Τέλος εποχής για περίπτερα και παντοπωλεία: Πώς τα σουπερμάρκετ "σβήνουν" τα μικρά καταστήματα
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Καμπανάκι από τη NielsenIQ για περίπτερα και σούπερ μάρκετ. Σε σταθερή πτώση οι πωλήσεις για τους µικρούς του λιανεµπορίου την τελευταία 15ετία. Μείωση 30% του αριθµού των καταστηµάτων κάτω των 100 τ.µ.
Μια βαθιά και διαρκώς εξελισσόµενη µετάβαση λαµβάνει χώρα ως προς τη διάρθρωση της αγοράς λιανικής, η οποία αποτυπώνεται µέσα από την ανάλυση της NielsenIQ, όπως την παρουσίασε ο διευθύνων σύµβουλος της εταιρείας, Βάιος ∆ηµοράγκας, στο ετήσιο συνέδριο του ΙΕΛΚΑ.
Διαβάστε: Πωλήσεις μπίρας σε σούπερ μάρκετ: Αύξηση παρά τη στασιμότητα της αγοράς - Αιτία, η κατανάλωση γευµάτων εντός σπιτιού
Σύµφωνα µε τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, τα σουπερµάρκετ ενισχύουν συστηµατικά την κυριαρχία τους, αποσπώντας πωλήσεις από τα πολύ µικρά σηµεία λιανικής, τα οποία βρίσκονται σε σταθερά καθοδική τροχιά την τελευταία δεκαπενταετία. Οι κυριότεροι λόγοι είναι, διότι εξαγοράζουν µικρότερες αλυσίδες, εισβάλλουν σε κοµβικά σηµεία στις γειτονιές των πόλεων, ανακαινίζονται και προσφέρουν αναβαθµισµένες υπηρεσίες, αποσπώντας ένα µεγάλο µέρος της δουλειάς από τα µικρά σηµεία.
Σύµφωνα µε τον κύριο ∆ηµοράγκα, ακόµα πιο έντονη είναι η εικόνα στα πολύ µικρά καταστήµατα κάτω των 100 τ.µ. Οι κατηγορίες προϊόντων που παραδοσιακά διακινούνταν µέσα από αυτά τα σηµεία εµφανίζουν πτώση 3%, τη στιγµή που οι ίδιες κατηγορίες «τρέχουν» µε άνοδο 7% στα σουπερµάρκετ. Οι µεγαλύτερες απώλειες εντοπίζονται στα περίπτερα και στα παραδοσιακά παντοπωλεία, δηλαδή στο κοµµάτι της αγοράς που πιέζεται περισσότερο από τον εκσυγχρονισµό και την επέκταση των µεγάλων αλυσίδων στις γειτονιές. Το φαινόµενο αυτό δεν είναι τυχαίο ούτε πρόσκαιρο.
Όπως υπογράµµισε ο κ. ∆ηµοράγκας, «οι τελευταίες εξαγορές µικρότερων αλυσίδων από µεγαλύτερες, οι οποίες ανακαινίζουν τα καταστήµατα που εξαγοράζουν, έχει ως αποτέλεσµα να “κλέβουν” κοινό από τα µικρά σηµεία λιανικής». Πρόκειται κυρίως για µικρά σουπερµάρκετ έως 400 τ.µ., τα οποία οι µεγάλες αλυσίδες ενσωµατώνουν στο δίκτυό τους, τα αναβαθµίζουν και τα µετατρέπουν σε σύγχρονα σηµεία αγορών, ικανά να ανταγωνιστούν ευθέως το περίπτερο και το µικρό παντοπωλείο στη γειτονιά.
Με τον τρόπο αυτό, οι µεγάλες αλυσίδες δεν επεκτείνονται µόνο ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά, προσφέροντας αναβαθµισµένη εµπειρία σε χώρους που άλλοτε λειτουργούσαν ως απλά παντοπωλεία. Τα στοιχεία που παρουσίασε ο επικεφαλής της NielsenIQ για την εξέλιξη του αριθµού των σηµείων λιανικής αποτυπώνουν ξεκάθαρα αυτή τη µετάβαση. Τα περίπτερα, από 4.758 το 2011, συρρικνώθηκαν σε 4.200 το 2024.
