Πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος ύψους 0,6% του ΑΕΠ (1,14 δισ. ευρώ με βάση τις τρέχουσες τιμές του ΑΕΠ) θα υπάρξει εφέτος, σύμφωνα με τις προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών στο Πρόγραμμα Σταθερότητας (Stability Program 2019). Ο πρόσθετος αυτός δημοσιονομικός χώρος θα χρησιμοποιηθεί και για την υλοποίηση πακέτου θετικών μέτρων, σπεύδει να τονίσει το ΥΠΟΙΚ. Η κυβέρνηση γονατίζοντας τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις από το 2016 και όπως φαίνεται μέχρι το 2022, υπόσχεται μειώσεις φόρων και 13η σύνταξη τη στιγμή μάλιστα που δεν εκκαθαρίζει τις εκκρεμείς, συντάξεις, χρωστάει στους προμηθευτές του δημοσίου 1,3 δισ. ευρώ ενώ δεν έχει επιστρέψει φόρους ύψους 800 εκατ. ευρώ.  

Στο Πρόγραμμα επισημαίνεται ότι σχεδιάζονται παρεμβάσεις προοδευτικής μείωσης του φορολογικού βάρους, με σεβασμό των δημοσιονομικών στόχων, και ότι «ο πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος, που φθάνει το 1,1% του ΑΕΠ το 2022, θα χρησιμοποιηθεί για την εφαρμογή δημοσιονομικών μέτρων που στηρίζουν την ανάπτυξη και προστατεύουν τους  ευάλωτους. 

Όπως προκύπτει από το πρόγραμμα το οποίο και απεστάλη στις  Βρυξέλλες ο επιπλέον δημοσιονομικός χώρος θα φθάσει:  

2019: 4,1% (υπερπλεόνασμα 1,14 δισ ευρώ)  

2020: 3,9% (υπερπλεόνασμα 800 εκατ. ευρώ)  

2021: 4,1% (υπερπλεόνασμα 1,22 δισ ευρώ)  

2022: 4,6% (υπερπλεόνασμα 2,33 δισ ευρώ)  

Σημειώνεται ότι στις υποχρεώσεις της κυβέρνησης είναι να επιτυγχάνει πλεόνασμα ύψους 3,5% κατ’ έτος μέχρι το 2022.  

Πλεονάσματα  

Από την πλευρά του, το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο υποστηρίζει ότι το βασικό σενάριο του υπουργείου Οικονομικών για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας την περίοδο 2019-2022 είναι αισιόδοξο αλλά εντός των αποδεκτών ορίων.  

Επιπλέον, οι μακροοικονομικές προβλέψεις εναρμονίζονται με τις προβλέψεις της Κομισιόν και άλλων θεσμών για το 2019 και το 2020.

Συγκεκριμένα, το βασικό σενάριο προβλέπει ότι η ελληνική οικονομία θα σημειώσει ρυθμό ανάπτυξης 2,3% το 2019, 2,3% το 2020, 2,1% το 2021 και 2% το 2022.

Το ποσοστό της ανεργίας προβλέπεται να μειωθεί από το 17,8% το 2019, στο 16,5% το 2020, στο 15,3% το 2021 και στο 14,2% το 2022.  

Στην έκθεση του το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο επισημαίνει ότι κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών η ελληνική οικονομία ανέκαμψε από την βαθιά ύφεση η οποία είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του εθνικού εισοδήματος κατά 26% περίπου. Όπως τονίζει υπάρχουν ενδείξεις ότι η θετική συγκυρία θα διατηρηθεί και ότι η ελληνική οικονομία θα επεκταθεί με τους ίδιους ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.

Ωστόσο προειδοποιεί ότι οι προβλέψεις υπόκεινται σε αβεβαιότητα και σειρά κινδύνων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αποτελέσματα που αποκλίνουν σημαντικά από τις προβλέψεις.  

Στην έκθεση γίνεται ιδιαίτερη  αναφορά στην αδυναμία του κράτους να αποπληρώσεις τις οφειλές του.

Συγκεκριμένα τονίζεται ότι ο λόγος που δεν έχουν μηδενιστεί τα φέσια του δημοσίου έγκειται στην «παραδοσιακή ανεπάρκεια στη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας», επισημαίνοντας ότι οι διαρθρωτικοί λόγοι περιλάμβαναν την ογκώδη διαδικασία πληρωμών, την έλλειψη ή τη λανθασμένη κατανομή του προσωπικού σε διάφορες οντότητες και τη χρονική διάρθρωση των εκταμιεύσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ η κατάσταση επιδεινώθηκε δραματικά όταν υπήρχαν σοβαροί περιορισμοί της ρευστότητας.