Του Σταύρου Χαρίτου

Με σχεδόν ακέφαλες διοικήσεις υποδέχθηκαν χθες οι ελληνικές τράπεζες τα αποτελέσματα των ευρωπαϊκών stress tests. Η παραίτηση του κ. Σάλλα από την Πειραιώς, του κ. Αντωνόπουλου από την Αττικής, η επικείμενη αποχώρηση της κ. Λούκας Κατσέλη από την Εθνική, οι φήμες για παραίτηση του CEO της ίδιας τράπεζας, Λουκά Φραγκιαδάκη, και η αποχώρηση από τα Δ.Σ. τραπεζών γνωστών προσωπικοτήτων από το ελληνικό επιχειρείν, όπως των κ. Β. Φουρλή (του ομώνυμου ομίλου, που ελέγχει τα ΙΚΕΑ και τα Intersports) και Ε. Βασιλάκη (Aegean Airlines, Hertz), συνιστούν πλήρη αποκοπή των τραπεζών από την εγχώρια πραγματικότητα.

Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, ήδη συλλέγονται βιογραφικά ατόμων που ναι μεν μπορεί να πληρούν τα τυπικά προσόντα, αλλά εξαιτίας των αμοιβών που προβλέπονται θεσμικά -κατ’ ανώτατο όριο 50 χιλιάδες ευρώ μεικτά- δεν έχουν γνώση της εικόνας της αγοράς: Δεκάδες λουκέτα, απειλές πτωχεύσεων, «κόκκινα» δάνεια, παντελής έλλειψη ρευστότητας.

Δηλαδή, το ότι οι ξένοι managers θα έρθουν στην Ελλάδα για να εργαστούν, και μάλιστα με τις «αστείες» αυτές αμοιβές, όταν για μία πράξη στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου μπορούν να έχουν ως προμήθεια το προαναφερόμενο ποσό ή και κάτι παραπάνω, θέτει ζήτημα ποιότητας των στελεχών.

Ο ΦΟΒΟΣ

Σύμφωνα με την αγορά, μετά το «πείραμα» του «κουρέματος» καταθέσεων των κυπριακών τραπεζών, επιχειρείται ένα ακόμα, αυτό της τοποθέτησης διοικήσεων που ουδεμία σχέση μπορεί να έχουν με την ελληνική αγορά και οικονομία. Αυτός είναι ο μεγάλος φόβος τόσο των επιχειρηματιών όσο και των άλλων επικεφαλής τραπεζών στις οποίες το ΤΧΣ δεν έχει μεγάλη συμμετοχή, όπως συμβαίνει με την περίπτωση της Eurobank και της Alpha (από 15% και κάτω).

Μέχρι το τέλος του Σεπτεμβρίου θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί οι αλλαγές στις διοικήσεις των τραπεζών. Και έναν μήνα νωρίτερα θα πρέπει να έχει επιλεγεί νέα διοίκηση στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, με τον Ελληνα πρόεδρό του να μην έχει μεγάλη εκτελεστική ευθύνη. Δηλαδή, μέσα στο φθινόπωρο οι ξένοι managers που θα αναλάβουν τις τύχες των τραπεζικών ιδρυμάτων θα πρέπει να έχουν φέρει εις πέρας την αποστολή τους: Να καθαρίσουν τους ισολογισμούς των τραπεζών των οποίων θα προΐστανται.

Ηδη, η διοίκηση της Alpha, για παράδειγμα, τρέχει να προλάβει τις εξελίξεις, κινώντας εγκαίρως τις διαδικασίες για την πώληση του Hilton. Λίγο νωρίτερα, κάτι αντίστοιχο έπραξε η Eurobank, πουλώντας ουσιαστικά την ασφαλιστική της, Eurolife, στη Fairfax, που ούτως ή άλλως είναι μεγαλομέτοχος στην τράπεζα. Στο ίδιο μοτίβο κινήθηκε και η Τράπεζα Πειραιώς επί Μιχάλη Σάλλα, με τελευταία πράξη τη ρευστοποίηση μετοχών στα Ελληνικά Πετρέλαια, που είχε «κληρονομήσει» από την Αγροτική Τράπεζα. Πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχει κίνδυνος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις κορυφαίων Ελλήνων επιχειρηματιών, μαζί με τα ξερά να καούν και τα χλωρά.