Αντίστοιχα, το σύνολο των µικρών καταστηµάτων ευκολίας από 29.551 σηµεία το 2011 µειώθηκε σε 21.536 το 2024, µια πτώση του αριθµού τους κατά 27,13%. Παρά το γεγονός ότι τα καταστήµατα σουπερµάρκετ µειώθηκαν επίσης λόγω της συγκέντρωσης του κλάδου στα χέρια των µεγαλύτερων σουπερµάρκετ, φτάνοντας το 2024 τα 5.151 σηµεία, αριθµός που πλέον υπερβαίνει κατά πολύ τα περίπτερα, συνεχίζουν να αποσπούν σηµαντικό µέρος των πωλήσεων και της δυναµικής που κάποτε είχαν περίπτερα και παντοπωλεία. Να σηµειωθεί επίσης ότι πολλά από τα µικρά καταστήµατα σε γειτονιές που υπάγονται στην οµπρέλα µεγάλων αλυσίδων σουπερµάρκετ, λειτουργούν µε διευρυµένο ωράριο και τα Σαββατοκύριακα, ενώ διαθέτουν και προϊόντα -όπως τα καπνικά- τα οποία είναι προϊόντα που παλαιότερα συναντούσε κανείς αποκλειστικά σε περίπτερα ή παντοπωλεία.
Σε ό,τι αφορά την εικόνα της κατανάλωσης στη χώρα µας, οι πολίτες -αν και οικονοµικά πιεσµένοι- στρέφονται στα σουπερµάρκετ για µεγαλύτερες συσκευασίες, καλύτερη σταθµισµένη τιµή και πιο ολοκληρωµένη εµπειρία αγορών. Τα ανακαινισµένα πρώην µικρά σουπερµάρκετ έως 400 τ.µ. λειτουργούν ως ενδιάµεσο βήµα µεταξύ της παραδοσιακής µικρής λιανικής και των µεγάλων αλυσίδων, διατηρώντας την ευκολία πρόσβασης, αλλά προσφέροντας τη σιγουριά και τη διαφάνεια του οργανωµένου λιανεµπορίου.
Όπως προκύπτει από την ανάλυση της NielsenIQ, αυτή η µετατόπιση δεν είναι συγκυριακή, αλλά βαθιά δοµική. Η αγορά αναδιαµορφώνεται µε τρόπο που ενισχύει σταθερά τη θέση των σουπερµάρκετ, ενώ τα µικρά σηµεία λιανικής συρρικνώνονται τόσο σε αριθµό όσο και σε εµπορική σηµασία. Αυτήν τη στιγµή υπολογίζεται ότι το 60% του τζίρου στην Ελλάδα κατευθύνεται στα σουπερµάρκετ, τα οποία έχουν τζίρο 15,1 δισ. ευρώ, ενώ το υπόλοιπο 40% -περί τα 9,9 δισ. ευρώπροέρχεται από περίπτερα και µικρά σηµεία λιανικής, τα οποία ανήκουν στο λεγόµενο παραδοσιακό λιανεµπόριο. Η δυναµική αυτή αναµένεται να συνεχιστεί, καθώς οι µεγάλες αλυσίδες έχουν ακόµη περιθώρια να ενσωµατώσουν στο δίκτυό τους µικρότερα καταστήµατα, ενισχύοντας ακόµη περισσότερο την παρουσία τους σε όλη τη χώρα.
