Σήμερα η επέτειος από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας
Συμπληρώθηκαν 40 χρόνια
Ξημερώματα της 24ης Ιουλίου 1974 και το αεροσκάφος του Γάλλου προέδρου Βαλερί Ζισκάρ ντ Εστέν προσγειώνεται στο αεροδρόμιο της Αθήνας μεταφέροντας από το Παρίσι τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Χιλιάδες Ελλήνων υποδέχονται τον Εθνάρχη βλέποντας στο πρόσωπό του τον ηγέτη που θα σπάσει επιτέλους τον «γύψο» της Χούντας.
Στις 04.15 τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ορκιζόταν πρωθυπουργός, βάζοντας και τυπικά τέλος στο στρατιωτικό καθεστώς των Συνταγματαρχών.
Παρουσία του ανθρώπου της Χούντας, προέδρου Φαίδωνα Γκιζίκη, ο Καραμανλής έδωσε μόνος του το «νενομισμένο όρκο», την ίδια ώρα που οι Αθηναίοι είχαν ξεχυθεί στους δρόμους της πρωτεύουσας πανηγυρίζοντας τη πτώση της χούντας.
Στις 25 Ιουλίου 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής απηύθυνε διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό ζητώντας από τους πολίτες να επιδείξουν πολιτική ωριμότητα τις δύσκολες εκείνες ώρες.
Εκ τότε ο εορτασμός της επετείου της 24ης Ιουλίου 1974, ως ημέρα τερματισμού της από 21ης Απριλίου 1967 πολιτικής ανωμαλίας, έχει καταστεί θεσμός και υπο την έννοια οργανώνονται οι εκδηλώσεις για την συμπλήρωση 40 ετών από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Με τον τρόπο αυτό την Πέμπτη ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας θα εγκαινιάσει την έκθεση «Η Δημοκρατία δικαίω ουδέποτε κατελύθη, 40 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας» που θα πραγματοποιηθεί στην στην αίθουσα «Ελευθέριος Κ.Βενιζέλος» του Μεγάρου της Βουλής.
Αξίζει ωστόσο να υπενθυμιστεί πως η επανεδραίωση του Δημοκρατικού πολιτεύματος πραγματοποιήθηκε με επώδυνο τίμημα για το ελληνικό έθνος και τούτο γιατί η ανατροπή της δικτατορίας συντελέσθηκε με τη δραματική δοκιμασία του Ελληνισμού στην Κύπρο.
Το εγκληματικό έργο της δικτατορίας των Αθηνών, το ηθικά οικτρό και πολιτικά ολέθριο πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου, νόμιμου προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, λειτούργησε ως αφορμή για την επέμβαση της Τουρκίας με στρατιωτική εισβολή στην ακριτική ελληνική Μεγαλόνησο.
Τότε, ο Φαίδων Γκιζίκης, διορισμένος από την δικτατορία ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με συναίσθηση της ανεπάρκειας του- αλλά και των υπολοίπων παραγόντων του χουντικού καθεστώτος να χειριστούν την κρίσιμη κατάσταση αποφάσισε να παραδώσει την κυβερνητική εξουσία.
Υπο αυτό το πρίσμα εύστοχα παρατηρεί ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος πως «Η 24 Ιουλίου 1974 συμβολίζει όχι μόνο το χαρμόσυνο γεγονός της επανισχύος στην Ελλάδα του δημοκρατικού πολιτεύματος, αλλά και το λυπηρότατο γεγονός της κυπριακής τραγωδίας. Αρα, όχι μόνο εορτασμός, αλλά και πένθος εθνικό ταιριάζει στην ιστορική αυτήν επέτειο».
