Πέντε χρόνια μετά τη διαφυγή του από την Ελλάδα ο Μιχάλης Χριστοφοράκος, πρώην επικεφαλής της Siemens Ελλάς επανεμφανίζεται με ένα 11σέλιδο υπόμνημα-αίτημα που παραδόθηκε στις ελληνικές Αρχές μέσω του συνηγόρου του πριν από έναν μήνα.

Οπως δημοσιεύει το ΒΗΜΑ ο πρώην ισχυρός άνδρας της Siemens ζήτησε την άρση των ενταλμάτων που τον βαρύνουν για την υπόθεση του ΟΤΕ, αφού το σκέλος του C4I μπαίνει στο αρχείο με τυπικές κλήσεις, όπως έχουν ζητήσει οι ανακριτές Μαρία Νικολακέα και Νικόλαος Πιπιλίγκας. Ο 61χρονος που ζει μόνιμα στο Μόναχο, λύνει τη σιωπή του και δίνει τη δική του εκδοχή για ένα σκάνδαλο που αποτέλεσε το έναυσμα και για μεγάλες πολιτικές εξελίξεις και δηλώνει πρόθυμος να βοηθήσει την ελληνική Δικαιοσύνη: «Η είδηση ότι στη Γερμανία είχα ιδιαίτερη προστασία και περνούσα πολυτελώς είναι παντελώς ψευδής», λέει.

Για την περίφημη λίστα με πολιτικούς αναφέρει επί λέξει: «Δυστυχώς και εν αγνοία μου δημιουργήθηκε από ορισμένους ανθρώπους εσκεμμένα και για ευνόητους λόγους ένα κλίμα φημών, αβάσιμων υποψιών, όπως για παράδειγμα ότι ίσως υπήρχε ένα CD ή μια λίστα με ονόματα πολιτικών, τους οποίους δήθεν είχα δωροδοκήσει... Αυτές οι υποψίες και φήμες ήταν όλες ανεξαιρέτως εντελώς αβάσιμες και για μία ακόμη φορά τονίζω ότι δεν είχα καμία ανάμειξη σε πράξεις δωροδοκίας, ούτε σε σχέση με τον ΟΤΕ, ούτε με πολιτικούς, ούτε σε σχέση με το C4I ούτε σε σχέση με άλλη υπόθεση».

Στην αρχή του υπομνήματός του επιχειρεί να εξηγήσει τη στάση του λέγοντας:«Απευθυνόμενος τώρα στην τελική φάση της ανάκρισης σε εσάς, παρακαλώ να κατανοήσετε την ως σήμερα στάση μου... Το ότι δεν έλαβα θέση στις εναντίον μου κατηγορίες δεν αποτελεί από την πλευρά μου κανενός είδους απείθεια ή έλλειψη σεβασμού απέναντι στην ελληνική Δικαιοσύνη... Ημουν εξαρχής πρόθυμος να συνεργαστώ με τις ελληνικές Αρχές, έτσι παρουσιάστηκα πολλές φορές στον εισαγγελέα κ. Αθανασίου. Μία φορά παρουσιάστηκα και στον ανακριτή κ. Ζαγοριανό για να απολογηθώ. Είχαν κληθεί περίπου 12 άτομα την ίδια ώρα για απολογία. Ο κ. ανακριτής μού ανακοίνωσε ότι το κατηγορητήριο δεν ήταν έτοιμο, δεν μου έκανε ερωτήσεις, αλλά ανακοίνωσε ότι θα ακολουθούσε νέα κλήση. Η νέα κλήση ήρθε στο δεύτερο ήμισυ του Μαΐου 2009 σχετική με τον ΟΤΕ. Ζήτησα, λόγω οικογενειακών λόγων, νέα προθεσμία για μέσα Ιουνίου... Έλειπαν ακόμη περίπου 25 ημέρες ως τη νέα απολογία και έχοντας επαγγελματικές υποχρεώσεις στο Μόναχο ταξίδεψα με τον γιο μου μόνοι μας, χωρίς συνοδεία. Ο γιος μου επέστρεψε την Κυριακή και εγώ παρέμεινα για επαγγελματικούς λόγους... Την Τρίτη, αν ενθυμούμαι καλά, έλαβα μήνυμα από τον Έλληνα δικηγόρο μου ότι τα γεγονότα σε σχέση με την ανάκριση της Siemens είχαν πολιτικοποιηθεί υπέρμετρα, ίσως λόγω και των εκλογών του Ιουνίου (σ.σ.: 2009).

Ενημερώθηκα επίσης αιφνιδίως ότι η ημερομηνία, που είχε οριστεί για τα μέσα Ιουνίου, είχε ακυρωθεί και ότι ο κ. ανακριτής είχε ζητήσει την άμεση απολογία μας. Οι έντονες ψυχοσωματικές αντιδράσεις με ανάγκασαν να επισκεφθώ έναν γιατρό. Μου απαγόρευσε να ταξιδέψω σε αυτή την κατάσταση και ειδοποίησα τον δικηγόρο μου. Ενημέρωσε τον κ. ανακριτή, αλλά εκείνος εξέδωσε αμέσως διεθνές ένταλμα σύλληψης σε βάρος μου, το οποίο αποτέλεσε και τον λόγο της συλλήψεώς μου στη Γερμανία... Στη Γερμανία η φυλάκισή μου προς έκδοση ήταν πραγματικά επίπονη και τα ψυχοσωματικά συμπτώματα ενισχύθηκαν με καρδιακά προβλήματα κλπ. Συγχρόνως η επικοινωνία με τα παιδιά μου ήταν ελάχιστη. Αποφυλακίστηκα μετά από δύο αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης. Η εκτέλεση του τρίτου εντάλματος δεν υλοποιήθηκε από τη Γενική Εισαγγελία λόγω έλλειψης βάσιμων και πειστικών στοιχείων ως προς την τέλεση οποιασδήποτε αξιόποινης πράξης με έγγραφο της Εισαγγελίας του Μονάχου... Στην τωρινή φάση της ανάκρισης δεν μπόρεσα να εμφανιστώ, διότι η σύλληψή μου ήταν, όπως πληροφορήθηκα, σίγουρη... Παρά ταύτα και όπως είπα έχω κριθεί αμετάκλητα από τις αρμόδιες γερμανικές δικαστικές Αρχές. Οι έρευνες που αφορούν το άτομό μου έχουν περατωθεί. Οι εντατικές έρευνες ως προς τα πραγματικά περιστατικά είχαν ως αποτέλεσμα την ουσιαστική απαλλαγή μου, συνεπώς ήλπιζα ότι τα ευρήματα και αποτελέσματα θα επιβεβαιώνονταν και από τις αρμόδιες ελληνικές Αρχές».

Στη συνέχεια κάνει λόγο για «συγκεκριμένους κύκλους ατόμων», που τον παρουσίασαν στην κοινή γνώμη ως το «βασικό πρόσωπο διαφόρων ευρημάτων, κινήσεων υποψιών δωροδοκίας, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να αμυνθεί και να υπερασπιστεί τον εαυτό του με προσήκοντα τρόπο, αφού ποινικοποιήθηκαν ακόμα και οι κοινωνικές μου επαγγελματικές σχέσεις».