Τα σουπερµάρκετ όµως κερδίζουν και από την πτώση της εκτός σπιτιού κατανάλωσης και τη µεταφορά της στο σπίτι, κάτι που παρατηρήθηκε έντονα τη φετινή χρονιά, όπου πολλοί καταναλωτές, αγόραζαν από τα σουπερµάρκετ, προκειµένου να µειώσουν το κόστος των καλοκαιρινών τους διακοπών και ετοίµαζαν γεύµατα στο σπίτι. Χαρακτηριστικό αυτής της τάσης είναι το γεγονός ότι τα Cash & Carry -καταστήµατα χονδρικής που τροφοδοτούν την εκτός σπιτιού κατανάλωση σε σηµεία εστίασης και ξενοδοχεία- καταγράφουν σηµαντική πτώση, καθώς η κατανάλωση µεταφέρεται ολοένα και περισσότερο στο σπίτι. Η υποχώρηση των Cash & Carry είναι ενδεικτική, καθώς το 2024 κατέγραψαν πτώση 2,3%, ενώ και φέτος κινούνται αρνητικά, µε µείωση περίπου 1%. Πρόκειται για µια σαφή ένδειξη ότι ένα τµήµα της κατανάλωσης που άλλοτε κατευθυνόταν σε εστιατόρια, καφέ και ξενοδοχεία, επανέρχεται στο οικιακό περιβάλλον.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Διαβάστε: Πωλήσεις μπίρας σε σούπερ μάρκετ: Αύξηση παρά τη στασιμότητα της αγοράς - Αιτία, η κατανάλωση γευµάτων εντός σπιτιού
Σύµφωνα µε τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, τα σουπερµάρκετ ενισχύουν συστηµατικά την κυριαρχία τους, αποσπώντας πωλήσεις από τα πολύ µικρά σηµεία λιανικής, τα οποία βρίσκονται σε σταθερά καθοδική τροχιά την τελευταία δεκαπενταετία. Οι κυριότεροι λόγοι είναι, διότι εξαγοράζουν µικρότερες αλυσίδες, εισβάλλουν σε κοµβικά σηµεία στις γειτονιές των πόλεων, ανακαινίζονται και προσφέρουν αναβαθµισµένες υπηρεσίες, αποσπώντας ένα µεγάλο µέρος της δουλειάς από τα µικρά σηµεία.
Πώς τα σουπερμάρκετ «κερδίζουν έδαφος» έναντι της μικρής λιανικής
Σύµφωνα µε τον κύριο ∆ηµοράγκα, ακόµα πιο έντονη είναι η εικόνα στα πολύ µικρά καταστήµατα κάτω των 100 τ.µ. Οι κατηγορίες προϊόντων που παραδοσιακά διακινούνταν µέσα από αυτά τα σηµεία εµφανίζουν πτώση 3%, τη στιγµή που οι ίδιες κατηγορίες «τρέχουν» µε άνοδο 7% στα σουπερµάρκετ. Οι µεγαλύτερες απώλειες εντοπίζονται στα περίπτερα και στα παραδοσιακά παντοπωλεία, δηλαδή στο κοµµάτι της αγοράς που πιέζεται περισσότερο από τον εκσυγχρονισµό και την επέκταση των µεγάλων αλυσίδων στις γειτονιές. Το φαινόµενο αυτό δεν είναι τυχαίο ούτε πρόσκαιρο.Όπως υπογράµµισε ο κ. ∆ηµοράγκας, «οι τελευταίες εξαγορές µικρότερων αλυσίδων από µεγαλύτερες, οι οποίες ανακαινίζουν τα καταστήµατα που εξαγοράζουν, έχει ως αποτέλεσµα να “κλέβουν” κοινό από τα µικρά σηµεία λιανικής». Πρόκειται κυρίως για µικρά σουπερµάρκετ έως 400 τ.µ., τα οποία οι µεγάλες αλυσίδες ενσωµατώνουν στο δίκτυό τους, τα αναβαθµίζουν και τα µετατρέπουν σε σύγχρονα σηµεία αγορών, ικανά να ανταγωνιστούν ευθέως το περίπτερο και το µικρό παντοπωλείο στη γειτονιά.
Με τον τρόπο αυτό, οι µεγάλες αλυσίδες δεν επεκτείνονται µόνο ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά, προσφέροντας αναβαθµισµένη εµπειρία σε χώρους που άλλοτε λειτουργούσαν ως απλά παντοπωλεία. Τα στοιχεία που παρουσίασε ο επικεφαλής της NielsenIQ για την εξέλιξη του αριθµού των σηµείων λιανικής αποτυπώνουν ξεκάθαρα αυτή τη µετάβαση. Τα περίπτερα, από 4.758 το 2011, συρρικνώθηκαν σε 4.200 το 2024.
