύπρος έτοιμες για το μεγάλο βήμα στην ηλεκτρική διασύνδεση: Κώδωνα κινδύνου για γεωπολιτικές πιέσεις κρούει ο καθηγητής Ευθυμιόπουλος στο parapolitika.gr
Το restart του έργου -ώστε να ξεπεραστούν οι ρυθµιστικές και οικονοµικές εκκρεµότητες που ταλάνιζαν εδώ και καιρό το σκέλος Ελλάδα - Κύπρος, αλλά και να κερδηθεί πολύτιµος χρόνος για να αντιµετωπιστεί «ο ελέφαντας στο δωµάτιο» του έργου, δηλαδή η Τουρκία, σηµατοδότησαν µε τον πλέον επίσηµο τρόπο λίγες ηµέρες πριν ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο πρόεδρος της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης, δηλώνοντας ότι οι δύο χώρες συµφώνησαν στην αναγκαιότητα της επανεξέτασης των οικονοµοτεχνικών παραµέτρων του έργου, προκειµένου να εισέλθουν σε αυτό ισχυροί ξένοι επενδυτές. Και το επενδυτικό αυτό ενδιαφέρον δεν είναι θεωρητικό, καθώς, όπως αποκάλυψε σε τηλεοπτικές του δηλώσεις ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου, έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον επενδυτών από τις ΗΠΑ που, όπως είπε, «βρίσκονται σε φάση διερεύνησης, ζητώντας συγκεκριµένα οικονοµικά στοιχεία».
Την ίδια στιγµή, σύµφωνα µε δηµοσίευµα της ιστοσελίδας Euractiv, η Αθήνα φέρεται να έχει ενηµερώσει τις Βρυξέλλες ότι θετικά φαίνεται να αντιµετωπίζουν το εγχείρηµα -υπό το πρίσµα των δεδοµένων που έχουν δηµιουργηθεί- το Ισραήλ και τα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα, µε τις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Ενέργειας του Ισραήλ Ελι Κοέν, συµπεριλαµβανοµένης και της προτροπής να δοθεί προτεραιότητα στο σκέλος Κύπρου - Ισραήλ, να κατατείνουν προς αυτήν την κατεύθυνση.
Ακριβώς σε αυτή τη µεγάλη εικόνα που αναδεικνύει και την υψηλή γεωπολιτική αξία του έργου εντάσσεται πλέον και ο GSI. Το στίγµα της νέας κατεύθυνσης του έργου έδωσε ο κ. Παπασταύρου, τοποθετώντας το έργο στο «κάδρο» του διαδρόµου ενέργειας και υποδοµών Ινδίας - Μέσης Ανατολής - Ευρώπης (IMEC), που, όπως είπε ο κ. Παπασταύρου, «διέρχεται από τις χώρες του Κόλπου, το Ισραήλ, την Κύπρο, την Ελλάδα, για να φτάσει στην Ευρώπη. Εκεί, λοιπόν, δηµιουργήθηκαν συνθήκες ενός ενδιαφέροντος ευρύτερου και για τη διασύνδεση Ελλάδας - Κύπρου, Κύπρου - Ισραήλ. Και έτσι αναδείχθηκε η ανάγκη να επικαιροποιηθούν τα οικονοµικά και τεχνικά στοιχεία (σ.σ. κάτι που µεταφράζεται σε εκπόνηση εκ νέου των βασικών µελετών, όπως η µελέτη βιωσιµότητας, η µελέτη κόστους οφέλους κ.ά., αλλά και επανεξέταση των παραδοχών για το κόστος και την απόδοση της επένδυσης) και να λήξουν όλες τις εκκρεµότητες». Στο ίδιο µήκος κύµατος άλλωστε κινήθηκε και ο κ. Κοέν, που δήλωσε ότι ο GSI αποτελεί µέρος του οράµατος Τραµπ για τον IMEC που µπορεί να αποτελέσει αξιόπιστη εναλλακτική, τόσο στους δρόµους της ενέργειας που περνούν από τη Ρωσία και το Ιράν όσο και σε αυτούς που διέρχονται από τις «συµπληγάδες» των Χούτις στην Υεµένη.
