Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, το ανθρώπινο δυναμικό της χώρας, αποτελείται από τρία εκατομμύρια συνταξιούχους, ενάμισι εκατομμύριο ανέργους, άλλους τόσους πού είναι κάτω των δεκαοκτώ ετών- δηλαδή άτομα που δεν έχουν μπει ακόμα επισήμως στην αγορά εργασίας και επτακόσιους πενήντα χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους.

Με άλλες λέξεις , ο αριθμός αυτών που πληρώνουν εισφορές διαρκώς περιορίζεται ενώ ο αριθμός των συνταξιούχων αυξάνεται. Και το ερώτημα που τίθεται είναι, πως θα βγει η χώρα απ το αδιέξοδο του να δουλεύουν λιγότεροι για να συνταξιοδοτούνται περισσότεροι, ενώ θα συνταξιοδοτηθούν από τις εισφορές ακόμη λιγότερων.

Μπορεί η απάντηση και η λύση του προβλήματος να βρεθεί με το να δουλεύουμε περισσότερα χρόνια, να δίνουμε μεγαλύτερες εισφορές και στο τέλος να πάρουμε μικρότερη σύνταξη;

Το ασφαλιστικό πρόβλημα είναι ίσως το σημαντικότερο και το κρισιμότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα.

Δεν είναι άλλωστε υπερβολή να λεχθεί ότι η χώρα χρεοκόπησε κυρίως απ το ασφαλιστικό. Και το ζήτημα αυτό, δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι ταυτόχρονα πολιτικό, αξιακό και θεσμικό. Δεν είναι απλώς μια αποτύπωση αριθμών, εμπεριέχει αξιολογήσεις και πολιτικές αποφάσεις που κάνουν το όλο ζήτημα πολύ πιο περίπλοκο απ ότι η συζήτηση των ορίων ηλικίας και των συντάξεων.

Το πολιτικό σύστημα στο σύνολο του δεν κατάφερε ποτέ να λύσει αυτόν το γόρδιο δεσμό αν και γνώριζε τους κινδύνους που εγκυμονούσε η μη επίλυση του.

Όσες προσπάθειες έγιναν κατά καιρούς, είτε σταμάτησαν εν τω γενέσθαι είτε ακυρώθηκαν μετά από τις αντιδράσεις κομμάτων και της κοινωνίας συνολικά.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η προσπάθεια Γιαννίτση , το 2001. Το ίδιο το ΠΑΣΟΚ του οποίου υπήρξε αρμόδιος υπουργός , πρωταγωνιστικά και επιτυχώς – πέραν της αντιπολίτευσης που αυτονοήτως το έκανε , πολέμησε αυτή τη μεταρρύθμιση και κατάφερε κυριολεκτικά να την ακυρώσει, γεγονός που οδήγησε σταδιακά σε 170 περίπου δισ ελλείμματα.

Το ερώτημα πού τίθεται σήμερα, είναι πώς μπορεί να βγει ή Ελλάδα από τη κρίση και τα μνημόνια όταν εξ αρχής τίθενται κόκκινες γραμμές σε ζητήματα που αποτελούν το σκληρό πυρήνα του οικονομικού προβλήματος ;

Είναι δυνατόν δηλαδή η χώρα να εξακολουθεί να έχει συνταξιούχους πενήντα και πενήντα πέντε ετών και την ίδια ώρα να υπάρχει η απαίτηση απ τους Σλοβάκους, για παράδειγμα, με μισθό 350 € και έτος συνταξιοδότησης τα 67 χρόνια να συνεχίσουν να δανείζει την Ελλάδα;

Υπάρχουν ,λοιπόν, κοινωνίες που έχουν τη «συστημική ικανότητα» να διαχειριστούν με οραματισμό, αλλά και πραγματισμό τις αλλαγές, τους κινδύνους των αλλαγών, το μέλλον τους, και κοινωνίες που μένουν παθολογικά αγκυλωμένες σε στερεότυπα του παρελθόντος τους.

Οι πρώτες κερδίζουν, οι δεύτερες είναι καταδικασμένες να χάνουν. Η χώρα προφανώς και με απόλυτη ευθύνη του πολιτικού της προσωπικού συνολικά και οριζόντια, αλλά και ενός ιδιότυπου λαϊκισμού που κυριάρχησε για χρόνια και εξακολουθεί να κυριαρχεί συνολικά στην κοινωνία, άνηκε στην δεύτερη κατηγορία.

Σήμερα όμως, είναι προφανές ότι όλα τα περιθώρια έχουν εξαντληθεί.

Όπως γράφει και ο Λαμπεντούζα στο «Γατόπαρδο», «αν θέλουμε να μείνουν όλα όπως είναι, τότε πρέπει όλα να αλλάξουν. Διαφορετικά, όλα θα φαίνεται να μένουν όπως είναι, ενώ στην ουσία όλα θα έχουν αλλάξει».