Σίγουρα, στις νέες διοικήσεις δεν θα είναι καταξιωμένοι τραπεζίτες, αλλά ή δεύτερα στελέχη ή… συνταξιούχοι, θυμίζοντας την περίπτωση Ακερμαν, πρώην CEO της Deutsche Bank, που τοποθετήθηκε, μετά το «κούρεμα» καταθέσεων στη Μεγαλόνησο, πρόεδρος στην Τράπεζα Κύπρου!

ΕΦΙΑΛΤΗΣ

Οπως και να έχει, όμως, το ενδεχόμενο μαζί με τα «κόκκινα» δάνεια, για να καταστούν πιο ελκυστικά, να πουληθούν πακέτο και τα εξυπηρετούμενα, και μάλιστα σε τιμές πολύ κατώτερες της αξίας τους και χωρίς καμία ποινική ευθύνη (σ.σ.: Το προβλέπει ο νόμος άλλωστε…), είναι εφιαλτικό. Κατ’ αρχάς, για το σοκ που θα υποστούν οι ισολογισμοί και, κατά δεύτερον, για τους ίδιους τους δανειολήπτες, οι οποίοι δυσκολεύονταν να πληρώσουν την τράπεζα με το ελληνικό management, οπότε ποιος εγγυάται ότι θα είναι συνεπείς απέναντι στα funds… Ελληνας τραπεζίτης που ασχολείται κυρίως με τη χρηματοδότηση της ναυτιλίας αποκάλυψε στο «ΜΡ» ότι «υπάρχουν συζητήσεις με τα funds για την πώληση των “κόκκινων” δανείων ακόμα και στα δύο σεντς της αξίας τους». Για να δώσει ακόμα μία αφοπλιστική απάντηση: «Πίστευε κανείς ότι η αύξηση κεφαλαίου της Εθνικής Τράπεζας θα γινόταν στο ένα σεντ;»

Θα υπάρξει και συνέχεια…

Τραπεζικές πηγές τονίζουν με νόημα ότι με τις ελληνικές τράπεζες θα υπάρξει συνέχεια. Αν κάνουν μεγάλες διαγραφές στους ισολογισμούς τους από τα δανειακά χαρτοφυλάκια, θεωρείται κάτι περισσότερο από βέβαιο ότι μετά το πρώτο τρίμηνο του 2017 θα χρειαστούν νέα κεφάλαια. Τα οποία θα κληθούν να ζητήσουν από τις αγορές. Σε κάθε περίπτωση, αυτό θα είναι σε συνάρτηση με την πορεία της οικονομίας. Αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για οριακή ύφεση στο τέλος της χρονιάς (π.χ. έκθεση της Citigroup την περασμένη Πέμπτη), πράγμα που σημαίνει ότι η χώρα για δεύτερη χρονιά με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα γράφει αρνητικό πρόσημο, απομακρύνεται περισσότερο το σενάριο εξόδου της Ελλάδας στις αγορές. Αν, δε, επαληθευτούν τα «μαύρα» σενάρια για κοινωνικές αναταραχές από το φθινόπωρο, δεν είναι λίγοι εκείνοι στην αγορά και στις τράπεζες που δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο πολιτικής αστάθειας. Εξέλιξη η οποία επίσης θα φέρει καθυστέρηση στην ανάκαμψη της οικονομίας, αλλά και εμπόδια στο τραπεζικό σύστημα να βρει τον δρόμο του. Στο δε Χρηματιστήριο η απομάκρυνση των τραπεζικών μετοχών από τις τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου του περασμένου Νοεμβρίου αποτελεί τη μόνη επιβεβαίωση ότι τα δύσκολα είναι ακόμα μπροστά…