Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου - Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Εντείνεται η ανησυχία του επιχειρηματικού και πολιτικού κόσμου για την τακτική των προγραφών που ανήγγειλε ότι θα ακολουθήσει ο Αλέξης Τσίπρας απέναντι σε παράγοντες των media, των τραπεζών, των μεγάλων ομίλων και υπουργούς, σε περίπτωση ανάληψης της διακυβέρνησης. Οι μετρήσεις των τελευταίων ημερών δείχνουν αυξανόμενη υπεροχή του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα «κεφαλαιοποιηθεί» αν καταφέρει να πείσει για τις «αγνές προθέσεις» του σχετικά με την εξεύρεση πόρων για την εφαρμογή του κυβερνητικού του προγράμματος. Ο προβληματισμός για την επόμενη μέρα μονοπωλεί το ενδιαφέρον των συζητήσεων στα πολιτικο-επιχειρηματικά σαλόνια, με τους συμμετέχοντες πάντως να περιορίζονται σε εκτιμήσεις, μη έχοντας σαφή εικόνα για τις αποφάσεις του Αλ. Τσίπρα.

Μετά τη ΔΕΘ, συνεργάτες του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης άρχισαν να αμφισβητούν την υλοποίηση των υπεσχημένων, λέγοντας ότι «σε πρώτη φάση τουλάχιστον θα κάνουμε όσα μπορούμε και όχι όσα θέλουμε». Εδωσαν την εντύπωση ότι χαμήλωσαν τον πήχη των προσδοκιών, αλλά στην ουσία μετατόπισαν τη συζήτηση προς τη «στόχευση» των επιχειρηματιών.

Από την επίκαιρη ερώτησή του προς τον πρωθυπουργό τον περασμένο Ιανουάριο, στην οποία έκανε λόγο για «τραπεζικά σκάνδαλα» και «αφανείς χρηματοδοτήσεις ΜΜΕ», έως τις πρόσφατες δηλώσεις του για προσωπικές απειλές που δέχτηκε από μεγάλους φοροφυγάδες, ο κ. Τσίπρας διατηρεί συστηματικά στο προσκήνιο την πρόθεσή του να πατάξει τα επιχειρηματικά συμφέροντα, με σκοπό τον διασυρμό τους και την είσπραξη εσόδων, με τα οποία θα χρηματοδοτήσει τις κοινωνικές του δράσεις.

Στο στόχαστρό του μπαίνουν και «οι υπουργοί των Μνημονίων», κυρίως οι επιτελείς του υπουργείου Οικονομικών και όσοι «πρωτοστατούν» στις συναντήσεις με την τρόικα. Αρκετές φορές στο πρόσφατο παρελθόν τούς έχει αποκαλέσει «υπουργούς γκάνγκστερ», δεσμευόμενος ότι ως πρωθυπουργός θα αναζητήσει αμέσως τυχόν ευθύνες για τα έργα και τις ημέρες τους.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ

Οι επιχειρηματίες, από την πλευρά τους, θεωρούν ότι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα καταφέρει να εφαρμόσει το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματός του. Θα αναζητήσει άλλοθι, όπως ισχυρίζονται, στη «στρεβλή λειτουργία της αγοράς» και στους «διαπλεκόμενους πολιτικούς», επιδιώκοντας την ποινικοποίησή τους και το πάγωμα των ιδιωτικοποιήσεων.

Αλλωστε, πάγια θέση της Αριστεράς είναι οι επανακρατικοποιήσεις ΔΕΚΟ, ο κρατικός έλεγχος των τραπεζών, η αύξηση της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών και η εξάλειψη του συγκεντρωτισμού ιδιωτικών κεφαλαίων. Ειδικά για τις συστημικές τράπεζες, έχει προαναγγελθεί από τον κ. Τσίπρα «αναζήτηση πολιτικών και ποινικών ευθυνών, καθώς από τα 50 δισ. ευρώ που απορροφήθηκαν από αυτές στα χρόνια του Μνημονίου αναμένεται να επιστραφούν το πολύ 18 δισ. ευρώ».

Επίσης, ο Νίκος Κωνσταντόπουλος «τέντωσε» την αντιπαλότητα, καταγγέλλοντας πρόσφατα μέσω των «Παραπολιτικών» ότι αποπειρώνται εξαγορές βουλευτών για την εξεύρεση των 180 που θα ψηφίσουν τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, προκειμένου να αποφευχθούν οι πρόωρες εκλογές, δίνοντας έτσι το στίγμα των προθέσεων του διαδόχου του απέναντι στους επιχειρηματίες.

