Από τις αρχές της δεκαετίας η οικονομία της Ελλάδας αποτελεί διεθνές θέμα συζήτησης, εντάσεων και προβληματισμού. Η χώρα βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα της διεθνούς ειδησεογραφίας με αποκορύφωμα το Μάιο του 2010 και έκτοτε συνεχίζει να συγκεντρώνει τα φώτα της δημοσιότητας, ιδιαίτερα όταν επίκειται κάποια συμφωνία στο πλαίσιο του Eurogroup, ή ακόμα και όταν αναμένονται τα αποτελέσματα μιας αξιολόγησης [1]. Έκτακτα δελτία και ειδικοί απεσταλμένοι διεθνών τηλεοπτικών δικτύων, νομπελίστες, διάσημοι οικονομικοί και πολιτικοί αναλυτές, κορυφαίοι πολιτικοί παράγοντες, εφημερίδες σε κάθε άκρη της γης ασχολούνται με την οικονομία της Ελλάδας.

Στο εσωτερικό της χώρας ήδη από τις Εθνικές εκλογές του 2009 είχε διαφανεί ότι το πολιτικό σύστημα έμπαινε συνολικά σε μακρά περίοδο αναταράξεων και ανασχηματισμού. Έκτοτε, οι παλινωδίες των κομμάτων σε σχέση με τις βασικές θέσεις που παρουσίαζαν στο εκλογικό σώμα, η διάψευση των όποιων προεκλογικών εξαγγελιών μετά από κάθε εκλογική διαδικασία, ακόμα και η σε ζωντανή μετάδοση, τύπου θρίλερ επί τρεις περίπου ημέρες, αναζήτηση πρωθυπουργού τον Νοέμβριο του 2011, συνιστούν μερικά μόνο κομμάτια από το χρονικό της δραματικής μεταβολής των συσχετισμών στο πολιτικό σύστημα. Για να καταλήξουμε στις αρχές του 2015 πια, σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά να επισημαίνεται η Ελλάδα ως η χώρα που πέρασε πρώτη στην Ευρώπη τον Ρουβίκωνα προς την Αριστερά [2]. Προς την αντι-λιτότητα όπως γράφουν οι ψυχραιμότεροι και περισσότερο γνώστες της ελληνικής πραγματικότητας, προς αυτό που αποκαλούν «radical left» εκείνοι που αναλύουν τον ΣΥΡΙΖΑ χωρίς να εμβαθύνουν στην ανθρωπογεωγραφία και στα πραγματικά πολιτικά συστατικά του μέρη [3].

Ο Μάιος του 2010 οπότε και υπογράφηκε το πρώτο Μνημόνιο από την κυβέρνηση Παπανδρέου μετά από το δραματικό διάγγελμα του ιδίου στο Καστελόριζο στις 23 Απριλίου 2010, de facto πια αποτελεί μια διαχωριστική γραμμή στη χρονολωρίδα μελέτης του ελληνικού πολιτικού συστήματος [4]. Δεν είναι απλώς ένα ορόσημο που χωρίζει περιόδους. Επέφερε μια συνολική μεταβολή στον τρόπο που μελετούμε τα πράγματα, αξιολογούμε τις ηγεσίες, αναψηλαφούμε τις πολιτικές των κομμάτων από την περίοδο της Μεταπολίτευσης και μετά.

Η θεμελιώδης μεταβολή που επήλθε είναι η άρρηκτη διασύνδεση πολιτικής και οικονομίας, η διαφοροποίηση του πρίσματος μελέτης, καθώς τίποτα πια πολιτικό δεν μπορεί να διαφεύγει από την διάσταση της οικονομίας και αντίστροφα. Η μεταβολή αυτή επιφέρει σημαντικές ανακατατάξεις αξιολόγησης και μελέτης σε όλες τις πολιτικές περιόδους στην Ελλάδα. Αναζωπυρώνει το ενδιαφέρον μελέτης και αναδιαρθρώνει το πρίσμα εξέτασης με προβολή στο παρελθόν και στο μέλλον.