Ιστορικό
Προτού αναχωρήσει από το Παρίσι για την Αθήνα, η γαλλική τηλεόραση είχε δείξει τον Καραμανλή να δηλώνει προς τους δημοσιογράφους την περίφημη φράση του Αμερικανού προέδρου Τρούμαν «Boys, pray for me» (Παιδιά, προσευχηθείτε για μένα). Μια δήλωση που σήμαινε ότι ο Καραμανλής επιστρέφοντας στην Ελλάδα θα βάδιζε κατ' αρχάς στο άγνωστο, μη γνωρίζοντας τι τον περιμένει, στην καρδιά ενός δικτατορικού στρατιωτικού καθεστώτος.
Αυτό βέβαια ήταν γενικά σωστό. Ομως ο Καραμανλής δεν επέστρεφε στην Ελλάδα χωρίς να έχει κάποιες διαβεβαιώσεις για την απόφαση, της τελευταίας στιγμής, της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων να αποδεχτεί, κάτω από το βάρος της τραγωδίας της Κύπρου, μια πολιτική λύση. Στις 15 Ιουλίου 1974 είχε εκδηλωθεί το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου και στις 20 Ιουλίου είχε αρχίσει η αποβατική επιχείρηση των Τούρκων στην Κύπρο.
Ομως, όπως όλα δείχνουν, και πριν ακόμα από την εκδήλωση του πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου, ο Καραμανλής είχε σαφείς πληροφορίες ότι εντός των Ενόπλων Δυνάμεων και ιδιαίτερα στο Πολεμικό Ναυτικό υπήρχαν δυνάμεις που πρόσβλεπαν στην επιστροφή στην πολιτική διακυβέρνηση της χώρας, υπό την ηγεσία του. Ιδιαίτερα ο αρχηγός του Ναυτικού κατά την τελευταία περίοδο της δικτατορίας, ναύαρχος Πέτρος Αραπάκης είχε επικοινωνία μαζί του.
Ο Μανώλης Κεφαλογιάννης, παλιός υπουργός της ΕΡΕ και της Ν.Δ., σε επιστολή του προς τον Αραπάκη (27.6.1996) έγραψε ότι «θυμούμαι πολύ καλά τη συνάντηση την οποία είχαμε την 31η Ιανουαρίου του 1974, όταν με καλέσατε ως αρχηγός Ναυτικού για να μου εκφράσετε την επιθυμίαν σας να μεταφέρω εις τον κ. Κωνσταντίνο Καραμανλή τις προθέσεις σας για πολιτική αλλαγή. Ζωντανή παραμένει εις την μνήμη μου η συζήτηση την οποίαν είχαμε τότε.
Συγκεκριμένα, μου είπατε: "Η πρόθεσίς μου είναι να προχωρήσω σε πολιτική αλλαγή, για να αποκαταστήσω τη Δημοκρατία, αλλά χρειάζεται προσοχή. Η αλλαγή πρέπει να γίνει διά των Ενόπλων Δυνάμεων, για να μη χυθεί αίμα". Αμέσως σας απάντησα: "Αυτό θέλουμε και εμείς, και προπαντός να μη χυθεί αίμα"».
Ο Καραμανλής είχε δεχτεί με θετικό τρόπο τις προθέσεις του Αραπάκη, γι' αυτό στις 16 Ιουλίου, μία μέρα μετά την εκδήλωση του στρατιωτικού πραξικοπήματος στην Κύπρο, απευθύνθηκε με φιλικό τρόπο «προς τας Ενόπλους Δυνάμεις της χώρας», τονίζοντας ότι επιβαλλόταν «η αποκατάστασις της δημοκρατικής ομαλότητος» στην Ελλάδα και την Κύπρο και γι' αυτόν τον σκοπό ετίθετο «εις την διάθεσιν της χώρας».
Ο Καραμανλής κατέληξε λέγοντας: «Η Ιστορία διδάσκει ότι αι εθνικαί κρίσεις οδηγούν συνήθως σε συμφορές. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που μια εθνική κρίσις ημπορεί να αφυπνίσει τας συνειδήσεις και να γίνει αφετηρία μιας πολιτικής και ηθικής αναγεννήσεως ενός λαού. Εύχομαι και ελπίζω ότι κατά τον ευλογημένον αυτόν τρόπο θα τερματισθεί η σημερινή περιπέτεια του Εθνους».
