Από τη στιγμή που ανακοινώθηκε η επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στη γερμανική πρωτεύουσα η καγκελαρία είχε επιδιώξει να μετριάσει τις προσδοκίες από αυτήν τη συνάντηση. Τόσο επειδή η γερμανική πλευρά δεν είχε ακόμη σχηματίσει εικόνα για τις προθέσεις της νέας ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και επειδή δεν ήθελε να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι «υποκαθιστά» τους θεσμούς ΕΚΤ, Κομισιόν και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Σύμφωνα με τον Έλληνα πρωθυπουργό, το ζητούμενο από την ελληνική πλευρά ήταν να αναδειχθούν από τη συζήτηση κοινοί τόποι αλλά να καταγραφούν οι υπάρχουσες διαφορές. Υπό αυτήν την οπτική η συζήτηση ήταν «γόνιμη», όπως υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας, σύμφωνα με την dw.de

Συμφωνούν στις μεταρρυθμίσεις

Υπάρχει διάθεση κοινής συνεργασίας

"Υπάρχει διάθεση κοινής συνεργασίας"

Στην κοινή συνέντευξη τύπου τόσο η καγκελάριος όσο και ο Έλληνας πρωθυπουργός εκφράστηκαν υπέρ μιας νέας αρχής στις ελληνογερμανικές σχέσεις. Περιγράφοντας τον κοινό στόχο η Α. Μέρκελ τόνισε: «Θέλουμε μια οικονομικά ισχυρή Ελλάδα, μια Ελλάδα που θα έχει ανάπτυξη, και προπαντός, μια Ελλάδα που θα ξεπεράσει την υψηλή ανεργία και ειδικά την πολύ υψηλή ανεργία στους νέους. Το ότι σε αυτό θα συμβάλουν διαρθρωτικές αλλαγές, μια σταθερή δημοσιονομική βάση, μια λειτουργική δημόσια διοίκηση νομίζω ότι αποτελούν κοινές αντιλήψεις και των δυό μας».

Η καγκελάριος απέφυγε στις δηλώσεις της να μιλήσει για επιτυχίες της Ελλάδας από την πολιτική που εφαρμόστηκε σε συνεννόηση με την τρόικα την τελευταία πενταετία. Πιθανώς να ήθελε κατά αυτόν τον τρόπο να μην δώσει εικόνα διάστασης απόψεων με τον Έλληνα πρωθυπουργό. Και πράγματι, στις δηλώσεις του ο κ. Τσίπρα επισήμανε ότι η πολιτική που ακολουθήθηκε δεν ήταν ένα «success story», αλλά αντίθετα οδήγησε στην αύξηση της ανεργίας, στη διόγκωση του δημοσίου χρέους και στη διεύρυνση της κοινωνικής ανισότητας.

«Και ενδογενείς αιτίες της κρίσης»

Με στρατιωτικές τιμές έγινε δεκτός ο Α. Τσίπρας από την καγκελάριο

Με στρατιωτικές τιμές έγινε δεκτός ο Α. Τσίπρας από την καγκελάριο

Παράλληλα ο έλληνας πρωθυπουργός διευκρίνισε ότι η κρίση, στην οποία έχει περιέλθει η Ελλάδα, έχει και ενδογενείς αιτίες, όπως η διαφθορά, η φοροδιαφυγή και η αναποτελεσματικότητα του κράτους. Όπως συμπέρανε ο πρωθυπουργός: «τούτη την ώρα, δεν πρέπει να γκρεμίσουμε ό,τι θετικό έγινε τα προηγούμενα χρόνια, αλλά να αλλάξουμε το μείγμα της πολιτικής προκειμένου να αντιμετωπίσουμε αυτές τις παθογένειες. Ο κοινός στόχος μας τώρα πρέπει να είναι η υλοποίηση μεγάλων και αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, αυτές που δεν έκαναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Μεταρρυθμίσεις που θα αποδώσουν κοινωνική δικαιοσύνη, που θα χτυπήσουν τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά και που θα αναγκάσουν να πληρώσουν μερίδιο στην κρίση αυτοί που μέχρι σήμερα έχουν αποφύγει να πληρώσουν».

Ο κ. Τσίπρας διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνησή του θα υλοποιήσει τις δεσμεύσεις που προκύπτουν από τις συμφωνίες αλλά «με προτεραιότητες που θα δημιουργούν προϋποθέσεις κοινωνικής συναίνεσης και διεξόδου από την κρίση». Από την πλευρά της η κ. Μέρκελ επέμενε μεν στην αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων, αναγνώρισε όμως το δικαίωμα πρωτοβουλίας της Ελλάδας στην υλοποίηση τους

Πολεμικές επανορθώσεις

Στη συνέντευξη τύπου ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στο θέμα των ελληνικών διεκδικήσεων από την γερμανική κατοχή. Ας σημειωθεί ότι για πρώτη φορά έλληνας πρωθυπουργός θέτει δημόσια τέτοιο θέμα στη Γερμανία. Πρόκειται για ένα ζήτημα, όπως σημείωσε ο κ. Τσίπρας, που έρχεται από το παρελθόν και ρίχνει σκιές στις σχέσεις των δύο χωρών διευκρινίζοντας στη συνέχεια: «το θέμα του κατοχικού δανείου και των γερμανικών επανορθώσεων δεν είναι για μάς ένα ζήτημα που αφορά πρωτίστως υλική διεκδίκηση. Είναι ένα ηθικό πρωτίστως θέμα. Πιστεύω ότι θα πρέπει να εργαστούμε οι δύο χώρες προκειμένου να αντιμετωπίσουμε αυτό το ηθικό θέμα».

Από την πλευρά της η καγκελάριος επανέλαβε την πάγια γερμανική θέση. «Κατά τη γνώμη της γερμανική κυβέρνησης το θέμα των επανορθώσεων έχει πολιτικά και νομικά κλείσει. Παράλληλα όμως έχουμε γνώση για τις θηριωδίες και τις αυθαιρεσίες του εθνικοσοσιαλισμού στην Ελλάδα». Το παρελθόν αυτό δεν είναι αρκετά γνωστό στη Γερμανία, αλλά θα πρέπει να γίνει. Για αυτό το λόγο έχει δημιουργηθεί, για παράδειγμα, το «Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον». Όπως διαβεβαίωσε η καγκελάριος, αυτό το θέμα θα συνεχίσει να απασχολεί τις ελληνογερμανικές συνομιλίες.