Το πώς φτάσαμε ως εδώ, το πώς πρέπει να προχωρήσουμε στο μέλλον είναι ζητήματα που πλέον αποκτούν άλλη οπτική. Συζητάμε, με δυο λόγια, για την ανάδυση και την πλήρη εδραίωση στο εγχώριο πεδίο της Πολιτικής Οικονομίας. Σε διεθνές επίπεδο από την δεκαετία του 1970 η Διεθνής Πολιτική Οικονομία αποτελεί εργαλείο και αναλυτικό πλαίσιο κατανόησης των πολιτικοοικονομικών αλληλεπιδράσεων [5]. Στην Ελλάδα, αν και μπορεί κανείς να εντοπίσει αρθρογραφία και μελέτες που να προσεγγίζουν τα ζητήματα υπό αυτό το πρίσμα, δεν παρατηρείται μια συνεκτική, συνεπής και διαρκής εξέταση υπό αυτόν καθαυτόν τον ερευνητικό φακό. Και κυρίως δεν ήταν εύκολο να βρει κανείς κείμενα που να μην «παρασύρονται» είτε από την πολιτική, είτε από την οικονομία μεμονωμένα.

Συχνά ακούμε να αναζητείται η θέση και η άποψη της επιστημονικής κοινότητας σχετικά με όσα συνέβησαν στην ελληνική πολιτική και την οικονομία. «Που ήταν οι ακαδημαϊκοί όταν κατευθυνόμασταν στα βράχια ;» λένε πολλοί. Από την άλλη πλευρά, εντός του Κοινοβουλίου και στο δημόσιο διάλογο έχουν λάβει χώρα έντονες λογομαχίες για τις συνθήκες που οδήγησαν στα γεγονότα του Μαΐου του 2010. Και συνήθως εκεί είναι που ξεκινά μια ατέρμονη κουβέντα με στενά κομματικά χαρακτηριστικά, με στόχο να σχηματοποιηθεί η πίθος της συνολικής ευθύνης και να φορτωθεί σε κάποια κυβέρνηση, μοιραίως σε κάποια προηγούμενη και όλο παραπίσω. Αυτό το κλίμα έχει μεταφερθεί και στους πολίτες, στην κοινή γνώμη, που επίσης αρκετές φορές διέπεται από κομματικές αφετηρίες και ο καθένας υιοθετεί όσα τον βολεύουν για το συμπέρασμα που έχει εκ των προτέρων αποφασίσει να υποστηρίξει.

Σε τέτοιου είδους ερωτήματα, το έσχατο καταφύγιο συγκροτημένης μελέτης παραμένει η ακαδημαϊκή κοινότητα. Για να προσπαθήσει με μεθοδολογικά αναλυτικά εργαλεία να δώσει απαντήσεις, να ρίξει φως και να θέσει μια σειρά εμπεριστατωμένων αναλύσεων στη διάθεση όλων.

Το βιβλίο «Η Ελληνική Πολιτική Οικονομία 2000-2010: Από την ΟΝΕ στον Μηχανισμό Στήριξης», που επιμελούνται ο Παντελής Σκλιάς, Καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, και ο Σπυρίδων Ρουκανάς, Λέκτορας του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, έρχεται να καλύψει ακριβώς αυτό το κενό. Να φωτίσει την δεκαετία 2000 – 2010 που έχει αποτελέσει αντικείμενο σοβαρών αντεγκλήσεων, και να θεμελιώσει με επιστημονικό αναλυτικό πλαίσιο την «Ελληνική Πολιτική Οικονομία» ως ένα διακριτό ερευνητικό αντικείμενο εντός της ευρύτερης θεώρησης της διεθνούς και ευρωπαϊκής πολιτικής οικονομίας.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

«Πραγματικά νομίζω ότι ο συλλογικός αυτός τόμος θα προσφέρει πολλά όχι μόνο στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, όχι μόνο στους φοιτητές αλλά και τους φτασμένους επιστήμονες για την κατανόηση των αιτιών της κρίσης, αλλά θα αποτελέσει ίσως και την βάση πάνω στην οποία θα στηριχθούν και παραπέρα δημοσιεύσεις εντός της Ελλάδος και στο εξωτερικό, πάνω σε ένα θέμα το οποίο θα απασχολεί για πάρα πολλά χρόνια, ίσως και για δεκαετίες την επιστημονική κοινότητα και τους οικονομολόγους», είπε μεταξύ άλλων ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης, ομότιμος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών και Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. της Τράπεζας Πειραιώς κατά την κεντρική παρουσίαση του βιβλίου από τις Εκδόσεις Λιβάνη στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών στις 13 Νοεμβρίου 2014 [6].