Την Τρίτη 23 Ιουλίου, το πρωί, η πρόταση του Αραπάκη για σχηματισμό πολιτικής κυβέρνησης έγινε αποδεκτή από τους στρατηγούς Μπονάνο, Γαλατσάνο και τον «Πρόεδρο της Δημοκρατίας» Φ. Γκιζίκη, όπως και από τον πτέραρχο Παπανικολάου.
Αλλά την πραγματική δύναμη στο στρατό ξηράς διέθετε ο ταξίαρχος Ιωαννίδης. Γι' αυτό ο Γκιζίκης κάλεσε και τον Ιωαννίδη, στον οποίο ανακοίνωσε τις αποφάσεις των στρατιωτικών αρχηγών. Εκείνος απάντησε:
«Κύριοι, εγώ δεν συμφωνώ, έχω διαφορετικές αντιλήψεις, αφού όμως και οι πέντε συμφωνείτε, εγώ αποσύρομαι και ζητώ διήμερη άδεια από τον αρχηγό Στρατού». Αλλά το ίδιο είχε κάνει και επί Παπαδόπουλου, είχε ζητήσει άδεια πριν σχεδιάσει την ανατροπή του. Οι παριστάμενοι στη συνάντηση στρατηγοί ζήτησαν από τον Ιωαννίδη να υποσχεθεί ότι δεν θα αντιδράσει στην αλλαγή. «Καλά, σας το υπόσχομαι» .Την ίδια μέρα, το μεσημέρι, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη με τη συμμετοχή ορισμένων πολιτικών προσωπικοτήτων, στη διάρκεια της οποίας στρατιωτικοί και πολιτικοί συμφώνησαν να αναλάβει την πρωθυπουργία ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, που, όντας πρωθυπουργός της χώρας την 21η Απριλίου 1967, είχε ανατραπεί και συλληφθεί από τους συνταγματάρχες. Αλλά τελικά ο ναύαρχος Αραπάκης, όπως έγραψε, πρωτοστάτησε για τη λύση Καραμανλή, πράγμα που πέτυχε τελικά. Παρά τη βαθιά εκτίμηση που έτρεφε για τον Κανελλόπουλο, «η δυναμική και σοβαρή προσωπικότητα του Καραμανλή ήταν απαραίτητη», τόνιζε ο ναύαρχος Αραπάκης. «Η κατάσταση ήταν ασταθής, εύθραυστη και επικίνδυνη.
Χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια μέχρις ότου σταθεροποιηθεί και εδραιωθεί η μεταπολιτευτική κυβέρνηση». Ο Καραμανλής ορκίστηκε πρωθυπουργός λίγο μετά την άφιξή του στην Αθήνα, καθώς στην ουσία δεν υπήρχε κυβέρνηση. Ο ίδιος θα αναφέρει δέκα χρόνια αργότερα: «Η 24η Ιουλίου 1974 είναι ημέρα ιστορική και σαν τέτοια θα πρέπει να τη γιορτάζουν όλοι οι Ελληνες. Και είναι ιστορική, γιατί την ημέραν εκείνην για να αποκατασταθεί η Δημοκρατία χρειάστηκε να αποτραπούν σοβαροί κίνδυνοι, εσωτερικοί και εξωτερικοί. Οπως γνωρίζετε, η Δικτατορία δεν ανετράπη από μια οποιαδήποτε οργανωμένη δύναμη, που θα έθετε υπό τον έλεγχό της την κατάστασιν και θα εξασφάλιζε την έννομον τάξιν. Η Τυραννία κατέρρευσε κάτω από το βάρος του εγκληματικού πραξικοπήματός της κατά του Μακαρίου. Και η κατάρρευσίς της δημιούργησε απόλυτο κενό εξουσίας».