Του Γιώργου Λυκουρέντζου

Με αναγνώριση των επιτευγμάτων της ελληνικής οικονομίας αλλά και πολλές ενστάσεις για το αν το πρωτογενές πλεόνασμα και η έξοδος στις αγορές βγάζουν οριστικά τη χώρα από την δημοσιονομική κρίση δημοσιεύθηκε σήμερα η τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. «Η ύφεση επιβραδύνεται αλλά η κοινωνική κρίση συνεχίζεται» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην πρώτη σελίδα της Έκθεσης με τους καθηγητές που συνέταξαν την Έκθεση να αναγνωρίζουν ως μείζονα γεγονότα των πρώτων μηνών του 2014: α) την διαπίστωση πρωτογενούς πλεονάσματος το 2013, β) τη συμφωνία κυβέρνησης και τρόικα για επείγοντα μέτρα εφαρμογής του μνημονίου και γ) την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές. «Εκ προοιμίου όλα τα ανωτέρω δεν σηματοδοτούν το οριστικό τέλος της δύσκολης και γεμάτης εμπόδια πορείας.

Η έκθεση κάνει εκτενή αναφορά στους στόχους του Μεσοπροθέσμου που κατατέθηκε στη Βουλή για το πρωτογενές πλεόνασμα επισημαίνοντας ότι αν και έχουν μετριασθεί για την διετία 2014-2015 είναι ιδιαιτέρως αισιόδοξοι για την περίοδο 2016-2018. Σύμφωνα με τους επιστήμονες του γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή τίθεται γενικότερο ζήτημα όσον αφορά στη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων καθώς υπάρχουν μόνο λίγα παραδείγματα που ανεπτυγμένες χώρες ( π.χ η πετρελαιοπαραγωγός Νορβηγία) ήταν σε θέση να διατηρήσουν πρωτογενή πλεονάσματα για μεγάλες χρονικές περιόδους.

Η Έκθεση είναι καταπέλτης κατά του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης όσον αφορά στα φορολογικά τονίζοντας ότι η ως τώρα πτώση των εισοδημάτων και οι συνεχεία ανασχεδιασμοί στο φορολογικό σύστημα δεν μας επιτρέπουν κάποια αισιόδοξη πρόβλεψη για γρήγορη αύξηση των εσόδων και μείωση της φοροδιαφυγής.

Στο κείμενο της Έκθεσης αναφέρεται ότι η αισιοδοξία μπορεί να συμβάλει στην σταθεροποίηση της οικονομίας αλλά απαιτείται άμεση αναθεώρηση των στόχων για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα διαρκείας και άμεση εκκίνηση της διαπραγμάτευσης για τη διευθέτηση του δημοσίου χρέους.

Το Γραφείο της Βουλής κάνει επίσης λόγο για αποσπασματικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες έχουν το αντίστροφο από το προσδοκώμενο αποτέλεσμα και τονίζει ότι έχουν μείνει πολλές εκκρεμότητες. «Το Eurogroup αναμένει περαιτέρω μέτρα για το άνοιγμα των αγορών μεταφορών, της ενέργειας, των κλειστών επαγγελμάτων, την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, την αναδιάρθρωση της Δημόσιας Διοίκησης και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Ο δρόμος θα είναι ακόμα μακρύς» επισημαίνει χαρακτηριστικά η Έκθεση.

Στα θετικά, η Έκθεση αναγνωρίζει το αυξημένο ενδιαφέρον ιδιωτών για μεγάλες επενδύσεις (αναφέρεται χαρακτηριστικά το Ελληνικό) , αλλά και την επιτυχή έξοδο στις αγορές με το ερώτημα πάντως αν θα έπρεπε να έχει προηγηθεί αναδιάρθρωση χρέους και την ίδρυση επενδυτικού ταμείου για τη στήριξη καινοτόμων και εξωστρεφών μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Ως ιδιαιτέρως σημαντικό ωστόσο τονίζεται και το πεδίο των αποκρατικοποιήσεων με το Γραφείο της Βουλής να επισημαίνει ότι: «θα πρέπει να αποφευχθεί η λογική των ιδιωτικοποιήσεων μονοπωλίων, δηλαδή η μετατροπή δημοσίων σε ιδιωτικά μονοπώλια (και μάλιστα ενδεχομένως στα χέρια κερδοσκοπικών κεφαλαίων) όπως οι εταιρείες ύδατος. Η ευρωπαϊκή εμπειρία προειδοποιεί ότι τέτοιες μεταλλάξεις έχουν μάλλον αρνητικές συνέπειες , πράγμα που εξηγεί γιατί στη Γερμανία οι Δήμοι ανακτούν τον έλεγχο των εταιρειών ύδρευσης» αναφέρεται.

Τέλος, όπως είχε κάνει και σε προηγούμενη Έκθεσή του το γραφείο επαναφέρει το ζήτημα της εποπτείας τονίζοντας πως παρά την έξοδο στις αγορές η ελληνική οικονομική πολιτική θα συνεχίσει να υπόκειται στους κανόνες που ισχύουν για τα κράτη μέλη της Ε.Ε όπως αυξημένη συλλογική εποπτεία προϋπολογισμών, σύνταξη μεσοπροθέσμων, ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς κ.α.