Του Νίκου Σίμου - Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Αφετηρία ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων, που θα σηματοδοτούν ένα διαφορετικό τέλος της Μεταπολίτευσης, θεωρείται από κορυφαίους πολιτικούς παράγοντες η 25η Ιανουαρίου, ημέρα των εκλογών, στις οποίες οδήγησε η αδυναμία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας. Οι εξελίξεις, δε, αυτές επικεντρώνονται σε δύο βασικά σημεία:

  • Πρώτον, στην αναδιαμόρφωση του κομματικού σχηματισμού της Κεντροδεξιάς, με πρωταγωνιστή, υπό συγκεκριμένους όρους, τον Κώστα Καραμανλή, μετά από εσωκομματικές εξελίξεις στη Νέα Δημοκρατία. τους προσεχείς μήνες, ως αποτέλεσμα της διαφαινόμενης ήττας της 25ης Ιανουαρίου και της απόδοσης ευθυνών για αυτή στη σημερινή ηγετική ομάδα του κόμματος.
  • Δεύτερον, στην καθιέρωση των ευρύτερων κυβερνητικών συνεργασιών, κατά τα πρότυπα των ξένων δημοκρατικών πολιτευμάτων

ΘΕΜΑ ΗΓΕΣΙΑΣ

Μια μεγάλη εξέλιξη στα πολιτικά μας πράγματα είναι η διαμόρφωση μιας νέας Κεντροδεξιάς. Με άλλα λόγια, με βάση τις συνθήκες που θα έχουν διαμορφωθεί μετά τις εκλογές, η νεοδημοκρατική παράταξη, καθώς λένε οι σχετικές πληροφορίες, θα επιζητήσει ένα διαφορετικό «αύριο». Ειδικότερα, παρά το γεγονός ότι η γενικότερη εκτίμηση περί τα νεοδημοκρατικά είναι ότι στόχος του Μαξίμου είναι να επιτύχει το κόμμα στις εκλογές ένα ποσοστό της τάξης περί το 25%-26%, ώστε να δυσχερανθεί η οποιαδήποτε πρωτοβουλία αμφισβήτησης του Αντώνη Σαμαρά, εν τούτοις παράγοντες που γνωρίζουν καλύτερα από κάθε άλλον τα εσωκομματικά υποστηρίζουν ότι, έστω και με κάποια καθυστέρηση, θα τεθεί θέμα ηγεσίας.

Υποστηρίζεται, συγκεκριμένα, ότι κάθε ήττα, ειδικώς μάλιστα αν αυτή συνεπάγεται για το κόμμα που την υφίσταται και έξωση από τη διακυβέρνηση της χώρας, φέρνει αναπόφευκτα εσωκομματικές γκρίνιες. Επομένως, κατ’ αυτούς, δεν έχει τόση σημασία το ποσοστό που θα πάρει το κόμμα -ή επιδιώκει ο αρχηγός του-, όση (α) το γεγονός ότι έχασε την εξουσία, (β) ότι δεν μπορεί να επιτύχει ποσοστό υψηλότερο από τα ιστορικά χαμηλά του κόμματος και (γ) ότι δεν μπορεί να επιτύχει το κόμμα, υπό τη συγκεκριμένη ηγεσία του, επανασυσπείρωση των ψηφοφόρων που το εγκατέλειψαν.

Στις νεοδημοκρατικές εσωτερικές εξελίξεις έρχεται να παίξει ρόλο και το γεγονός ότι η κατάρτιση των ψηφοδελτίων είχε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό ανανέωσης, μόνο που αυτή δεν έγινε για να συμπεριληφθούν προσωπικότητες της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής του τόπου, αλλά για να συγκροτηθεί ένας διευρυμένος «σαμαρικός» πυρήνας στην κοινοβουλευτική ομάδα, που θα εκλεγόταν με ανατροπή των συσχετισμών που υπήρχαν μέχρι την προκήρυξη των εκλογών. Ασφαλώς, δε, το ότι συμμετέχει και πάλι ο Κώστας Καραμανλής ή ότι συμπεριελήφθη στα ψηφοδέλτια και ο ανιψιός του, ο γιος του Αχιλλέα Καραμανλή, δεν αρκεί για να συγκαλυφθεί ο στόχος τον οποίο επιδιώκει η σύνθεση των ψηφοδελτίων. Ολα αυτά δημιουργούν ένα πλαίσιο ενός εν δυνάμει εμφυλίου στη νεοδημοκρατική παράταξη, καθώς για την πιθανολογούμενη από τις δημοσκοπήσεις ήττα δεν θα κατηγορηθεί μόνο η ηγεσία του κόμματος, αλλά και τα νέα πρόσωπα στα ψηφοδέλτια, που δεν μπόρεσαν να επανασυσπειρώσουν σε τοπικό επίπεδο τους ψηφοφόρους.

Η ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ

Η εσωκομματική γκρίνια όμως μεταφέρεται ως αρνητική εξέλιξη και στη βάση και, επομένως, εκτός αυτών που εγκατέλειψαν τη Νέα Δημοκρατία, ελλοχεύει ο κίνδυνος μιας κομματικής αποσυσπείρωσης μετά τις εκλογές. Και τότε θα θεωρήσει και η «γαλάζια» βάση αναγκαίο να ληφθεί κάποια πρωτοβουλία από προσωπικότητα που να μπορεί να αποτελέσει τη συγκολλητική ουσία της κατακερματισμένης, άλλοτε κραταιάς παράταξης. Στο χρονικό αυτό σημείο πιστεύεται από πρόσωπα που μπορούν και ερμηνεύουν τις σκέψεις του Κώστα Καραμανλή ότι ξεκινάει ο δικός του παρεμβατικός ρόλος.

