Της Νάνσυς Σπύρου-Εφημερίδα Παραπολιτικά


Νέα κόλπα βασισμένα σε παλιές ιδέες προωθεί το υπουργείο Οικονομικών και ο επικεφαλής του, Γιάννης Βαρουφάκης, προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο αιώνιος εχθρός της οικονομίας, που δεν είναι άλλος από τη φοροδιαφυγή.
Όπως προκύπτει από φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως του 2010, που φέρνουν σήμερα στο φως της δημοσιότητας τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ την περίοδο που υπουργός Οικονομικών ήταν ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου είχε ψηφίσει νόμο σύμφωνα με τον οποίο όποιος πολίτης αποκάλυπτε περιπτώσεις φοροδιαφυγής θα λάμβανε αμοιβή από το ελληνικό Δημόσιο, που είχε καθοριστεί στο 1/10 του συνολικού ποσού που θα εισέπραττε το κράτος. Συγκεκριμένα, στο ΦΕΚ της 23ης Απριλίου 2010 αναφέρεται ότι «όποιος καταγγείλει και πιστοποιηθεί φορολογική ή τελωνειακή παράβαση δικαιούται από το Δημόσιο αμοιβής. Η αμοιβή ισούται με το 1/10 των προστίμων που εισπράχθηκαν για την παράβαση και καταβάλλεται μετά την είσπραξή τους στον δικαιούχο, με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας του υπουργείου Οικονομικών. Με απόφαση του υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η αρμόδια υπηρεσία και η διαδικασία καταβολής στους δικαιούχους της αμοιβής που προβλέπεται στις προηγούμενες παραγράφους του άρθρου αυτού».

ΑΛΛΗΛΟΚΑΡΦΩΜΑΤΑ
Η απόφαση αυτή είχε ανοίξει την όρεξη σε πολλούς πολίτες και τα «αλληλοκαρφώματα» για μεγάλο διάστημα έπεφταν βροχή. Ομως η διαδικασία αποδείχθηκε εξαιρετικά πολύπλοκη, καθώς έπρεπε να προηγηθεί η είσπραξη των ποσών και να καθοριστούν όλες οι λεπτομέρειες για την αμοιβή όσων αποκάλυψαν φορολογικά σκάνδαλα. Αποτέλεσμα ήταν ο νόμος να μείνει στην ουσία ανενεργός, καθώς μπορεί ορισμένοι πολίτες να έφτασαν στην πηγή, δίνοντας ιδιαίτερα χρήσιμες πληροφορίες στον φοροελεγκτικό μηχανισμό, νερό όμως δεν ήπιαν, αφού δεν ξεπεράστηκαν ποτέ οι γραφειοκρατικές αγκυλώσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση πολίτη χάρη στις καταγγελίες του οποίου αποκαλύφθηκε φοροδιαφυγή εκατομμυρίων ευρώ από όμιλο επιχειρήσεων. Οι καταγγελίες που διαβιβάστηκαν αρμοδίως σταδιακά από το 2010 είχαν ως αποτέλεσμα να καταλογιστούν φόροι και πρόστιμα, ο ίδιος όμως ουδέποτε έφτασε στο ταμείο του Δημοσίου για να εισπράξει, σύμφωνα με τον νόμο του Γιώργου Παπακωνσταντίνου, το μερίδιο του 10%.
Αφού διαπίστωσε ότι ο νόμος δεν πρόκειται να εφαρμοστεί, ο καταγγέλλων έστειλε τον Ιούλιο του 2014 εξώδικο στο υπουργείο Οικονομικών και προσωπικά στον τότε υπουργό, Γκίκα Χαρδούβελη, για το οποίο έλαβε μια αόριστη απάντηση, περί παραβίασης του φορολογικού απορρήτου και των προσωπικών δεδομένων του καταγγελλομένου. Συγκεκριμένα, στο απαντητικό έγγραφο του υπουργείου περιγράφονται οι ενέργειες που έγιναν προκειμένου να λυθεί ο… γόρδιος δεσμός, αλλά και να αντιμετωπιστεί η γραφειοκρατική διαδικασία. «Προκειμένου να καταρτισθεί σχέδιο της παραπάνω απόφασης και λόγω της πολυπλοκότητας του συγκεκριμένου ζητήματος, πραγματοποιήθηκαν συσκέψεις με τη συμμετοχή εκπροσώπων από τις συναρμόδιες διευθύνσεις του υπουργείου μας, στις οποίες συζητήθηκαν τα θέματα αρμοδιότητας της κάθε μίας αναφορικά με την απόφαση αυτή (σ.σ.: Τον νόμο για την αμοιβή)... Μεταξύ των θεμάτων που τέθηκαν σε αυτές και αναφορικά με τη διαδικασία καταβολής στους δικαιούχους της προβλεπόμενης από τις εν λόγω διατάξεις αμοιβής από την αρμόδια Διεύθυνση Συντονισμού και Ελέγχου Εφαρμογής Δημοσιολογιστικών Διατάξεων, αναφέρθηκε ότι τα απαιτούμενα προς τούτο δικαιολογητικά οφείλουν να υποβάλλονται προς το Ελεγκτικό Συνέδριο, μεταξύ δε αυτών πρέπει να συμπεριλαμβάνεται και η οικεία απόφαση επιβολής προστίμου (ΑΕΠ) κατά του καταγγελμένου, η οποία θα εκδίδεται από την αρμόδια ελεγκτική Αρχή σαν συνέπεια της σχετικής με την αμοιβή καταγγελίας». Στη συνέχεια, το υπουργείο Οικονομικών θέτει θέμα προσωπικών δεδομένων, που βάζει φρένο στην είσπραξη της αμοιβής. «Από το γεγονός της διαβίβασης της ΑΕΠ (απόφασης επιβολής προστίμου) προς το Ελεγκτικό Συνέδριο προέκυψε ο προβληματισμός περί ενδεχόμενης παραβίασης τόσο των διατάξεων περί φορολογικού απορρήτου όσο και των διατάξεων περί προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων».