Αντίστοιχα, το σύνολο των µικρών καταστηµάτων ευκολίας από 29.551 σηµεία το 2011 µειώθηκε σε 21.536 το 2024, µια πτώση του αριθµού τους κατά 27,13%. Παρά το γεγονός ότι τα καταστήµατα σουπερµάρκετ µειώθηκαν επίσης λόγω της συγκέντρωσης του κλάδου στα χέρια των µεγαλύτερων σουπερµάρκετ, φτάνοντας το 2024 τα 5.151 σηµεία, αριθµός που πλέον υπερβαίνει κατά πολύ τα περίπτερα, συνεχίζουν να αποσπούν σηµαντικό µέρος των πωλήσεων και της δυναµικής που κάποτε είχαν περίπτερα και παντοπωλεία. Να σηµειωθεί επίσης ότι πολλά από τα µικρά καταστήµατα σε γειτονιές που υπάγονται στην οµπρέλα µεγάλων αλυσίδων σουπερµάρκετ, λειτουργούν µε διευρυµένο ωράριο και τα Σαββατοκύριακα, ενώ διαθέτουν και προϊόντα -όπως τα καπνικά- τα οποία είναι προϊόντα που παλαιότερα συναντούσε κανείς αποκλειστικά σε περίπτερα ή παντοπωλεία.
Το 60% του τζίρου στα σουπερμάρκετ – Πώς αναδιαμορφώνεται η αγορά
Σε ό,τι αφορά την εικόνα της κατανάλωσης στη χώρα µας, οι πολίτες -αν και οικονοµικά πιεσµένοι- στρέφονται στα σουπερµάρκετ για µεγαλύτερες συσκευασίες, καλύτερη σταθµισµένη τιµή και πιο ολοκληρωµένη εµπειρία αγορών. Τα ανακαινισµένα πρώην µικρά σουπερµάρκετ έως 400 τ.µ. λειτουργούν ως ενδιάµεσο βήµα µεταξύ της παραδοσιακής µικρής λιανικής και των µεγάλων αλυσίδων, διατηρώντας την ευκολία πρόσβασης, αλλά προσφέροντας τη σιγουριά και τη διαφάνεια του οργανωµένου λιανεµπορίου. Όπως προκύπτει από την ανάλυση της NielsenIQ, αυτή η µετατόπιση δεν είναι συγκυριακή, αλλά βαθιά δοµική. Η αγορά αναδιαµορφώνεται µε τρόπο που ενισχύει σταθερά τη θέση των σουπερµάρκετ, ενώ τα µικρά σηµεία λιανικής συρρικνώνονται τόσο σε αριθµό όσο και σε εµπορική σηµασία. Αυτήν τη στιγµή υπολογίζεται ότι το 60% του τζίρου στην Ελλάδα κατευθύνεται στα σουπερµάρκετ, τα οποία έχουν τζίρο 15,1 δισ. ευρώ, ενώ το υπόλοιπο 40% -περί τα 9,9 δισ. ευρώπροέρχεται από περίπτερα και µικρά σηµεία λιανικής, τα οποία ανήκουν στο λεγόµενο παραδοσιακό λιανεµπόριο. Η δυναµική αυτή αναµένεται να συνεχιστεί, καθώς οι µεγάλες αλυσίδες έχουν ακόµη περιθώρια να ενσωµατώσουν στο δίκτυό τους µικρότερα καταστήµατα, ενισχύοντας ακόµη περισσότερο την παρουσία τους σε όλη τη χώρα.
Η μεταφορά της κατανάλωσης από την εστίαση στο σπίτι
Τα σουπερµάρκετ όµως κερδίζουν και από την πτώση της εκτός σπιτιού κατανάλωσης και τη µεταφορά της στο σπίτι, κάτι που παρατηρήθηκε έντονα τη φετινή χρονιά, όπου πολλοί καταναλωτές, αγόραζαν από τα σουπερµάρκετ, προκειµένου να µειώσουν το κόστος των καλοκαιρινών τους διακοπών και ετοίµαζαν γεύµατα στο σπίτι. Χαρακτηριστικό αυτής της τάσης είναι το γεγονός ότι τα Cash & Carry -καταστήµατα χονδρικής που τροφοδοτούν την εκτός σπιτιού κατανάλωση σε σηµεία εστίασης και ξενοδοχεία- καταγράφουν σηµαντική πτώση, καθώς η κατανάλωση µεταφέρεται ολοένα και περισσότερο στο σπίτι. Η υποχώρηση των Cash & Carry είναι ενδεικτική, καθώς το 2024 κατέγραψαν πτώση 2,3%, ενώ και φέτος κινούνται αρνητικά, µε µείωση περίπου 1%. Πρόκειται για µια σαφή ένδειξη ότι ένα τµήµα της κατανάλωσης που άλλοτε κατευθυνόταν σε εστιατόρια, καφέ και ξενοδοχεία, επανέρχεται στο οικιακό περιβάλλον.Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
En