Παρά τη φαινομενικά καλή τωρινή κατάσταση του ΑΕΠ, ορισμένα «σινιάλα» αύξησης του πληθωρισμού έχουν αρχίσει να κάνουν την εμφάνιση τους, προκαλώντας νευρικότητα στις αγορές. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται οι πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν ο οποίος υποστηρίζει ένθερμα ένα πιο αδύναμο δολάριο, οι προβλέψεις της Fed για επερχόμενες πιέσεις στις τιμές, αλλά και η πρόσφατη έκθεση για τα ωρομίσθια που έδειξε αύξηση σε ετήσια βάση.

Ο αμερικανικός προϋπολογισμός περιλαμβάνει αύξηση δαπανών κατά 300 δις. δολάρια τα επόμενα χρόνια, τροφοδοτώντας ανησυχίες πως τα οδυνηρά ομοσπονδιακά έξοδα θα προκαλέσουν μια αλυσιδωτή αντίδραση, η οποία θα οδηγήσει τελικά σε ύφεση και θα σημάνει το τέλος της bull market (ανοδικής αγορά) στα χρηματιστήρια.

Το δημόσιο χρέος αναμένεται να διογκωθεί κατά 420 δις. δολάρια μέσα στα επόμενα 10 χρόνια λόγω πληρωμών τόκων, με ένα επιπλέον συνολικό έλλειμμα που θα ξεπεράσει τα 2 τρις. δολάρια ετήσιων ελλειμμάτων μέχρι το 2027, εφόσον οι γενναιόδωρες περικοπές φόρων του 2017 καταστούν μόνιμες.

Παρότι οι αυξημένες δημοσιονομικές δαπάνες φέρνουν ανάπτυξη, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα και σε όρους ΑΕΠ, ταυτόχρονα σημαίνουν αύξηση του πληθωρισμού – κάτι που οι αγορές φοβούνται όσο τίποτε άλλο. Ήδη το Υπουργείο Οικονομικών προβλέπει σχεδόν 1 τρις. δολάρια σε δανεισμό φέτος, ποσό που αναμένεται να αυξηθεί διαδοχικά τα επόμενα χρόνια.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ένα συνεχιζόμενα διογκούμενο δημόσιο έλλειμμα δεν πρόκειται να γίνει ανεκτό για πολύ από την εξαιρετικά νευρική αγορά τίτλων σταθερού εισοδήματος, όπως τα ομόλογα. Ήδη επικρατεί έντονη φημολογία στην αγορά για συντονισμένη επίθεση από τους λεγόμενους «τιμωρούς των ομολόγων» ή αλλιώς “bond vigilantes”, οι οποίοι θα «σκηνοθετήσουν» ένα αγοραστικό χτύπημα που θα ωθούσε υψηλότερα τις αποδόσεις.

Δεδομένου ότι η Fed δεν αγοράζει πλέον αμερικανικά ομόλογα, το να χάσουν οι ΗΠΑ ένα μεγάλο μερίδιο από ιδιώτες αγοραστές θα αποτελούσε ακόμη μεγαλύτερη απειλή για τις αποδόσεις, οι οποίες κινούνται αντίστροφα των τιμών. Οι υψηλότερες αποδόσεις, φυσικά, σημαίνουν επίσης υψηλότερο κόστος για όλο αυτό το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος.

Για την αγορά αυτό θα σήμαινε την απώλεια ενός βασικού συστατικού της bull market που διανύουμε.

Τι ακριβώς είναι όμως αυτοί οι «τιμωροί» και γιατί πρέπει να τους φοβάται η αγορά; Τον ίδιο τον όρο τον εισήγαγε τη δεκαετία του 80’ ο Εντ Ιάρντενι, ιστορικός και βετεράνος πλέον της Wall Street, προκειμένου να αναφερθεί σε επενδυτές οι οποίοι πωλούσαν μαζικά τους τίτλους τους σε μια συντονισμένη προσπάθεια να επιβάλλουν δημοσιονομική «πειθαρχία». Όσο λιγότεροι οι αγοραστές, τόσο χαμηλότερες οι τιμές –και υψηλότερες οι αποδόσεις- στην αγορά ομολόγων. Αυτό με τη σειρά του καθιστά ακριβότερο το δανεισμό (και κατ’ επέκταση τις δαπάνες) για μια κυβέρνηση.

«Μέχρι τώρα τους κρατούσαν δέσμιους οι κεντρικές τράπεζες. Πλέον όμως είναι ελεύθεροι να καλπάσουν, και στέλνουν ήδη το μήνυμα πως απαιτούν υψηλότερες αποδόσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Εντ.

Η τελευταία φορά που «κάλπασαν» οι vigilantes ήταν κατά την προεδρία Κλίντον, όταν με ένα μαζικό sell-off ομολόγων εξανάγκασαν τον Αμερικανό Πρόεδρο να «μετριάσει» την πολιτική του ατζέντα και τις δαπάνες. Παρότι ο Κλίντον είχε λάβει έγκαιρα το μήνυμα τότε, ο Εντ θεωρεί πως δεν ισχύει το ίδιο και στην περίπτωση του Τραμπ, ο οποίος έχει ήδη υπογράψει για το σχέδιο αύξησης δαπανών.