Συγκεκριμένα, υπολογίζεται ότι τότε, όταν η Νέα Δημοκρατία θα είναι φάντασμα του παλαιού εαυτού της και τα άλλοτε εκατομμύρια των ψηφοφόρων της θα θεωρούν εαυτά κομματικά άστεγα, ο Κώστας Καραμανλής θα πάρει την πρωτοβουλία για επανένωση της παράταξης, μέσω της δημιουργίας ενός νέου πολιτικού σχηματισμού, με άλλο όνομα. Δηλαδή, στα πρότυπα -έστω και υπό άλλες συνθήκες- της πρωτοβουλίας που είχε πάρει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν είχε διαδεχθεί τον Παπάγο, αλλά και στη Μεταπολίτευση, όταν είχε κρίνει ότι δεν θα ήταν δυνατόν να δημιουργήσει μια νέα κεντροδεξιά παράταξη συνεχίζοντας με την παλαιά ΕΡΕ.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο στοιχείο που θα παίξει τον ρόλο του τη χρονική στιγμή που θα αναλάβει ο Καραμανλής τη σχετική πρωτοβουλία. Θεωρείται βέβαιο ότι μέχρι τότε θα έχει παραδοθεί και θα έχει δει και το φως της δημοσιότητας το πόρισμα για τις υποκλοπές και τη συνωμοσία σε βάρος ακόμη και της ζωής του πρώην πρωθυπουργού. Είναι λογικό, επομένως, να θεωρεί ο Καραμανλής ότι δεν είναι μόνο οι αρνητικές εσωκομματικές εξελίξεις που θα επιβάλλουν την παρέμβασή του, αλλά και το ότι οι αποκαλύψεις σχετικά με το ποιοι υπονόμευαν σε σταθερή βάση τη διακυβέρνησή του θα αποτελούν, στην ελληνική κοινωνία, ένα πολιτικό πλεονέκτημα για αυτόν. Με βάση τα παραπάνω, ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε στο εσωτερικό της Ν.Δ. η υποδοχή -με συνθήματα μάλιστα όπως «Ηρθε η ώρα του Καραμανλή» και «Κώστα, προχώρα»- που επεφύλαξαν χθες στη Θεσσαλονίκη «γαλάζιοι» ψηφοφόροι στον κ. Καραμανλή, ο οποίος μετέβη στην εκλογική του περιφέρεια για να ενισχύσει την προεκλογική εκστρατεία του κόμματος.

Το σχέδιο για κυβέρνηση ειδικού σκοπού

Η δεύτερη συνέπεια του εκλογικού αποτελέσματος, και με δεδομένο ότι δεν θα υπάρξει αυτοδυναμία, θα είναι η προώθηση του σχεδίου μιας κυβέρνησης ειδικού σκοπού αμέσως μετά τις εκλογές, με τη συμμετοχή σε αυτήν και του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και με όσο το δυνατόν ευρύτερη κομματική εκπροσώπηση. Πρόκειται για σχέδιο ευρωπαϊκής έμπνευσης, κατ’ αρχήν, το οποίο συνεζητείτο και πριν από την προκήρυξη εκλογών. Μια τέτοια κυβερνητική εξέλιξη κρίνεται έξωθεν, αλλά και από συγκεκριμένα επιχειρηματικά κέντρα στην Ελλάδα, σκόπιμη, καθώς λαμβάνονται υπ’ όψιν:

  • Η διαφαινόμενη αδυναμία σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης και οι πιθανές δυσκολίες συνεννοήσεων, που, δημιουργούν κίνδυνο αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων, τις οποίες η Ευρώπη, που μας δανείζει, θέλει να αποτρέψει.
  • Η αποδοχή μεν της ανόδου της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα, πλην όμως και η αναγκαιότητα ελέγχου των κυβερνητικών της επιδόσεων, λόγω έλλειψης εμπειριών. Η απόκτηση κυβερνητικής εμπειρίας, μέσα από πειραματισμούς, κρίνεται επικίνδυνη στη φάση που βρίσκεται η χώρα.
  • Η ανάγκη να διευρυνθούν οι ευθύνες μιας δύσκολης διακυβέρνησης, εξαιτίας του εθνικού χρέους, μέσω μιας συλλογικότερης διακυβέρνησης, ώστε οι κομματικές τριβές να μην αποτελούν εμπόδιο στην εφαρμογή πολιτικών εξόδου από την κρίση και η κοινωνία να αποδέχεται ευκολότερα την αναγκαιότητα μέτρων και μεταρρυθμίσεων που κατατείνουν σε αυτό τον στόχο.

Το συγκεκριμένο σχέδιο, ειδικώς αυτό με την αναγκαστική συμμετοχή των δύο πρώτων κομμάτων, του κυβερνητικού και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι φυσικό να αφήνει εκτός του πρωθυπουργικού θώκου τόσο τον Αλέξη Τσίπρα όσο και τον Αντώνη Σαμαρά. Με πιο επώδυνη βεβαίως την εξέλιξη αυτή για τον δεύτερο, καθώς ενδεχομένως να τον ευνοεί μεν ο πρωταγωνιστικός ρόλος του κόμματός του στη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά όχι και η άμεση ευθύνη του ως «πρώτου μαέστρου της ορχήστρας».