«Ο νόμος παραμένει μέχρι σήμερα αδρανής»

Για το θέμα του πολίτη που αξίωνε αμοιβή για φοροδιαφυγή που κατήγγειλε, ζητήθηκε η γνώμη του Νομικού Συμβούλου Φορολογίας, ο οποίος συμφώνησε ότι τίθεται θέμα παραβίασης των διατάξεων περί φορολογικού απορρήτου και προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, και πρότεινε να λυθεί το θέμα με νομοθετική ρύθμιση. Λύση όμως δεν βρέθηκε και ο καταγγέλλων επανήλθε με νέο εξώδικο προς τον Γκίκα Χαρδούβελη, που κοινοποιήθηκε και στον τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά και στο οποίο αναφέρει: «Από το τελευταίο έγγραφό σας δυστυχώς διαπίστωσα ότι ο νόμος... “αμοιβή για την αποκάλυψη φαινομένων παραβατικής συμπεριφοράς σε φορολογικές και τελωνειακές υποθέσεις” (…) μέχρι και σήμερα, 3-11-2014, δηλαδή για περισσότερα από τεσσεράμισι έτη, είναι ένας αδρανής νόμος». Στη συνέχεια της εξώδικης πρόσκλησης, ο καταγγέλλων σημειώνει: «Είναι λοιπόν τουλάχιστον λυπηρό στην εποχή μας, που η χώρα μαστίζεται από τη γνωστή κρίση, νομική και ηθική, τη διαφθορά και την ατιμωρησία, τη στιγμή που οι κυβερνήσεις και οι υπουργοί τους διαχρονικά ευαγγελίζονται την πάταξη της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς, την ίδια στιγμή να μένουν ανενεργοί και αδρανείς, κενοί περιεχομένου, νόμοι μόνο για τα μάτια του κόσμου, όπως ο παραπάνω, ενώ αυτονοήτως θα έπρεπε η Πολιτεία να μεριμνήσει ολοκληρωμένα για την πραγματική και πλήρη προστασία και άμεση αποζημίωση αυτών που επωνύμως αποκαλύπτουν και καταγγέλλουν υποθέσεις διαφθοράς, όπως ακριβώς γίνεται σε όλα τα πολιτισμένα κράτη του κόσμου». Μέχρι σήμερα, πέντε χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου, η αμοιβή δεν δόθηκε παρά τα απανωτά εξώδικα, γεγονός που προκαλεί ερωτήματα για το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινούνται οι «πράκτορες» του Γιάννη Βαρουφάκη.