Θα πρέπει πάντως να σηµειωθεί ότι υπάρχει και µια πιο «συγκρατηµένη» ερµηνεία των τελευταίων εξελίξεων, σύµφωνα µε την οποία Αθήνα και Λευκωσία, προβάλλοντας ένα θετικό σε πρώτη ανάγνωση αφήγηµα, αυτό της ενίσχυσης των οικονοµοτεχνικών «θεµελίων» του GSI για να υποδεχθεί τους δυνητικούς νέους επενδυτές, παραπέµπουν την υλοποίηση του έργου σε δεύτερο χρόνο, ανατρέποντας τα υφιστάµενα χρονοδιαγράµµατα. Με τον ελιγµό αυτό αίρεται η πίεση προς τη Λευκωσία να τακτοποιήσει τις εκκρεµότητες και κυρίως αυτήν που προέβλεπε την καταβολή «ζεστού χρήµατος» (25 εκατ. ευρώ) έως το τέλος του έτους. Αίρεται επίσης η πίεση προς την Αθήνα για την έκδοση της ΝΑVTEX.
Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή
Διαβάστε: Ελλάδα και Κύπρος έτοιμες για το μεγάλο βήμα στην ηλεκτρική διασύνδεση: Κώδωνα κινδύνου για γεωπολιτικές πιέσεις κρούει ο καθηγητής Ευθυμιόπουλος στο parapolitika.gr
Το restart του έργου -ώστε να ξεπεραστούν οι ρυθµιστικές και οικονοµικές εκκρεµότητες που ταλάνιζαν εδώ και καιρό το σκέλος Ελλάδα - Κύπρος, αλλά και να κερδηθεί πολύτιµος χρόνος για να αντιµετωπιστεί «ο ελέφαντας στο δωµάτιο» του έργου, δηλαδή η Τουρκία, σηµατοδότησαν µε τον πλέον επίσηµο τρόπο λίγες ηµέρες πριν ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο πρόεδρος της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης, δηλώνοντας ότι οι δύο χώρες συµφώνησαν στην αναγκαιότητα της επανεξέτασης των οικονοµοτεχνικών παραµέτρων του έργου, προκειµένου να εισέλθουν σε αυτό ισχυροί ξένοι επενδυτές. Και το επενδυτικό αυτό ενδιαφέρον δεν είναι θεωρητικό, καθώς, όπως αποκάλυψε σε τηλεοπτικές του δηλώσεις ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου, έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον επενδυτών από τις ΗΠΑ που, όπως είπε, «βρίσκονται σε φάση διερεύνησης, ζητώντας συγκεκριµένα οικονοµικά στοιχεία».
Την ίδια στιγµή, σύµφωνα µε δηµοσίευµα της ιστοσελίδας Euractiv, η Αθήνα φέρεται να έχει ενηµερώσει τις Βρυξέλλες ότι θετικά φαίνεται να αντιµετωπίζουν το εγχείρηµα -υπό το πρίσµα των δεδοµένων που έχουν δηµιουργηθεί- το Ισραήλ και τα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα, µε τις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Ενέργειας του Ισραήλ Ελι Κοέν, συµπεριλαµβανοµένης και της προτροπής να δοθεί προτεραιότητα στο σκέλος Κύπρου - Ισραήλ, να κατατείνουν προς αυτήν την κατεύθυνση.
Η σημαντική συνιστώσα
Στην παρούσα φάση όλα δείχνουν ότι πιο ώριµο είναι το ενδιαφέρον της αµερικανικής πλευράς, που σύµφωνα µε πηγές προέρχεται από την κρατική αναπτυξιακή τράπεζα των ΗΠΑ Development Finance Corporation (DFC). Πρόκειται µάλιστα για έναν φορέα που όχι µόνο είναι παλιός γνώριµος του έργου (καθώς είχε εκδηλώσει αρχικό ενδιαφέρον είτε για είσοδο στο µετοχικό σχήµα του GSI είτε για δανειακή στήριξη µέσω Letter of Intent την άνοιξη του 2024), αλλά και θεωρείται σηµαντική συνιστώσα του σχεδιασµού των ΗΠΑ για χρηµατοδοτική στήριξη των µεγάλων projects που θεωρούνται κρίσιµες για την προώθηση των αµερικανικών συµφερόντων στην περιοχή, από τους αγωγούς και τα τερµατικά, που θα στηρίξουν την «πληµµυρίδα» αµερικανικού LNG, έως λιµάνια και εµπορευµατικά κέντρα.