Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και μεγάλωσε στην Αστόρια, από Έλληνες γονείς. Σπούδασε μουσική, έκανε κλασικό τραγούδι στο Manhattan School of Music, και στα είκοσι πέντε της χρόνια ήρθε στην Ελλάδα.

Συνεργάστηκε με τον Μάνο Χατζιδάκι για έξι χρόνια και μετά με όλους τους δημιουργούς-τραγουδοποιούς της γενιάς της και συνεχίζει να τραγουδάει.

Ο λόγος για την Ε. Πασπαλά, η οποία δεν τα βρήκε όλα ρόδινα, αλλά έμαθε να μην κολλάει στις δυσκολίες, και θεωρεί δύσκολο τον συνδυασμό καριέρα-οικογένεια.

Επιλέγει να ερμηνεύει ό,τι την εκφράζει, ανεξάρτητα από την κατηγορία μουσικής. «Φυσικά, η τζαζ με γοητεύει. Είναι ένα είδος πολύ δημιουργικό. Συμμετέχει και ο μουσικός μέσα στη δημιουργία του κομματιού και κάθε φορά αλλάζει, κρύβει κάτι καινούργιο», αναφέρει μιλώντας στο «SECRET» στο ένθετο του πολιτισμού που κυκλοφόρησε με την εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ το Σάββατο 02/11/2019, με αφορμή τις νέες της εμφανίσεις στη μουσική σκηνή «Πειραιώς 131» με το νέο πρόγραμμα «Elly Loves Jazz».

«Είναι ένα πρόγραμμα που αποτελείται από τζαζ στάνταρντ, τραγούδια πάρα πολύ γνωστά, που έχουν γίνει πλέον ένα σταθερό μέρος του ρεπερτορίου της τζαζ μουσικής. Τραγούδια όπως του Κόουλ Πόρτερ, του Τζορτζ Γκέρσουιν, τραγούδια που έγιναν πολύ γνωστά με τις φωνές της Ελα Φιτζέραλντ, της Νίνα Σιμόν, του Νατ Κινγκ Κόουλ, της Μπίλι Χαλιντέι.

Γνωστά τραγούδια, όπως το "Somewhere Over the Rainbow", "Moon River" και κάποια που ίσως δεν είναι τόσο γνωστά στο πιο πλατύ κοινό, όπως το "Ι am a fool to love you", το "Don’t explain" κ.ά.», αποκαλύπτει.

Πόσο δύσκολο είναι να ερμηνεύει τόσο καταξιωμένες φωνές; Σκέφτεται την άμεση σύγκριση;

«Δεν ερμηνεύω φωνές, ερμηνεύω τραγούδια και νομίζω ότι ο καθένας έχει τον δικό του τρόπο, τη δική του κατάθεση και δεν φοβάμαι τη σύγκριση.

Δεν πάω να συγκριθώ με την Έλα Φιτζέραλντ και τη Νίνα Σιμόν, το βρίσκω γελοίο.

Απλώς είναι αγαπημένα μου τραγούδια, που με τον τρόπο μου θέλω να καταθέσω τη δική μου άποψη σε αυτά. Άλλωστε, ακούγοντας αυτές τις φωνές αγάπησα αυτά τα τραγούδια».

Χαρακτηρίζει εξαιρετική τη συνεργασία της με την Ευανθία Ρεμπούτσικα και τη Λίνα Νικολακοπούλου.

«Περνάμε πάρα πολύ ωραία, είμαστε πολύ φίλες. Πρώτα απ’ όλα περνάμε ωραία και μετά κάνουμε και λίγη δουλειά», λέει γελώντας.

Παλιά ερμήνευε ένα δύο, άντε τέσσερα τζαζ κομμάτια, αλλά ποτέ παραπάνω. «Τώρα θα έλεγα ότι είναι μια ολοκληρωτική βουτιά στα βαθιά. Φυσικά, έχω μαζί μου τέσσερις εξαιρετικούς μουσικούς: τον Ντέιβιντ Λιντς στα σαξόφωνα και στο φλάουτο, τον Τάκη Φαραζή στο πιάνο, τον Πέτρο Βαρθακούρη στο κοντραμπάσο και τον Βασίλη Ποδαρά στα τύμπανα, που μου δίνουν το πιο ωραίο περιβάλλον για να μπω κι εγώ μέσα σε αυτήν τη μουσική», περιγράφει.

Τα τελευταία χρόνια το ελληνικό τραγούδι πονάει. Τι λείπει; Η έμπνευση στους δημιουργούς ή οι ερμηνευτές με προσωπικότητα;

«Νομίζω ότι υπάρχει μια γενική έλλειψη ταλέντου. Προσωπικότητες υπάρχουν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι γράφονται ωραία τραγούδια». Για το πώς φαντάζεται τον εαυτό της σε μια δεκαετία, απαντά: «Δέκα χρόνια πιο μικρή»!

Στο ελληνικό τραγούδι νομίζω ότι υπάρχει μια γενική έλλειψη ταλέντου. Προσωπικότητες υπάρχουν, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι γράφονται ωραία τραγούδια.