«Τα κεφάλαια του βιβλίου φιλοδοξούν να αναδείξουν τους κύριους παράγοντες που διαμόρφωσαν την ελληνική πολιτική οικονομία. Σημείο αφετηρίας της παρούσας μελέτης είναι η ένταξη της χώρας μας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση, καθώς αυτή οδήγησε στην περαιτέρω ενσωμάτωση της Ελλάδας στις δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στα επιμέρους κεφάλαια του συλλογικού τόμου αναλύονται οι κίνδυνοι, οι ευκαιρίες και οι λανθασμένες επιλογές που πραγματοποιήθηκαν μετά την ένταξη της χώρας μας στην ΟΝΕ, σε ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον», είπε ο Σπυρίδων Ρουκανάς στην ίδια εκδήλωση.

Για τον Παντελή Σκλιά, η συγγραφή ενός τέτοιου βιβλίου, έχω την αίσθηση ότι αποτελούσε μια ακαδημαϊκή εκκρεμότητα που ήρθε η ώρα να τακτοποιηθεί. «Πέρα από τη Νέμεση και τη σωτηρία» ήταν ο τίτλος του εναρκτήριου άρθρου που υπέγραφε μαζί με τον Νικόλαο Τζιφάκη, Επίκουρο Καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, στο συλλογικό τόμο που επιμελήθηκαν, «Greece's Horizons: Reflecting on the Country's Assets and Capabilities» και που εκδόθηκε το 2013 [7]. Σε αυτό το βιβλίο κατά κύριο λόγο καταγράφεται η αντίστροφη πορεία, δηλαδή μια πρόταση διεξόδου και ευκαιριών για την Ελληνική Πολιτική Οικονομία μετά την θύελλα. Η συστηματική, όμως, μελέτη της δεκαετίας που καθορίζεται από την είσοδο στην Ευρωζώνη μέχρι το πρώτο Μνημόνιο του 2010, παρέμενε σε αναμονή.

«Η Ελληνική Πολιτική Οικονομία κατά την περίοδο που εξετάζεται (2000 – 2010) χαρακτηρίζεται από μια σειρά επιχειρημάτων αποσπασματικού χαρακτήρα, που αξιοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό για να αιτιολογήσουν συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές. Τα αποκαλούμε «αποσπασματικού χαρακτήρα» διότι επικεντρώνονται στο νούμερο της μεταβλητής, χωρίς όμως να επιχειρείται ανάλυση των συνθετικών χαρακτηριστικών που την προσδιορίζουν», υπογράμμισε ο Παντελής Σκλιάς στην προαναφερθείσα εκδήλωση παρουσιάζοντας τους λόγους για τους οποίους γράφτηκε το βιβλίο «Η Ελληνική Πολιτική Οικονομία 2000-2010».

Εδώ αναδύεται μια ακόμα διάσταση που συνήθως διέτρεχε την μελέτη της πολιτικής και της οικονομίας στην Ελλάδα. Αυτή δεν είναι άλλη από την συχνή απομόνωση του αριθμού προκειμένου να στηριχθεί μια θέση, είτε για να εξωραϊστεί μια κατάσταση, είτε για να δικαιολογηθεί κάποιο ακραίο μέτρο που έπρεπε να παρθεί σε δημοσιονομικό επίπεδο, κυρίως μετά την ένταξη στον Μηχανισμό Στήριξης. «Οι αριθμοί κρύβουν πίσω τους ανθρώπους», λένε πολλοί, για την «αμείλικτη αλήθεια των αριθμών» μιλούν άλλοι. Όμως, η Πολιτική Οικονομία επιφέρει το συγκερασμό τέτοιων θεωρήσεων και ειδικά αυτό το βιβλίο συμπυκνώνει αρμονικά πλήθος έγκυρων αριθμητικών δεδομένων, ποσοστών και πινάκων, δημοσιονομικών και τραπεζικών απεικονίσεων, εμπεριστατωμένων οικονομικών αναλύσεων και αναλυτικών εργαλείων αποτίμησης πολιτικών χωρίς να αγνοεί τις κοινωνικές διαστάσεις και το πολιτικό στερέωμα που μεταβλήθηκε αποφασιστικά.

Άλλωστε, το βιβλίο αυτό, εκ της φύσης και της σύνθεσης των συγγραφέων των κειμένων που περιλαμβάνει, επιβάλει την διεπιστημονική προσέγγιση. Ο συνδυασμός διαφορετικών γνωστικών αντικειμένων, όπως της πολιτικής οικονομίας, των διεθνών οικονομικών σχέσεων, της ευρωπαϊκής πολιτικής οικονομίας και της διεθνούς πολιτικής οικονομίας, αποτελεί απαραίτητο εργαλείο για να κατανοηθούν οι πολύπλοκες σύγχρονες δομές της παγκόσμιας οικονομίας.

