Του Θανάση Φουσκίδη - Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Μπορεί άπαντες στο στρατόπεδο της Νέας Δημοκρατίας να έχουν στραμμένη την προσοχή τους στο αποτέλεσμα των επικείμενων εθνικών εκλογών, ωστόσο, με δεδομένο και το καθαρό δημοσκοπικό προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ, τα σχέδια για την επομένη της κάλπης βρίσκονται σε περίοπτη θέση στα συρτάρια του Αντώνη Σαμαρά.

Αλλωστε, το σενάριο της αριστερής παρένθεσης ουδέποτε αποσύρθηκε από τις αναλύσεις και τις εκτιμήσεις των συνεργατών του πρωθυπουργού και, στο πλαίσιο αυτό, στο Μέγαρο Μαξίμου και στη Συγγρού έχουν αποφασιστεί ήδη οι κεντρικοί άξονες της στρατηγικής που θα ακολουθηθεί (σε περίπτωση ήττας) από την 26η Ιανουαρίου και μετά. Πολλά, βεβαίως, θα εξαρτηθούν από την τελική διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα κρίνει και την όποια προοπτική αμφισβήτησης της κομματικής ηγεσίας από δυσαρεστημένους βουλευτές και στελέχη. «Μια ήττα με διαφορά έως και πέντε μονάδες και με συγκέντρωση ποσοστού πέριξ του 30% είναι απολύτως διαχειρίσιμη. Σε διαφορετική περίπτωση, είναι πολύ πιθανό να σηματοδοτηθεί η έναρξη πολύπλευρων ζυμώσεων στο εσωκομματικό πεδίο», σημειώνουν στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» έμπειροι «γαλάζιοι» κομματικοί παράγοντες.

«ΟΜΠΡΕΛΑ»

Ανεξαρτήτως των εξελίξεων που θα υπάρξουν σε επίπεδο διακυβέρνησης της χώρας (είτε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κερδίσει με αυτοδυναμία είτε ξεκινήσουν διεργασίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας), βασική παράμετρος της ρητορικής της Ν.Δ. θα είναι η ανάγκη να βρεθεί ένα modus operandi για τη συμπόρευση των ευρύτερων πολιτικών δυνάμεων (και προσώπων) που στηρίζουν αναφανδόν την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. «Παρά τα προσωπεία και τις εξαγγελίες που κάνει κατά καιρούς ο ΣΥΡΙΖΑ, οι απόψεις μιας σημαντικής μερίδας του στελεχικού δυναμικού του παραμένουν επικίνδυνες και είναι βέβαιο ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα καταστούν προβληματικές όσον αφορά τις σχέσεις της χώρας με τους εταίρους της. Αυτό θα πρέπει να αναδειχθεί παντοιοτρόπως», τονίζουν τακτικοί συνομιλητές του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος, δίνοντας το στίγμα των σκέψεων και των προθέσεων της «γαλάζιας» ηγεσίας.

ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ

Με βάση τα παραπάνω, είναι εμφανές ότι το σύστημα Σαμαρά επανέρχεται στο σχέδιο για την αμφίπλευρη διεύρυνση της Νέας Δημοκρατίας., με το μεγαλύτερο βάρος να δίνεται στο Κέντρο. Σε αυτήν την κατεύθυνση, εξάλλου, κινείται και το άνοιγμα που επιχείρησε το Μαξίμου ενόψει της 25ης Ιανουαρίου σε στελέχη όπως ο Βασίλης Οικονόμου, η Αντζελα Γκερέκου και ο Γιώργος Χατζημαρκάκης, η συμμετοχή του οποίου στο ψηφοδέλτιο του βασικού κυβερνητικού εταίρου ακυρώθηκε εξαιτίας των αντιδράσεων του καραμανλικού πυρήνα. Την ίδια στιγμή, είναι πλέον κοινός τόπος στους κόλπους του επιτελείου της Ν.Δ. πως στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο έχουν περιοριστεί σημαντικά οι απώλειες στα δεξιά του κόμματος και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στο Κέντρο, που συνιστά διαχρονικά τη μεγαλύτερη εκλογική «δεξαμενή». «Μετά τις εκλογές, οπότε και θα φανούν τα αποτελέσματα της πολιτικής του Αλ. Τσίπρα η λεγόμενη παραδοσιακή βάση θα συσπειρωθεί μοιραία γύρω από τη Ν.Δ. Αρα, το μεγάλο στοίχημα δεν είναι άλλο από την ενίσχυση του προφίλ του κόμματος ως της μοναδικής αξιόπιστης, αστικής και ευρωπαϊκής σταθεράς του πολιτικού συστήματος», εκτιμούν στελέχη πέριξ του συστήματος Σαμαρά.

