Την ώρα που το υπουργείο Οικονοµικών «ψήνει» τις νέες αντικειµενικές αξίες, που θα φέρουν επιβαρύνσεις από το… παράθυρο για χιλιάδες νοικοκυριά, πάνω από 28.000 ακίνητα της ιδιωτικής περιουσίας του ∆ηµοσίου παραµένουν καταπατηµένα, αναδεικνύοντας το µεγαλείο του… µπάχαλου που επικρατεί στην προστασία και αξιοποίηση της κρατικής περιουσίας.

Θα µπορούσε να υποστηρίξει κανείς καλόπιστα ότι οι αµαρτίες του παρελθόντος, µε τα «θολά» συµβόλαια ιδιοκτησίας και την έλλειψη Κτηµατολογίου και ∆ασολογίου, έχουν προκαλέσει αυτήν την ανεπίτρεπτη για ευρωπαϊκό κράτος εικόνα.

Ωστόσο, όταν κάποιος υπογράφει µε… χέρια και µε πόδια αυξήσεις φόρων, περικοπές συντάξεων και διατυµπανίζει την πρόθεσή του να προσελκύσει επενδυτές, προκειµένου να αξιοποιήσει και την ακίνητη περιουσία του ∆ηµοσίου προς όφελος των ίδιων των φορολογουµένων, είναι αδιανόητο να µην ξεκαθαρίζει τι είναι καταπατηµένο, τι είναι ελεύθερο και τι µπορεί να αξιοποιηθεί.

Αυτήν τη στιγµή, ειδική οµάδα εργασίας -µια ακόµα- έχει αναλάβει να «µετρήσει» την κατάσταση και να προτείνει διατάξεις που θα µπορούσαν να ξεκαθαρίσουν µια για πάντα το τοπίο.

Ωστόσο, το εγχείρηµα είναι υψηλού κινδύνου, καθώς, όπως σηµειώνουν αρµόδιες πηγές, θα πρέπει από τη µία να επιλυθούν σοβαρά κοινωνικά προβλήµατα και από την άλλη να µην επιβραβευθούν οι πιο πρόσφατες καταπατήσεις. Τα στοιχεία και πολύ περισσότερο τα ενηµερωτικά, εσωτερικά έγγραφα από τις αρµόδιες περιφερειακές διευθύνσεις δεν επιτρέπουν, πάντως, ιδιαίτερη αισιοδοξία.

Σύµφωνα µε την κεντρική υπηρεσία του υπουργείου Οικονοµικών, στην Αττική η πλειονότητα των δηµόσιων ακινήτων είναι µερικώς ή εξολοκλήρου καταπατηµένη σε ποσοστό 80%! Οι γνώστες του θέµατος ασφαλώς δεν πέφτουν από τα σύννεφα, καθώς υπάρχουν ολόκληροι οικισµοί εντός Λεκανοπεδίου που έχουν στηθεί σε κατεχόµενες ή αµφισβητούµενες εκτάσεις, π.χ. στην Ηλιούπολη, στο Αττικό Άλσος κ.λπ.

ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Η κατάσταση ξεφεύγει όσο στρέφει το µάτι του κανείς σε περιοχές όπου το εδαφικό πέρασε από… σαράντα κύµατα, ειδικά σε ζώνες που ενσωµατώθηκαν στην Ελλάδα µόλις τον προηγούµενο αιώνα. Ενδεικτική είναι η περίπτωση των δηµόσιων κτηµάτων στη Θεσσαλία ή και στη Στερεά Ελλάδα, που είναι καταπατηµένα σε ποσοστό 70%.

Όπως ενηµερώνουν οι αρµόδιες υπηρεσίες, για ένα 10% δεν υπάρχουν καν στοιχεία, ενώ βασικοί καταπατητές είναι οι δήµοι, που χρησιµοποιούν αυτά τα ακίνητα ως κοινόχρηστους χώρους. «∆ηµιουργείται µέγα κοινωνικό πρόβληµα όταν το κράτος συνήθως µε καθυστέρηση χρόνων ενηµερώνει τους πολίτες ότι πρόκειται για δηµόσιο ακίνητο» επισηµαίνουν οι υπάλληλοι των τοπικών υπηρεσιών, συστήνοντας ως ενδεδειγµένη λύση αυτή της παραχώρησης.

Ανάλογα είναι τα προβλήµατα στις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας:

- Στην Περιφέρεια της ∆. Μακεδονίας και Ηπείρου 498 ακίνητα είναι υπό κατοχή.

- Στο Αιγαίο οι τελευταίες µετρήσεις έδειξαν ότι είναι καταπατηµένο το 47% της αστικής γης και το 64% της αγροτικής γης του ∆ηµοσίου.

- Στην Κρήτη, από την καταγραφή ξεχωρίζει η καταπάτηση 18 αιγιαλών κι ενός αρχαιολογικού (!) κτήµατος στα Χανιά, ενώ υπό κατοχή βρίσκονται αιγιαλοί και στο Ρέθυµνο.

- Στη Μακεδονία-Θράκη, ο κατάλογος των καταπατηµένων αριθµεί 1.281 ακίνητα, ενώ άλλα 433 είναι καταπατηµένα ανταλλάξιµα.

- Στον νοµό Αχαΐας, η απογοητευτική διαπίστωση είναι ότι σχεδόν το σύνολο των 1.700 ακινήτων του ∆ηµοσίου είναι καταπατηµένα. Και τι προτίθεται να πράξει το υπουργείο Οικονοµικών; Αν φτάσει ποτέ το επίµαχο νοµοσχέδιο στη Βουλή -το είχε επιχειρήσει και η προηγούµενη κυβέρνηση- θα προσπαθήσει να τετραγωνίσει τον κύκλο, ήτοι και να δώσει κίνητρα στους καταπατητές να αποκτήσουν το ακίνητο και να µην επιβραβεύσει τους καταπατητές και να ενισχύσει τα έσοδα και να µην προκαλέσει κοινωνικές αναταράξεις.

Σύµφωνα µε πληροφορίες, η εισήγηση των υπηρεσιών παραµένει η ίδια: Για τις εκτός σχεδίου περιοχές, η αντικειµενική αξία που έχει το ακίνητο κατά τον χρόνο υποβολής της σχετικής αίτησης εξαγοράς, ενώ για τις εντός σχεδίου περιοχές θα λαµβάνεται υπόψη η χαµηλότερη αντικειµενική αξία του οικείου ∆ιαµερίσµατος.

Σε κάθε περίπτωση, η εξαγορά της καταπατηµένης γης δεν νοµιµοποιεί αυθαίρετα κτίσµατα κι έτσι εντός πιθανώς 12 µηνών από την έκδοση της απόφασης εξαγοράς, ο καταπατητής θα πρέπει να υποβάλει αίτηση νοµιµοποίησης ή τακτοποίησης των κτισµάτων αυτών.