Η συνεισφορά του γνωστικού αντικειμένου της πολιτικής οικονομίας επικεντρώνεται στην παραδοχή ότι η οικονομική επιστήμη αποτελεί μια κοινωνική επιστήμη η οποία είναι ιδιαίτερα περιοριστική, καθώς επιχειρεί την κατανόηση της σύγχρονης οικονομίας εντός ενός αυστηρά μαθηματικοποιημένου πλαισίου. Η μηχανιστική προσέγγιση στην κατανόηση της παγκόσμιας οικονομίας είναι ιδιαίτερα περιοριστική σε ένα διεθνές οικονομικό περιβάλλον που γίνεται ολοένα και πιο σύνθετο.

Γι’ αυτό και σε ό,τι αφορά στην ελληνική πραγματικότητα, δε θα μπορούσε να αξιολογηθεί η Ελληνική Πολιτική Οικονομία παρά μόνο μέσα από μια επίπονη προσπάθεια «εξάρτησης διαδρομής», δηλαδή μέσα από την ιστορική διάσταση της ανάλυσης, με έμφαση στις δύο προηγούμενες δεκαετίες. Αυτή ακριβώς η διάσταση αποτελεί τη συνεισφορά του βιβλίου στην ελληνική βιβλιογραφία, στο βαθμό που η προσπάθεια εξήγησης της ελληνικής κρίσης αγνοεί συνήθως την ιστορική της διάσταση, υιοθετώντας μια αποσπασματικού τύπου προσέγγιση.

Όπως έχει πολλές φορές εντοπιστεί από αναλυτές, σημαντικό μέρος των διαρθρωτικών αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας είναι άμεσα συνδεδεμένο με τις πολιτικές των δεκαετιών του 1980 και του 1990 στην Ελλάδα, τον πατερναλιστικού τύπου καπιταλισμό αλλά και με τον στρεβλό τρόπο διαμόρφωσης των κριτηρίων της Συνθήκης του Μάαστριχτ από τα κράτη-μέλη τής (τότε) ΕΟΚ. Στην συνέχεια, η Ελλάδα πέτυχε την ένταξή της στην ΟΝΕ βασιζόμενη, ουσιαστικά, στη συναλλαγματική πολιτική, σε μια φαινομενική βελτίωση των δημοσιονομικών δεικτών και εκμεταλλευόμενη ένα γενικότερο περιβάλλον «ελαστικότητας» όσον αφορά την ερμηνεία των κριτηρίων ένταξης. Η διεθνής οικονομική κρίση επέφερε συνέπειες που ήταν καταλυτικές για τις εξελίξεις στην Ελληνική Πολιτική Οικονομία μετά το 2008, αφού αυτή έπαιξε το ρόλο του επιταχυντή στην εκδήλωση της ελληνικής κρίσης χρέους, η οποία, τελικά, εξελίχτηκε σε κρίση δανεισμού. Στα επιμέρους κεφάλαια του συλλογικού τόμου αναλύονται οι κίνδυνοι, οι ευκαιρίες και οι λανθασμένες επιλογές που πραγματοποιήθηκαν μετά την ένταξη της χώρας μας στην ΟΝΕ, σε ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον.

Είναι ενδιαφέρον και χρήσιμο να διαβάσει κανείς στο ίδιο βιβλίο τον τρόπο με τον οποίο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα απέτυχε να διαχειριστεί σωστά τον κίνδυνο που δημιουργήθηκε από την ίδια την ραγδαία ανάπτυξή του και σε άλλο κείμενο να στοιχειοθετείται το ότι η επιθετική θεραπεία που επιβλήθηκε από τους όρους στήριξης της ελληνικής οικονομίας, μέσω της εσωτερικής υποτίμησης, αποδείχθηκε πολύ υψηλού οικονομικού και κοινωνικού κόστους και είναι ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη. Αυτό είναι και το σημαντικό χαρακτηριστικό αυτού του βιβλίου. Δεν δίδεται στον αναγνώστη κάποια μονοδιάστατη ανάλυση, αλλά παρουσιάζεται πλήθος στοιχείων που στοχεύει στην σύνθεση και την πολυεπίπεδη διερεύνηση υπό το πρίσμα μιας συνεπώς και συστηματικώς υπηρετούμενης διεπιστημονικότητας.

