Σε σαφώς χειρότερη κατάσταση από ό,τι δείχνουν τα επίσημα στοιχεία για την ανεργία βρίσκεται η αγορά εργασίας στην Ελλάδα, όπως προκύπτει από αναλύσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Σύμφωνα με τον κ. Ντράγκι η πραγματική υποαξιοποίηση του εργατικού δυναμικού της χώρας μας έφθασε στο 31,3% στο δ’ τρίμηνο του 2016 (τα στοιχεία της ΕΚΤ είναι μέχρι τη συγκεκριμένη περίοδο), δηλαδή είναι κατά σχεδόν οκτώ μονάδες δυσμενέστερα σε σύγκριση με το επίσημο ποσοστό ανεργίας, το οποίο στο συγκεκριμένο διάστημα είχε αγγίξει το 23,4%.

Πρόκειται για μακράν το υψηλότερο επίπεδο υποαξιοποίησης στην ευρωζώνη, και βρίσκεται κοντά στο ζενίθ του 33,9% που καταγράφηκε στο απόγειο της ευρωκρίσης.

Σύμφωνα με τον Ελεύθερο Τύπο, η μέτρηση της ΕΚΤ βασίζεται σε έναν διευρυμένο ορισμό του εργατικού δυναμικού, καθώς έχει στόχο να εξετάσει την ευρύτερη υποχρησιμοποίηση εργαζόμενων και εν δυνάμει εργαζόμενων από την αγορά λόγω της κρίσης – το αποκαλούμενο «slack».

Συγκεκριμένα, η ΕΚΤ συμπεριέλαβε στη δική της μέτρηση όχι μόνο τους τυπικούς ανέργους αλλά και τρεις επιπλέον κατηγορίες:

Όσους έχουν μερική απασχόληση αλλά θα ήθελαν να έχουν πλήρες ωράριο, όσους θέλουν να εργαστούν αλλά έχουν απογοητευτεί και δεν αναζητούν ενεργά εργασία, και τους «σιωπηλούς» άνεργους που ψάχνουν μεν δουλειά αλλά δεν καταγράφονται διότι δεν είναι σε ετοιμότητα να αναλάβουν καθήκοντα εντός δύο εβδομάδων, όπως συνήθως απαιτείται στατιστικά.

Σύμφωνα με την ΕΚΤ, το πρόβλημα της υπο-αξιοποίησης εμφανίζεται σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Ενώ στα τέλη του περασμένου έτους η Eurostat υπολόγιζε την ανεργία κοντά στο 9,5%, τα στοιχεία της ΕΚΤ δείχνουν πως η πραγματική «τρύπα» ανήλθε έως και στο 18,5%. Όταν είχε πρωτοδημοσιευτεί η ανάλυση της Ευρωτράπεζας, πριν δύο μήνες, δεν έδινε στοιχεία για την Ελλάδα.

Υπάρχουν βεβαίως μεγάλες αποκλίσεις ανάμεσα στα 19 κράτη-μέλη, με τη Γερμανία και τη Μάλτα να έχουν τις καλύτερες επιδόσεις στην αξιοποίηση του πληθυσμού τους.