ΛΙΣΤΕΣ

Οι κατηγορίες του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ εναντίον της κυβέρνησης επικεντρώνονται στην ανυπαρξία πολιτικής βούλησης για πάταξη της φοροδιαφυγής και το περίγραμμα αυτό το έθεσε ξεκάθαρα επισκεπτόμενος στις αρχές Σεπτεμβρίου το ΣΔΟΕ. «Αποτελεί μέγιστο σκάνδαλο» είπε «την ώρα που τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα εξωθούνται στα όρια της οικονομικής απελπισίας από την υπερφορολόγηση, τη φορολόγηση των μισθών και των συντάξεων, από την αθλιότητα του ΕΝΦΙΑ, που δημεύει τη μικρή και μεσαία ακίνητη περιουσία, να συνεχίζεται το πάρτι της ασυλίας και της φοροδιαφυγής των οικονομικά ισχυρών». Ανέφερε δε ως παράδειγμα ότι από τις 2.062 υποθέσεις της λίστας Λαγκάρντ έχουν ελεγχθεί μόλις 25 και επισήμανε ότι από αυτές προκύπτουν φόροι τουλάχιστον 12 εκατ. ευρώ, ενώ στη συνέντευξή του στη ΔΕΘ υποσχέθηκε επέκταση των ελέγχων σε όλες τις «λίστες πλουτισμού». O ΣΥΡΙΖΑ στοχεύει στη συγκέντρωση 6 δισ. ευρώ από την πάταξη της φοροδιαφυγής, τα οποία θα κατευθύνει σε δράσεις για την αύξηση της απασχόλησης, σε δωρεάν ηλεκτροδότηση χιλιάδων φτωχών νοικοκυριών και σε «σεισάχθεια», με τη ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων, κόστους 2 δισ. ευρώ.

Η ουσιώδης διαφορά του από τον Γιώργο Παπανδρέου, που το 2009 υποσχόταν ότι θα στρώσει στο κυνήγι τους μεγάλους φοροφυγάδες για τα 31 δισ. των ανείσπρακτων οφειλών, είναι ότι ο πρώην πρωθυπουργός στηρίχθηκε σε αυτούς για την ανάληψη της εξουσίας, ενώ ο Αλ. Τσίπρας αρκετές φορές τους έχει ονοματίσει ή περιγράψει προσωπικώς, δεσμευόμενος δημοσίως ότι «δεν πρόκειται να τους αφήσει σε χλωρό κλαρί».


Σε αναζήτηση βηματισμού

Στα έξι χρόνια της παρουσίας του κ. Αλέξη Τσίπρα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, ουδέποτε βρέθηκε τόπος ουσιαστικής συνεννόησής του με τους επιχειρηματίες. Ούτε αυτοί πέτυχαν σταθερό βηματισμό προς την Κουμουνδούρου, ούτε εκείνος προς αυτούς. Οι προσεγγίσεις από καναλάρχες, μεγαλόσχημους παράγοντες και επικεφαλής τραπεζών ξεκίνησαν στην αρχή της θητείας του με γκάλοπ που έδιναν 22%-25% στον ΣΥΡΙΖΑ το 2008 και τελικώς στην ευρωκάλπη του 2009 και στις εθνικές εκλογές, λίγο αργότερα, το κόμμα του κ. Τσίπρα πάλεψε να διατηρήσει τα χαμηλά ποσοστά του. Το 2010 ξεκίνησε η σταδιακή ρήξη, που κορυφώθηκε την περίοδο της μεταβατικής κυβέρνησης Παπαδήμου, και έκτοτε οδηγήθηκε πολλές φορές στα άκρα. Σήμερα, βλέποντας ότι παγιώνεται η υπεροχή του κόμματός του και ενισχύεται το αίτημα για πρόωρες εκλογές (σ.σ.: 54% δίνει η μέτρηση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας), αρνείται να καθήσει σε τραπέζι διαπραγμάτευσης που θα του έδινε πιο εύκολα τον αέρα της εξουσίας. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με ορισμένα προβεβλημένα στελέχη του, που αποκτούν διαύλους επικοινωνίας με επιχειρηματίες και «πρόθυμους υπουργούς». Επειδή στην Αριστερά το 1+1 δεν κάνει 2, άλλοι υποστηρίζουν πως ο κ. Τσίπρας καταγράφει στο μπλοκάκι του τις συμπεριφορές τους και άλλοι πως τους έχει ως απεσταλμένους στην «αντίπερα όχθη».