Το φετινό Πάσχα η αγορά σταυρώνεται μέσα στο κλίμα ανασφάλειας και φόβου που επικρατεί σχετικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Τα διάφορα σενάρια περί αδυναμίας συμφωνίας της Κυβέρνησης με τους Ευρωπαίους εταίρους και αθέτησης της πληρωμής των υποχρεώσεων στους δανειστές της με όλα τα οικονομικά συμφραζόμενα που αυτό συνεπάγεται, έχουν προκαλέσει ένα διαρκές μούδιασμα σε επιχειρηματίες και καταναλωτές. Είναι ενδεικτικό ότι η πασχαλινή εορταστική αγορά ήταν υποτονική και κινήθηκε φέτος ακόμα χαμηλότερα από τα ήδη χαμηλά περυσινά επίπεδα.

Η ατμόσφαιρα μυρίζει “ρήξη” και οι σπασμωδικές κινήσεις πολιτών και επιχειρήσεων αποτυπώνονται στην εκροή €26 δισεκατομμυρίων από τις ελληνικές τράπεζες προς ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και "ασφαλή" μπαούλα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το εγχώριο τραπεζικό σύστημα να χάνει σε καταθέσεις, οι οποίες για πρώτη φορά έχουν μειωθεί στα €138 δισεκατομμύρια, κάτι που αυξάνει την ανησυχία για την προοπτική βιώσιμης ανάπτυξης για την οικονομία, αφού κεντρική προϋπόθεση αυτής, είναι οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες να κυμαίνονται στα €200 δισεκατομμύρια.

Το ίδιο ανησυχητικό είναι ότι πάνω από €15 δισεκατομμύρια διεθνών κεφαλαίων ρευστοποιήθηκαν, εγκαταλείποντας το Ελληνικό Χρηματιστήριο, τη στιγμή που ένας από τους μεγαλύτερους χρηματοπιστωτικούς οίκους αξιολόγησης υποβαθμίζει για άλλη μια φορά την ελληνική οικονομία και τις συστημικές τράπεζες κατά τρεις ολόκληρες βαθμίδες με την αιτιολόγηση να αφορά στην υψηλή έλλειψη πρόσβασης στην αγορά, στις αβέβαιες προοπτικές έγκαιρης εκταμίευσης από φορείς και στις συνθήκες περιορισμένης ρευστότητας στον εγχώριο τραπεζικό φορέα.

Παρά τις κινήσεις της Κυβέρνησης να καταλήξει σε μια συμβιβαστική επωφελή για την Ελλάδα συμφωνία, έχουν περάσει σχεδόν τρείς μήνες από τον σχηματισμό της και δεν υπάρχουν ακόμη συγκεκριμένες εγγυήσεις για τις “βαθιές μεταρρυθμίσεις” που συνεχώς ανακοινώνει. Κι όσο οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι επιδιώκουν να στεριώσουν στο συλλογικό υποσυνείδητο ότι τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όσο και οι Ευρωπαίοι εταίροι τηρούν “σκληρή στάση” απέναντι στη χώρα μας, αυτό δεν αρκεί για να συγκινηθεί η διεθνής κοινότητα των θεσμών και να εκταμιευθεί η δόση των €7,2 δισεκατομμυρίων που αφορά στο 2014 και συνεχίζει να εκρεμμεί. Εξακολουθεί να υπάρχει η ανάγκη, μετά τη παρουσίαση στο EuroWorking Group, η τελική έγκριση στο επικείμενο Eurοgroup της 24ης Απριλίου, ενός πακέτου μέτρων επαρκώς κοστολογημένου στα €6,1 δισεκατομμύρια που να υπηρετεί τον στόχο του 1,5% του ΑΕΠ για το πρωτογενές πλεόνασμα και του 1,4% για θετικό ρυθμό ανάπτυξης.

Η Κυβέρνηση δεν συνυπολογίζει όμως ότι κάθε καθυστέρηση και κάθε “λεονταρισμός” στερεί από τη χώρα και τα φυσικά και νομικά πρόσωπα τη διεθνή αξιοπιστία που έχουν ανάγκη για να συνεχίζουν τις συναλλαγές τους με την ευρωπαϊκή και διεθνή κοινότητα. Είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσει ότι διαταράσσονται μέρα με τη μέρα οι συναλλακτικές επιχειρηματικές σχέσεις με προμηθευτές στο εξωτερικό, λόγω μιας μετέωρης αντίληψης ότι η χώρα κινδυνεύει να εγκαταλείψει το κοινό νόμισμα της Ευρωζώνης.

Το τελευταίο διάστημα οι μικρομεσαίοι επιχειρηματιές της αγοράς- ειδικά όσοι ανήκουμε στον κλάδο του εμπορίου και στην εγχώρια βιομηχανία και μεταποίηση - γινόμαστε μάρτυρες της καχύποπτης διεθνούς επιχειρηματικής κοινής γνώμης, όταν απαιτείται να προεξοφλούμε εις ολόκληρον και μάλιστα τοις μετρητοίς τις παραγγελίες που έχουμε ανάγκη από το εξωτερικό, ακόμη κι όταν με τον αντισυμβαλλόμενο έχουμε μακρά σχέση συνεργασίας και προσωπική επαφή. Ο φόβος όμως της αφερεγγυότητας δεν σχετίζεται πλέον με τη συναλλακτική συμπεριφορά μιας επιχείρησης αλλά κυρίως με αυτή της χώρας. Αυτό έχει αλυσιδωτές συνέπειες. Γιατί για παράδειγμα όταν αυτή η πρακτική απαιτείται να ακολουθηθεί από τουλάχιστον 200.000 μικροεισαγωγικές επιχειρήσεις ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες ζήτησης, αυτές θα εξαναγκαστούν να φανούν ασυνεπείς στις υποχρεώσεις τους προς τους εργαζομένους, τα Ασφαλιστικά Ταμεία και την Εφορία.

Κάθε απόφαση λοιπόν που θα δίνει αίσιο τέλος στο οικονομικό ζήτημα της χώρας θα δίνει και μια ανάσα στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες που για άλλη μια φορά βιώνουν το “μαρτύριο της σταγόνας” και βλέπουν τις δραστηριότητές τους να παγώνουν. Ο Ελληνικός λαός στις 25 Ιανουαρίου δεν ψήφισε ούτε για εθνικό αυτοχειριασμό, ούτε για δολοφονία της αγοράς, ούτε για αφαίμαξη των Ελλήνων πολιτών. Αντιθέτως, ψήφισε πράγματι για έναν “έντιμο συμβιβασμό” με τον όρο φυσικά αυτός να πραγματοποιηθεί μέσα στην Ευρωζώνη και με τις συνθήκες που θα ευνοούν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Όσο γρηγορότερα γίνει αυτός τόσο γρηγορότερα θα λάμψει το φως της Ανάστασης για την αγορά και τους πολίτες αυτής της Χώρας.