’ρθρο γνώμης για την σημερινή επέτειο και τα 40 χρόνια από την Μεταπολίτευση δημοσίευσε σήμερα ο γραμματέας της Νέας Δημοκρατίας. Ο Ανδρέας Παπαμιμίκος εκτός από όσα αναφέρει για το έργο και τις πρωτοβουλίες του Κωνσταντίνου Καραμανλή δεν παραλείπει να αναφερθεί και στο σήμερα και συγκεκριμένα την πρόκληση της εκλογής του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας τον ερχόμενο Φεβρουάριο λέγοντας χαρακτηριστικά.

"Όταν στους πρώτους μήνες του 2015 ξεκινήσουν στη Βουλή οι προβλεπόμενες ψηφοφορίες για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο καθένας θα αναμετρηθεί με την ίδια την Ιστορία, το παρόν και το μέλλον της χώρας. Θα επιλέξει ανάμεσα σε καιροσκοπικά κομματικά παιχνίδια από τη μια και την Ελλάδα από την άλλη"

Λεπτομέρεια: Το πρώτο γράμμα της κάθε παραγράφου στο τέλος σχηματίζει τη λέξη δημοκρατία

Διαβάστε το άρθρο:

Δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Μετά από εφτά χρόνια στο «γύψο», η Ελλάδα  αντιμετώπιζε τη μεγαλύτερη εθνική τραγωδία στη νεότερη Ιστορία της. Το χουντικό πραξικόπημα στην Κύπρο άνοιγε το δρόμο στον Αττίλα και η χούντα κατέρρεε κάτω από το βάρος του εγκλήματός της. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συγκροτούσε κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με άμεσο σκοπό να σωθεί ό,τι ήταν δυνατό και να οδηγηθεί η χώρα σε ομαλό δημοκρατικό βίο. Στις 24 Ιουλίου 1974, η Δημοκρατία ξαναγύριζε στον τόπο που τη γέννησε.

Ημέρα, λοιπόν, μνήμης, αλλά και διδαχής η 24η Ιουλίου. Με σίγουρα και στέρεα βήματα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έδωσε οριστική λύση στο πολιτειακό ζήτημα, καθιέρωσε το πιο δημοκρατικό Σύνταγμα που γνώρισε έως τότε ο Τόπος, έβγαλε την Ελλάδα από το βαλκανικό περιθώριο και την οδήγησε, κόντρα στις τριτοδρομικές κραυγές, στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια. Αντιμετώπισε ύβρεις, διχαστικά συνθήματα και ψεύτικα διλήμματα από εκείνους που έταζαν τα πάντα στους πάντες, αδιαφορώντας για την καταχρέωση της χώρας και των επόμενων γενιών. Θεμελίωσε την πιο μακρά περίοδο πολιτικής ομαλότητας και εξασφάλισε, με την ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ, βασικές προϋποθέσεις για τη σταθεροποίηση της Δημοκρατίας, την ανάπτυξη και την ισχυροποίηση της διεθνούς θέσης της.

Μέσα σε λίγα χρόνια, η Ελλάδα ανακτούσε την αίγλη που είχε χάσει και οι Έλληνες την αυτοπεποίθησή μας. Με την ισότιμη συμμετοχή της στην ΕΟΚ η χώρα μπορούσε να αντλεί τεράστιους κοινοτικούς πόρους για υποδομές, για αναπτυξιακές δράσεις, αλλά και για τη στήριξη του αγροτικού κόσμου. Το δημόσιο χρέος, το 1981, ήταν μόλις στο 27% του ΑΕΠ και η πραγματική οικονομία στεκόταν σε στέρεα πόδια. Είχε αρχίσει, ωστόσο, να τρώει την κοινωνία το σαράκι του λαϊκισμού, του κρατισμού και ο αυταρχισμός των συνδικάτων. Για να ακολουθήσει η γιγάντωση της γραφειοκρατίας, η συρρίκνωση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας, η δημιουργία υπέρογκων ελλειμμάτων και η δραματική αύξηση του δημόσιου χρέους.

Οι ρίζες του δημοκρατικού πολιτεύματος αποδεικνύονταν γερές, αλλά το κράτος αρρώσταινε από την υπερδιόγκωση, τη σπατάλη, την ασυδοσία, τη λεηλασία των πόρων του. Ώσπου ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση και η χώρα βρέθηκε στη δίνη των αδυναμιών της. Και είμαστε τώρα, μετά από πέντε χρόνια ύφεσης και αβάσταχτων θυσιών, στην καμπή που θα κρίνει την πορεία μας για τα πολλά επόμενα χρόνια. Διανύουμε ώρες Νέας Μεταπολίτευσης. Και το ερώτημα είναι ένα: Θα τολμήσουμε τη Μεταπολίτευση που απαιτούν οι καιροί ή θα αφήσουμε μια νέα εθνική τραγωδία να επιβάλει τις δικές της δραματικές εξελίξεις;

