Τι κρύβει η ατζέντα του Γιούνγκερ για την Ελλάδα
Βάσιμες προσδοκίες για αλλαγή στον τρόπο αντιμετώπισης του ελληνικού προγράμματος
Του Λάμπρου Καλαρρύτη-Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Θα μπορούσε η ανάδειξη του Ζαν-Κλoντ Γιούνκερ στην προεδρία της Κομισιόν να σημάνει αλλαγές στην πανευρωπαϊκή πολιτική λιτότητας, κυρίως δε στις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα επιτήρησης;
Η Αθήνα έχει κάθε λόγο να ενδιαφέρεται για την απάντηση. Μετά την επίσκεψη Γιούνκερ και τις συζητήσεις με την ελληνική κυβέρνηση, στέλεχος του πρωθυπουργικού επιτελείου που έλαβε μέρος στις συνομιλίες έλεγε ότι «πολλά θα αλλάξουν στον τρόπο που λειτουργεί η Κομισιόν. Είναι προφανές αυτό για όποιον μιλήσει με τον Γιούνκερ, αλλά το τι θα σημάνει αυτό στην πράξη μένει να διαπιστωθεί».
Ο λόγος που η ελληνική πλευρά προεξοφλεί διαφορετικό τρόπο παρέμβασης της Κομισιόν στα ευρωπαϊκά πράγματα είναι ο ίδιος ο Ζαν-Κλoντ Γιούνκερ. «Οποιος τον γνωρίζει ξέρει ότι ο Γιούνκερ είναι πολιτικό ον και δεν πρόκειται να λειτουργήσει διαχειριστικά. Θα υπάρξει πολιτικό πρόσημο στην παρουσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Είναι διαφορετική περίπτωση από τον προκάτοχό του, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο. Αν όλο αυτόν τον καιρό η Επιτροπή έπαιζε τον ρόλο που έπρεπε, αρκετά πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Αν τώρα παίξει τον ρόλο που της αναλογεί, πολλά πράγματα μπορούν να αλλάξουν», έλεγαν παράγοντες που γνωρίζουν καλά και τον νέο πρόεδρο της Κομισιόν και το ευρωπαϊκό παρασκήνιο. Παρότι υπάρχουν προσδοκίες για αλλαγή στον τρόπο αντιμετώπισης του ελληνικού προγράμματος, οι κυβερνητικοί επιτελείς είναι προσεκτικοί.
ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Οι προσδοκίες αφορούν την πρόθεση του Γιούνκερ να προωθήσει ένα πανευρωπαϊκό επενδυτικό πακέτο, μέρος του οποίου θα κατευθυνθεί στην Ελλάδα. Το δήλωσε ο ίδιος και προσδιόρισε μάλιστα το ποσό, 300 δισ. ευρώ, αλλά και την πηγή από όπου θα προέλθει μέρος των πόρων: Από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
Εξάλλου, όπως παραδέχθηκε, η Ελλάδα έχει ανάγκη τις επενδύσεις περισσότερο από άλλες χώρες. «Θα κάνω το παν ώστε η Ευρώπη του αύριο να είναι μια Ευρώπη ανάπτυξης. Υπάρχει πρόγραμμα 300 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 3% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Είναι ένας φάκελος πάνω στον οποίο συνεργαζόμαστε στενά με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, με στόχο να υπάρξει έμφαση στην ανάπτυξη. Θα πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να υπάρχουν δημόσιες, καθώς και ιδιωτικές επενδύσεις. Η Ελλάδα δεν θα είναι εκτός ενός τέτοιου προγράμματος. Πιστεύω ότι, επειδή στο παρελθόν οι επενδύσεις στη χώρα αυτή έφτασαν σε τόσο χαμηλό επίπεδο, θα πρέπει εμείς να τις ενισχύσουμε, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Βεβαίως, και η Ελλάδα θα είναι ένα μέρος αυτού του μελλοντικού προγράμματος επενδύσεων».
ΓΙΑ ΛΙΤΟΤΗΤΑ
Αυτό είναι τα καλά νέα. Διότι παράλληλα υπάρχει επιφυλακτικότητα της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά την προοπτική να «βάλει πλάτη» ο Γιούνκερ για να μετριαστεί η ένταση της λιτότητας. Ο σκεπτικισμός οφείλεται στις τοποθετήσεις του ιδίου ότι η δημοσιονομική προσαρμογή, αν και θα πρέπει να συμπληρωθεί από την αναπτυξιακή διάσταση μέσω επενδύσεων, πρέπει να συνεχιστεί χωρίς εκπτώσεις. Οπως τόνιζαν κυβερνητικοί παράγοντες, υπάρχει μια φράση του και μάλιστα επί ελληνικού εδάφους που δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών: «Δεν είπα ότι η δημοσιονομική αυστηρότητα φτάνει στο τέλος της. Θα παραμείνει όχι μόνο σε αυτή τη χώρα, αλλά και σε όλες τις χώρες. Πάντοτε άλλωστε ήμουν υπέρ αυτού, προκειμένου να υπάρχουν σωστά αποτελέσματα»...
ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ
Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι, αν η τρόικα με τη σημερινή της μορφή καταργηθεί, πώς θα διαμορφωθεί μία ευρωπαϊκή Τask Force, η οποία θα αναλάβει με πιο «διακριτικό» τρόπο την επιτήρηση του προγράμματος που ήδη εξελίσσεται.
Σύμφωνα με πληροφορίες των «Παραπολιτικών», έχει τεθεί το θέμα στην κυβέρνηση κατά τις παρασκηνιακές συζητήσεις με Βερολίνο Βρυξέλλες να κρατήσει χαμηλά το θέμα και να μη δοθεί χαρακτήρας «πανηγυρικής» προαναγγελίας περί διάλυσης της τρόικας.
Οι λόγοι είναι δύο: Πρώτον, δεν είναι βέβαιο ότι έτσι θα εξελιχθούν τα πράγματα μέχρι τέλους, οπότε δεν μπορεί να μπει ψηλά ο πήχης επικοινωνιακά, αφού θα είναι πλήρες κυβερνητικό Βατερλώ, αιτία άμεσων εκλογών, αν η τρόικα παραμείνει ως έχει. Ο δεύτερος και κυριότερος λόγος που προβληματίζει κυρίαρχα την Αθήνα είναι ότι δεν επιθυμεί να πυροδοτηθούν αντανακλαστικές αντιδράσεις από χώρες ή πολιτικά κέντρα που δεν βλέπουν με καλό μάτι ενδεχόμενη αποχώρηση του ΔΝΤ και κατάργηση της τρόικας, είτε διότι θεωρούν ότι θα ατονήσει ο έλεγχος είτε επειδή έχουν άλλους λόγους (και γεωπολιτικούς ) να μην επιθυμούν απεμπλοκή του Ταμείου.
«Βρισκόμαστε σε κρίσιμη φάση, κοντά σε ορόσημα που έχουν τεράστια σημασία για τον τελικό στόχο: Να μπει το πρόγραμμα σε άλλη τροχιά, να καταστεί το χρέος βιώσιμο, να επιστρέψουμε σταδιακά όσο το δυνατόν σε μία κανονικότητα. Δεν έχουμε κανέναν λόγο να τραβήξουμε τα βλέμματα επάνω μας για το αν καταργείται η τρόικα ή όχι και να αρχίσουν να δημιουργούνται αμφιβολίες για την εφαρμογή του προγράμματος ή να βρίσκουν διάφοροι διάφορα προσχήματα», υπογραμμίζει υψηλόβαθμο στέλεχος του Μαξίμου.
Και άμεσα ρύθμιση του χρέους
Οι Γερμανοί δεν αντιτίθενται στην αποχώρηση του ΔΝΤ από την τρόικα και στη μετατροπή της σε ένα αμιγώς ευρωπαϊκό δηλαδή υπό απόλυτο γερμανικό έλεγχο σχήμα. Το ΔΝΤ εξάλλου πιέζει για «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, κάτι που το Βερολίνο δεν θέλει ούτε να ακούει (θεωρώντας ότι μία ακόμη μείωση αξίας ομολόγων ευρωπαϊκής χώρας θα επιφέρει βαρύ πλήγμα στην εμπιστοσύνη των αγορών έναντι της Ε.Ε.).
Ανεξαρτήτως των εξελίξεων σε αυτό το ζήτημα, σύμφωνα με απολύτως ασφαλείς πληροφορίες των «Παραπολιτικών», στόχος της κυβέρνησης είναι μέχρι το τέλος Οκτωβρίου όχι μόνο να έχουν δρομολογηθεί οι συζητήσεις για το χρέος, αλλά και να έχει προδιαγραφεί το πλαίσιο ρύθμισής του, που θα το καταστήσει βιώσιμο. Η τελική διευθέτηση ωστόσο θα εξαρτηθεί και από τα αποτελέσματα των ευρωπαϊκών stress tests στις ελληνικές τράπεζες, οπότε η ουσιαστική συζήτηση για το χρέος θα ξεκινήσει όταν θα είναι γνωστές οι νέες (αν υπάρξουν) κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών.
Σε ό,τι αφορά το «ραντεβού στο Παρίσι» της ελληνικής αποστολής με την τρόικα, στόχος είναι να γίνει μια προκαταρκτική συζήτηση για την πορεία εφαρμογής του προγράμματος πριν από τον έλεγχο που θα διεξαχθεί στην Αθήνα. Αρμόδιες πηγές έλεγαν ότι η συνέχιση ή μη των συναντήσεων στο εξωτερικό θα εξαρτηθεί από το αποτέλεσμα που θα παραγάγει το Παρίσι, αν δηλαδή θα συμβάλει ουσιαστικά στην προετοιμασία και στην αποφόρτιση του κυρίως ελέγχου και στην αποκλιμάκωση των τριβών στις συναντήσεις που θα ακολουθούν στην Ελλάδα.