Τη διαμόρφωση ενός σταθερού πλαισίου συνεργασίας με καθαρούς όρους και ορίζοντα τετραετίας, ζήτησε ο υπουργός Υγείας, Παναγιώτης Κουρουμπλής, από την αντιπροσωπεία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), τα μέλη της οποίας συνάντησε σήμερα παρουσία του πρόεδρου της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Φαρμακευτικών Βιομηχανιών και Συνδέσμων (EFPIA), Richard Bergström.

Η συμφωνία αυτή θα περιλαμβάνει τη δέσμευση, εκ μέρους των πολυεθνικών, ότι τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα διενεργηθούν στη Ελλάδα κλινικές μελέτες που θα αποφέρουν τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ, ενώ παράλληλα θα υλοποιηθούν και επενδύσεις στην παραγωγή και συσκευασία φαρμάκων.

Ο κ. Παναγιώτης Κουρουμπλής ζήτησε επίσης να υπάρξει ειδικό καθεστώς σε ό,τι αφορά τις τιμές των αντικαρκινικών φαρμάκων για τη διάρκεια της συμφωνίας, ώστε να μην αναγκαστεί η Ελλάδα να καταφύγει σε έκτακτα μέτρα στο πλαίσιο των συμφωνιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, όπως η υποχρεωτική αδειοδότηση φαρμάκων.

Από την πλευρά του, το υπουργείο δεσμεύτηκε να εκσυγχρονίσει το θεσμικό πλαίσιο για τη διεξαγωγή κλινικών μελετών και να εξετάσει το αίτημα τα εμβόλια, το ΕΚΑΣ και ο ΦΠΑ να μη συμπεριλαμβάνονται στη φαρμακευτική δαπάνη.

Ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ, Κ. Φρουζής, και ο R. Bergström χαρακτήρισαν τη συνάντηση ιδιαίτερα χρήσιμη και αναγνώρισαν την ανάγκη συμβολής τους στο κόστος της κάλυψης των ανασφάλιστων πολιτών της χώρας, δείχνοντας και διάθεση κατανόησης στο θέμα της προσαρμογής των τιμών των αντικαρκινικών φαρμάκων.

Στην αρχική του τοποθέτηση ο υπουργός Υγείας επισήμανε ότι τα τελευταία δέκα χρόνια η κατανάλωση φαρμάκου στην Ελλάδα αναλογούσε σε χώρα με πληθυσμό 40 εκατομμυρίων κατοίκων. Στηλίτευσε το γεγονός ότι αρκετές πολυεθνικές, παρά τον μεγάλο τζίρο τους, εμφανίζουν στους ετήσιους ισολογισμούς τους ζημίες, αντί για κέρδη, και διερωτήθηκε εάν συμβαίνει το ίδιο και σε άλλες χώρες, όπου δραστηριοποιούνται οι εν λόγω εταιρείες.

Ανέφερε, επίσης, πως οι επενδύσεις σε κλινικές μελέτες στην Ελλάδα το 2014 ήταν μόλις 80 εκατομμύρια ευρώ, τη στιγμή που σε χώρες, όπως το Βέλγιο και η Πορτογαλία, ανήλθαν σε 2 δισ. και 1 δισ. αντίστοιχα.

Οι δύο πλευρές συμφώνησαν στη σύσταση κοινής μικτής επιτροπής για τη διαμόρφωση του νέου πλαισίου συνεργασίας.