Κάτω από δύσκολες συνθήκες, με τη σύνεση και την τόλμη που χαρακτηρίζει τον Αντώνη Σαμαρά, αλλά και με την υπευθυνότητα των βουλευτών που στηρίζουν την κυβέρνηση, η χώρα άρχισε ήδη να στέκεται στα πόδια της. Απομακρυνθήκαμε από τον κίνδυνο κατάρρευσης και εξόδου από την Ευρωζώνη. Αποκαταστήσαμε την εμπιστοσύνη στην οικονομία μας, αλλά και την αξιοπιστία της Πατρίδας μας. Πετύχαμε ήδη σημαντικό πρωτογενές πλεόνασμα και μπορέσαμε, μετά από χρόνια, να βγούμε ξανά στις αγορές. Ανταποκρινόμαστε στις δεσμεύσεις μας και υποχρεώνουμε τους εταίρους μας να ανταποκριθούν κι εκείνοι στις δικές τους.

Ρίσκο την ώρα αυτή δεν αντέχει ο Τόπος. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να παίξει τη μοίρα της Ελλάδας στα ζάρια. Ετοιμαζόμαστε τώρα για να περάσουμε τον τρίτο και τελευταίο κάβο, ολοκληρώνοντας τις μεταρρυθμίσεις που ξεκινήσαμε. Συνεχίζοντας στο δρόμο που οδηγεί με σιγουριά και σταθερότητα στην έξοδο από την κρίση, την ανάπτυξη, τη δημιουργία νέων θέσεων δουλειάς, την αναγέννηση των χαμένων ελπίδων. Ένα λάθος μπορεί να τινάξει στον αέρα τις θυσίες που όλοι κάναμε. Και το λάθος αυτό δεν πρέπει να γίνει. Φτάσαμε ένα βήμα πριν την πιο κρίσιμη διαπραγμάτευση και κανένας δεν έχει το δικαίωμα να την ακυρώσει ή να την υπονομεύσει, με πράξεις αφροσύνης και λαϊκισμού.

’μεσα συνδεδεμένη με τη διασφάλιση ενός καλύτερου μέλλοντος είναι, όμως, και η Συνταγματική Αναθεώρηση που εξήγγειλε και προσδιόρισε στις βασικές της γραμμές ο Πρωθυπουργός. Ένα νέο Σύνταγμα που θα θωρακίζει τους θεσμούς, θα αποδίδει τις ευθύνες σε όλους ανεξαιρέτως και ισότιμα, θα υπηρετεί την ανάπτυξη και θα θεσπίζει τις δικλείδες ασφαλείας που δεν θα επιτρέψουν να γυρίσουμε ποτέ ξανά σε λάθη σαν κι εκείνα που μας έφεραν ως εδώ.

Τώρα, λοιπόν, είναι η ώρα των μεγάλων αποφάσεων. Όλα τα κόμματα και όλοι οι βουλευτές αναλαμβάνουν, ενόψει της προεδρικής εκλογής, ιστορικές ευθύνες. Όταν στους πρώτους μήνες του 2015 ξεκινήσουν στη Βουλή οι προβλεπόμενες ψηφοφορίες, ο καθένας θα αναμετρηθεί με την ίδια την Ιστορία, το παρόν και το μέλλον της χώρας. Θα επιλέξει ανάμεσα σε καιροσκοπικά κομματικά παιχνίδια από τη μια και την Ελλάδα από την άλλη. Και τότε δεν μπορεί παρά να χάσει ο λαϊκισμός και να κερδίσει η αίσθηση ευθύνης.

Ιστορικές, λοιπόν, οι μέρες που ζούμε, αλλά κι αυτές που ακολουθούν. Ιστορικές, όμως, είναι και οι ευθύνες όλων. Η Νέα Μεταπολίτευση μπορεί, επιτέλους, να θεμελιωθεί στις στέρεες βάσεις που εγγυώνται οι αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις, η διαπραγμάτευση για την ελάφρυνση των βαρών του δημόσιου χρέους και η συνταγματική αναθεώρηση που θα ανοίξει η σημερινή Βουλή για να ολοκληρώσει η επόμενη. Τίποτε από αυτά δεν μπορεί να χαθεί και τίποτε δεν γίνεται να μείνει στη μέση. Σε κάθε άλλη περίπτωση οι συνέπειες θα είναι δραματικές.

Ας μην υπάρχουν, λοιπόν, αυταπάτες. Η επέτειος της Μεταπολίτευσης που τιμούμε μπορεί να διδάσκει. Μπορεί προπάντων να αναδεικνύει και να παραμερίζει τους κινδύνους του λαϊκισμού και της ανευθυνότητας. Γιατί μόνον έτσι μπορούμε να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες που μας πνίγουν και να χτίσουμε μια Νέα Ελλάδα.