Πρόκειται, ουσιαστικά, για το σχέδιο του Χρύσανθου Λαζαρίδη για το πέρασμα της Νέας Δημοκρατίας στην ιστορία και τη δημιουργία της «Νέας Ελλάδας», το οποίο θα επανέλθει δυναμικά στη μετεκλογική ατζέντα του Αντώνη Σαμαρά, συμπεριλαμβανομένων των εισηγήσεων για αλλαγή ονόματος και συμβόλων, που είχαν προκαλέσει την έντονη αντίδραση σημαντικού μέρους του «γαλάζιου» στελεχικού δυναμικού. Το εν λόγω πλάνο είχε αναχαιτιστεί εξαιτίας τόσο των συζητήσεων και των διαφορετικών προσεγγίσεων που είχαν διαμορφωθεί στο εσωτερικό της Ν.Δ. όσο και της απόφασης (και πάλι με βασικό εισηγητή τον κ. Λαζαρίδη) να δοθεί προτεραιότητα στην αποφυγή των διαρροών προς τους αντιμνημονιακούς -και όχι μόνο- σχηματισμούς της Κεντροδεξιάς. Παρ’ όλα αυτά, ουδέποτε πετάχτηκε στον κάλαθο των αχρήστων του πρωθυπουργικού γραφείου, ενώ ειδικότερα στην ολική επαναφορά της στρατηγικής και της επιχειρηματολογίας του «μεσαίου χώρου» υπερθεμάτιζαν κορυφαία στελέχη, όπως η Ντόρα Μπακογιάννη και οι στενοί συνομιλητές του Κώστα Καραμανλή, καθώς και ο γραμματέας της Ν.Δ., Ανδρέας Παπαμιμίκος.

Οι αντιρρήσεις και ο ρόλος των «νεολοχαγών»

Τα μεγάλα ερωτήματα που θα προκύψουν με την ενεργοποίηση των διαδικασιών για τη «Νέα Ελλάδα» είναι δύο: Αφενός, η υποδοχή των συγκεκριμένων σχεδιασμών στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας και, αφετέρου, το κατά πόσο αυτή τη φορά θα υπάρξει ανταπόκριση στο κάλεσμα που θα επιχειρήσει ο Αντώνης Σαμαράς από σχηματισμούς και στελέχη του λεγόμενου ευρωπαϊκού τόξου. Αλλωστε, είναι κοινό μυστικό πως οι παρασκηνιακές επαφές που είχε κατά καιρούς το Μαξίμου με πρόσωπα που δραστηριοποιούνταν πολιτικά τα προηγούμενα χρόνια εκτός του «γαλάζιου» κάδρου (όπως η Αννα Διαμαντοπούλου, ο Γιώργος Φλωρίδης και ο Αλέκος Παπαδόπουλος) κάθε άλλο παρά τα επιθυμητά αποτελέσματα έφεραν. Ωστόσο, το μεγαλύτερο κεφάλαιο σε ό,τι αφορά τις πιθανότητες μετεξέλιξης και αναβάπτισης της Νέας Δημοκρατίας αφορά ξεκάθαρα το εσωτερικό μέτωπο, και δη το καραμανλικό μπλοκ, που δεν ήθελε να ακούσει για αυτό το ενδεχόμενο. Συνεπώς, κομβικό ρόλο θα παίξουν οι θέσεις του πάντα δημοφιλούς στους κόλπους της κεντροδεξιάς βάσης Κώστα Καραμανλή. Οπως έγραφαν πάντως τα «Π» και σε προηγούμενο φύλλο, προκειμένου το σύστημα Σαμαρά να διατηρήσει -και μετά από μια εκλογική ήττα- υπό τον απόλυτο έλεγχό του την Κοινοβουλευτική Ομάδα και τον κομματικό μηχανισμό (και τις όποιες διαδικασίες δρομολογηθούν), έχει ήδη καταστρώσει πλάνο στήριξης στις προσεχείς κάλπες των λεγόμενων «νεολοχαγών» του πρωθυπουργού. Πρόκειται για βουλευτές που στην πλειονότητά τους εξελέγησαν για πρώτη φορά το 2012 και έκτοτε έδωσαν τα διαπιστευτήριά τους στην κομματική ηγεσία.