Πιθανό είναι να σημειωθεί μικρή αύξηση του ΑΕΠ της χώρας το δεύτερο εξάμηνο του 2014, μολονότι η ανεργία θα εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλά επίπεδα, εκτιμά η επιστημονική επιτροπή του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή στην τριμηνιαία έκθεσή της που δόθηκε στη δημοσιότητα.

Στα μείζονα γεγονότα των πρώτων μηνών του 2014 η Επιστημονική Επιτροπή εντάσσει τη διαπίστωση πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2013, τη συμφωνία της κυβέρνησης με την τρόικα και την έξοδο της Ελλάδος στις αγορές με τη μορφή πενταετούς ομολόγου, τα οποία όπως σημειώνεται «δεν σηματοδοτούν το οριστικό τέλος της δύσκολης και γεμάτης εμπόδια πορείας».

Στην έκθεση επισημαίνεται ότι το πρωτογενές πλεόνασμα επιτεύχθηκε κυρίως από την πλευρά των δαπανών - παρά το γεγονός ότι οι δαπάνες για επιστροφές φόρων αυξήθηκαν στα 700 εκατ. ευρώ- ενώ εκφράζεται ανησυχία για την πορεία των φορολογικών εσόδων που υπολείπονται έναντι του στόχου το πρώτο τρίμηνο του 2014.

Οι συντάκτες της έκθεσης επισημαίνουν ότι το 2014 δίνεται συνέχεια στη δημοσιονομική προσαρμογή, εξέλιξη που, όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν, "δεν πρέπει να υποτιμηθεί" και τονίζουν ότι "τα τεράστια εκτός ελέγχου ελλείμματα του παρελθόντος και η ταχεία συσσώρευση χρεών ήταν μία από τις αιτίες που οδήγησαν τη χώρα το 2010 στα πρόθυρα της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας".

Η επιστημονική επιτροπή χαρακτηρίζει αισιόδοξους τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα και την ανάπτυξη που προβλέπονται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Προσαρμογής 2015-2018. Προτείνει, επίσης, να αναθεωρηθούν οι στόχοι για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα διαρκείας και στη λογική αυτή να ξεκινήσει το γρηγορότερο και η διαπραγμάτευση για τη διευθέτηση του χρέους.

Σε ότι αφορά την πρόσφατη «δοκιμαστική» έξοδο στις αγορές με την έκδοση πενταετούς ομολόγου, στην έκθεση σημειώνεται ότι η εξέλιξη ενισχύει τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας καθώς αναμένεται να μειώσει το κόστος δανεισμού τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα, να διευκολύνει την προέλκυση ξένων και σταδιακά μακροπρόθεσμων κεφαλαίων και να ενισχύει τη διαπραγματευτική δύναμη της χώρας ενόψει της επερχόμενης συζήτησης για την ελάφρυνση του χρέους.