Συνολικά στο βιβλίο υπάρχουν κείμενα 23 ακαδημαϊκών, αναλυτών, ερευνητών που συγκροτούν ένα συλλογικό τόμο 512 σελίδων στις οποίες παρατίθεται πλούσια τεκμηρίωση και πλήθος βιβλιογραφικών αναφορών οι οποίες, με την σειρά τους, μπορούν να βοηθήσουν τον αναγνώστη να εμβαθύνει ακόμα περισσότερο. Όπως αναφέρουν και οι επιμελητές του τόμου, «ευελπιστούμε ότι αυτού του είδους η αποτίμηση ξεπερνά τις περιγραφικές αναφορές που, κατά γενική ομολογία, κυριαρχούν στην ελληνική βιβλιογραφία για το εν λόγω θέμα. Η συνεισφορά σημαντικών και έγκριτων συναδέλφων επιστημόνων από ένα μεγάλο εύρος πανεπιστημιακών ιδρυμάτων της χώρας μάς έδωσε ουσιαστική ώθηση σε αυτή την προσπάθεια» [8].

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ

Το βιβλίο χωρίζεται σε τέσσερα μέρη:

  • Στο πρώτο μέρος αναλύονται οι συνθήκες που επικρατούσαν στην ελληνική οικονομία πριν από την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, αλλά και μετά από αυτήν.
  • Στο δεύτερο μέρος αναλύεται η δημοσιονομική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας την περίοδο 2004-2009.
  • Όμως η μελέτη της ελληνικής οικονομικής κρίσης είναι ελλιπής χωρίς την παράλληλη αξιολόγηση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και των συνεπειών της στην ευρωπαϊκή οικονομία. Άλλωστε η διεθνής οικονομική κρίση τροφοδότησε την ευρωπαϊκή οικονομική κρίση, που εκδηλώθηκε με δύο μορφές: Είτε ως τραπεζική κρίση είτε ως κρίση χρέους, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση την Ελλάδα.
  • Υπό αυτό το πρίσμα, αναλύονται στο τρίτο μέρος του βιβλίου οι επιδράσεις της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Η παγκόσμια οικονομική κρίση αποτέλεσε σημείο καμπής για την ελληνική οικονομία, γιατί ανέδειξε ένα δομικό δημοσιονομικό πρόβλημα, το ζήτημα του υψηλού δημόσιου χρέους.
  • Στο τέταρτο μέρος αναλύονται βασικά δημοσιονομικά μεγέθη και ο τρόπος με τον οποίο αυτά επηρέασαν την ένταξη της χώρας στον Τριμερή Μηχανισμό Στήριξης.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

[1] A Antoniades, ‘At the Eye of the Cyclone: The Greek Crisis in Global Media’ in Greece’s Horizons, P Sklias & N Tzifakis (eds), The Konstantinos Karamanlis Institute for Democracy Series on European and International Affairs, Springer Berlin Heidelberg, 2013, pp. 11–25, [accessed 29 June 2014].
[2] M Blyth & C Ban, ‘Austerity vs. Democracy in Greece’, in Foreign Affairs, , 2015, [accessed 27 February 2015].
[3] S O’Grady, ‘9 reasons Greece’s experiment with the radical left is doomed to failure’, in The Independent, , 2015, [accessed 28 February 2015].
[4] kathimerini.gr, ‘Πώς φθάσαμε στο Μνημόνιο του 2010’, , 2014, [accessed 28 February 2015].
[5] Π Σκλιάς, Σ Ρουκανάς & Γ Μαρής, Η πολιτική των διεθνών και ευρωπαϊκών οικονομικών σχέσεων, Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση, 2012, , pp. 19–27.
[6] Η Ελληνική Πολιτική Οικονομία 2000-2010 - Εκδόσεις Λιβάνης, , 2014, [accessed 2 March 2015].
[7] N Tzifakis & P Sklias, ‘Beyond Nemesis and Salvation: A Reorientation of the Debate on the Greek Economic Crisis’, in Springer, Greece’s Horizons: Reflecting on the Country’s Assets and Capabilities, 2013, 1–7.
[8] Σ Ρουκανάς & Π Σκλιάς, Η ελληνική πολιτική οικονομία 2000 - 2010 : Από την ΟΝΕ στο μηχανισμό στήριξης, Αθήνα, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη, 2014, , p. 479.

Πηγή: foreignaffairs.gr