Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών έχει περιορισμένες προσδοκίες σχετικά με το τι θα προκύψει από το επικείμενο Eurogroup στη Ρίγα για την Ελλάδα.

Όπως είπε ο εκπρόσωπος του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, Μάρτιν Γιέγκερ, σε ενημέρωση που έκανε την Τετάρτη στους δημοσιογράφους, «Έχουμε διαχειρίσιμες προσδοκίες από το Eurogroup. Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης αναμένουν μια ενδιάμεση έκθεση για την Ελλάδα κατά τη συνάντηση στη Ρίγα».

Όπως αναφέρει το Reuters που μεταφέρει και τη δήλωση του Γιέγκερ, οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης περίμεναν τη λίστα που θα παρουσίαζε η ελληνική πλευρά την Παρασκευή, αλλά τέτοιες ελπίδες, μάλλον, δεν υπάρχουν.

Ρέγκλινγκ: Δεν έχουμε δει ακόμη ολοκληρωμένο σχέδιο μεταρρυθμίσεων

«Δεν έχουμε δει ακόμη ένα ολοκληρωμένο σχέδιο μεταρρυθμίσεων από την ελληνική πλευρά», δήλωσε ο επικεφαλής του ESM, Klaus Regling, σε συνέντευξή του στο πρακτορείο ΜΝΙ, ως την αιτία για την αργή πρόοδο των διαπραγματεύσεων.

Όπως τόνισε ο Regling, «δεν γνωρίζουμε πώς θα είναι οι προϋπολογισμοί για το 2015 και το 2016 και επίσης υπάρχουν πολλά πισωγυρίσματα σε ορισμένους τομείς, τα οποία έρχονται σε αντίθεση με ό,τι συμφωνήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου. Η ελληνική κυβέρνηση υπαναχωρεί σε ορισμένους τομείς που κοστίζουν λεφτά».

Και διευκρίνισε τονίζοντας ότι υπάρχουν προτάσεις που έχουν δοθεί στο κοινοβούλιο για αύξηση των συντάξεων, του κατώτατου μισθού και κάποια φορολογικά θέματα. «Όλα αυτά θα αυξήσουν το έλλειμμα. Μέχρι στιγμής δεν έχω δει κάποιο αντισταθμιστικό μέτρα που να τα εξισορροπεί αυτά».

Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «το Eurogroup δήλωσε πολλές φορές ότι η νέα κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να προσαρμόσει συγκεκριμένα μέτρα, να εισάγει τις δικές της προτεραιότητες και προτιμήσεις. Αλλά στο τέλος πρέπει να υπάρχει ένα αποτέλεσμα. Εάν μια χώρα θέλει οι εταίροι της να χρηματοδοτούν το κενό, δεν είναι δυνατό να παίρνουν μέτρα που αυξάνουν το κενό χωρίς τη συμφωνία των εταίρων, διότι από αυτούς θα ζητηθεί να πληρώσουν και δεν θα το κάνουν αυτό».

Επίσης, τόνισε ότι ένας λόγος για τον οποίο οι διαπραγματεύσεις σημειώνουν τόσο μικρή πρόοδο, είναι και το γεγονός ότι οι θεσμοί δεν έχουν πρόσβαση στα στοιχεία. Σε ερώτηση για το εάν η ελληνική πλευρά αρνηθεί να δώσει την απαραίτητη πρόσβαση στα στοιχεία, απάντησε ότι «τότε δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία».

Ο Klaus Regling πρόσθεσε πως ο ESM είναι προετοιμασμένος για όλα τα σενάρια, αλλά ένα Grexit ή ένα πιστωτικό γεγονός δεν αποτελεί το βασικό του σενάριο. «Αλλά εάν συμβεί και εργαζόμαστε πολύ, πολύ σκληρά για να το αποφύγουμε, τότε θεωρώ ότι θα υπάρξει μεγάλη αβεβαιότητα διότι δεν έχουμε παρόμοια εμπειρία.

Ωστόσο, σίγουρα κάτι τέτοιο θα ήταν περισσότερο διαχειρίσιμο σε σχέση με πριν από 5-6 χρόνια, διότι τώρα έχουμε νέους θεσμούς, τον EFSF, τον ESM, ενώ και άλλες χώρες της ευρωζώνης έχουν σημειώσει τεράστια πρόοδο στην προσαρμογή, όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία. Οι χώρες αυτές είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση σήμερα».

Απαντώντας δε σε σχετική ερώτηση, τόνισε ότι είναι πιθανό τις επόμενες εβδομάδες να επιτευχθεί μια συμφωνία, εάν οι διαπραγματεύσεις «τρέξουν» πολύ περισσότερο από ό,τι στους τελευταίους μήνες.

Υπογράμμισε ακόμη, αναφερόμενος στο ενδεχόμενο η ελληνική πλευρά να προσδοκά την «υποχώρηση» των θεσμών και την χορήγηση ρευστότητας, διότι δεν θέλουν ένα πιστωτικό γεγονός ή ένα ατύχημα, ότι «οι διαδικασίες μας για την χορήγηση δανείων είναι πολύ σαφείς, πολύ καλά εδραιωμένες. Συνδέεται με όρους, είναι σαφώς γραμμένο στην συνθήκη του ESM. Χρειαζόμαστε μια ομόφωνη απόφαση από τους μετόχους μας και την έγκριση έξι εθνικών κοινοβουλίων και τα κοινοβούλια σίγουρα θα ελέγχουν πολύ προσεκτικά εάν αυτοί οι όροι εκπληρούνται».

Για το ζήτημα των 1,9 δισ. ευρώ από τα κέρδη του SMP και με ποιον τρόπο θα εκταμιευθούν στην Ελλάδα, ο Klaus Regling δήλωσε ότι «αυτό χρειάζεται την έγκριση του Eurogroup. Αλλά το Eurogroup συνέδεσε την εκταμίευση με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και πιστεύω ότι οι υπουργοί Οικονομικών θα πρέπει επίσης να εξηγήσουν στα κοινοβούλιά τους εάν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις ή όχι. Αυτή τη στιγμή, η κατάσταση έχει γίνει τόσο αμφιλεγόμενη, που οι υπουργοί θα μιλήσουν πρώτα στα κοινοβούλιά τους».