Ακριβώς σε αυτή τη µεγάλη εικόνα που αναδεικνύει και την υψηλή γεωπολιτική αξία του έργου εντάσσεται πλέον και ο GSI. Το στίγµα της νέας κατεύθυνσης του έργου έδωσε ο κ. Παπασταύρου, τοποθετώντας το έργο στο «κάδρο» του διαδρόµου ενέργειας και υποδοµών Ινδίας - Μέσης Ανατολής - Ευρώπης (IMEC), που, όπως είπε ο κ. Παπασταύρου, «διέρχεται από τις χώρες του Κόλπου, το Ισραήλ, την Κύπρο, την Ελλάδα, για να φτάσει στην Ευρώπη. Εκεί, λοιπόν, δηµιουργήθηκαν συνθήκες ενός ενδιαφέροντος ευρύτερου και για τη διασύνδεση Ελλάδας - Κύπρου, Κύπρου - Ισραήλ. Και έτσι αναδείχθηκε η ανάγκη να επικαιροποιηθούν τα οικονοµικά και τεχνικά στοιχεία (σ.σ. κάτι που µεταφράζεται σε εκπόνηση εκ νέου των βασικών µελετών, όπως η µελέτη βιωσιµότητας, η µελέτη κόστους οφέλους κ.ά., αλλά και επανεξέταση των παραδοχών για το κόστος και την απόδοση της επένδυσης) και να λήξουν όλες τις εκκρεµότητες». Στο ίδιο µήκος κύµατος άλλωστε κινήθηκε και ο κ. Κοέν, που δήλωσε ότι ο GSI αποτελεί µέρος του οράµατος Τραµπ για τον IMEC που µπορεί να αποτελέσει αξιόπιστη εναλλακτική, τόσο στους δρόµους της ενέργειας που περνούν από τη Ρωσία και το Ιράν όσο και σε αυτούς που διέρχονται από τις «συµπληγάδες» των Χούτις στην Υεµένη.
Νέο τοπίο
Σε κάθε περίπτωση, πηγές σηµειώνουν ότι έχει δηµιουργηθεί ένα καινούργιο τοπίο που δηµιουργεί προϋποθέσεις επανεκκίνησης του έργου. Και το επόµενο βήµα προς τη νέα αυτή κατεύθυνση θα είναι, όπως δήλωσε ο υπουργός Ενέργειας, Εµπορίου και Βιοµηχανίας της Κύπρου Γιώργος Παπαναστασίου -µετά τη συνάντηση του ιδίου και του κ. Παπασταύρου µε τον επίτροπο Ενέργειας Νταν Γιόργκενσεν στις Βρυξέλλες- η ανάθεση το ταχύτερο δυνατό της µελέτης σε οίκο εγνωσµένου κύρους που θα είναι αποδεκτός από τις διεθνείς αγορές, ώστε να αρθούν και οι αµφιβολίες για τη βιωσιµότητα του έργου που είχαν εκδηλωθεί από κύκλους στη Λευκωσία. Και ασφαλώς έχει τη σηµασία του ότι µετά τη συνάντηση ο κ. Γιόργκενσεν επιβεβαίωσε µε εµφατικό τρόπο την ισχυρή στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο έργο (που ανήκει στα Εργα Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος και έχει επιδοτηθεί για το σκέλος Κρήτης - Κύπρου µε 650 εκατ. ευρώ), τονίζοντας διά της εκπροσώπου του ότι «θα συνεχίσουµε να κάνουµε ό,τι περνά από το χέρι µας και τη δικαιοδοσία µας για να βοηθήσουµε στην πρόοδο αυτού του έργου GSI, και για να το πετύχουµε αυτό ο επίτροπος προσβλέπει στη συνέχιση της συνεργασίας µε την Ελλάδα και την Κύπρο».Θα πρέπει πάντως να σηµειωθεί ότι υπάρχει και µια πιο «συγκρατηµένη» ερµηνεία των τελευταίων εξελίξεων, σύµφωνα µε την οποία Αθήνα και Λευκωσία, προβάλλοντας ένα θετικό σε πρώτη ανάγνωση αφήγηµα, αυτό της ενίσχυσης των οικονοµοτεχνικών «θεµελίων» του GSI για να υποδεχθεί τους δυνητικούς νέους επενδυτές, παραπέµπουν την υλοποίηση του έργου σε δεύτερο χρόνο, ανατρέποντας τα υφιστάµενα χρονοδιαγράµµατα. Με τον ελιγµό αυτό αίρεται η πίεση προς τη Λευκωσία να τακτοποιήσει τις εκκρεµότητες και κυρίως αυτήν που προέβλεπε την καταβολή «ζεστού χρήµατος» (25 εκατ. ευρώ) έως το τέλος του έτους. Αίρεται επίσης η πίεση προς την Αθήνα για την έκδοση της ΝΑVTEX.
Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή
En