Σημαντική αύξηση κερδών παρουσίασαν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2017 τα Ελληνικά Πετρέλαια, με τα Καθαρά Κέρδη στα 126 εκατ. ευρώ αυξημένα κατά 80%, σε σχέση με το Α’ Τρίμηνο 2016. Τα Συγκρίσιμα Κέρδη EBITDA του Α’ Τριμήνου ανήλθαν σε 229 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 35%. Η βελτιωμένη λειτουργία των διυλιστηρίων του Ομίλου οδήγησε σε αύξηση παραγωγής και πωλήσεων κατά 11% και 16% αντίστοιχα, με τις συνολικές πωλήσεις να ξεπερνούν τα 4 εκατ. τόνους.

Αύξηση σημειώθηκε σε όλες τις επί μέρους αγορές, με τις εξαγωγές να αυξάνονται κατά 18%, στα 2,2 εκατ. τόνους και τις πωλήσεις εσωτερικής αγοράς κατά 13% στα 1,3 εκατ. τόνους, λόγω αύξησης μεριδίων αγοράς και ζήτησης για πετρέλαιο θέρμανσης. Η λειτουργία των διυλιστηρίων με αριστοποιημένη ποιότητα αργών, ενίσχυσε ουσιαστικά τα οικονομικά αποτελέσματα. Τα παραπάνω οδήγησαν σε αυξημένη υπερ-απόδοση έναντι των ενδεικτικών περιθωρίων, σε σχέση με τα προηγούμενα τρίμηνα. Ταυτόχρονα, τα διεθνή περιθώρια διύλισης παρέμειναν σε υψηλά επίπεδα και οι λειτουργικές επιδόσεις βελτιώθηκαν σε όλες τις δραστηριότητες του Ομίλου.

Τα Πετροχημικά σημείωσαν την υψηλότερη τριμηνιαία λειτουργική κερδοφορία, παρά τη μικρή υποχώρηση των διεθνών περιθωρίων, ενώ και η Εμπορία κατέγραψε αύξηση όγκων πωλήσεων και συνεισφοράς στον Όμιλο.

Σύμφωνα με τον Πρόεδρος της εταιρείας κ. Ευστάθιο Τσοτσορό, «η ανοδική πορεία του Ομίλου ΕΛΠΕ συνεχίστηκε και το Α΄ τρίμηνο του 2017, με αυξημένες μάλιστα επιδόσεις. Η αριστοποίηση της εκμετάλλευσης των παραγωγικών δυνατοτήτων του συστήματος και η διαρκής ενίσχυση μας στην εσωτερική και διεθνή αγορά, σε συνδυασμό με τα υψηλά περιθώρια, οδήγησαν σε αυξημένες πωλήσεις κατά 67% και εξαγωγές κατά 18%, με τα δημοσιευμένα καθαρά κέρδη στα 124 εκατ. ευρώ αυξημένα κατά 287,5%, σε σύγκριση με πέρυσι.

Οι ιδιαίτερα θετικές επιδόσεις και αποτελέσματα είχαν ως συνέπεια την αύξηση των λειτουργικών ταμειακών ροών κατά 48% και την παραπέρα μείωση του καθαρού δανεισμού κατά 29%, με προφανή τη βελτίωση του ισολογισμού, επιβεβαιώνοντας τις προβλέψεις της αγοράς που προεξόφλησε τη θετική πορεία των ΕΛΠΕ και συνεχίζει να στηρίζει τη μετοχή, η οποία την 16-5-2017 έφθασε στα 6,36 ευρώ αυξημένη κατά 119,31% έναντι της τιμής 2,90 ευρώ της 11-2-2016, όταν σημειώθηκε χαμηλό έτους 2016 για το ΧΑΑ.

Ανάλογη είναι και η αύξηση της κεφαλαιοποίησης που έφθασε την 16-5-2017 στα 1.943 εκατ. ευρώ, προσθέτοντας 1.058 εκατ. ευρώ στην αξία της εταιρείας σε σχέση με την κεφαλαιοποίηση της 11-2-2016, σημειώνοντας μετά από τέσσερα χρόνια καλύτερες επιδόσεις από τον ανταγωνισμό.

Παράλληλα, ολοκληρώσαμε την κατάρτιση του νέου “Πενταετούς Επιχειρησιακού Προγράμματος Βιώσιμης Ανάπτυξης 2017-2021”, το οποίο στοχεύει στην ενίσχυση του εξωστρεφούς προσανατολισμού, της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και της περαιτέρω βελτίωσης της χρηματοοικονομικής δομής του Ομίλου ΕΛΠΕ, με την υιοθέτηση θεμελιωδών Στρατηγικών για την επιτάχυνση του Ψηφιακού και Ενεργειακού Μετασχηματισμού του Ομίλου.

Στο πλαίσιο του Πενταετούς Προγράμματος αφ’ ενός μεν ενισχύεται ο ισολογισμός, με την παραπέρα μείωση του δανεισμού κατά € 500 εκατ. και του ετήσιου χρηματοοικονομικού κόστους κατά 50% περίπου, καθώς επίσης και με τη μείωση των υποχρεώσεων και παλαιών οφειλών κατά € 550 εκατ., αφ’ ετέρου δε, δρομολογείται η βιώσιμη ανάπτυξη με επενδύσεις 1 δισ. ευρώ, περίπου. Παράλληλα, οι θετικές επιδόσεις του Ομίλου, αντικατοπτρίζονται στην ενίσχυση της μερισματικής μας πολιτικής σε όλη τη διάρκεια της 5ετίας 2017-2021.»

Ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ κ. Γρηγόρης Στεργιούλης σημείωσε: «Τα ΕΛΠΕ συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, με σταθερά βήματα. Εκμεταλλευόμαστε πλήρως τα υψηλά διεθνή περιθώρια διύλισης, τις εμπορικές συμφωνίες που έχουμε συνάψει, την αριστοποίηση του εφοδιασμού, την αυξημένη συνεισφορά των διυλιστηρίων μας σε λειτουργικές επιδόσεις, ενώ παράλληλα ενισχύουμε διαρκώς την εμπορική μας θέση.

Ανταποκρινόμαστε, με τη σειρά μας, στην εμπιστοσύνη με την οποία μας περιβάλλει η αγορά.

Η απρόσκοπτη και ασφαλής λειτουργία όλων των εγκαταστάσεών μας και η βέλτιστη αξιοποίηση του καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού που διαθέτει ο Όμιλος, αποτελούν τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα».