Στράτος Φαναράς-Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ 

Όλοι οι δείκτες του γενικού κλίματος που παρακολουθούμε διαχρονικά στις μετρήσεις μας δείχνουν ότι η -έστω και μικρή- ανάκαμψη που παρατηρήθηκε στις προσδοκίες και τις αποτιμήσεις την άνοιξη υποχώρησε και πάλι: 

¦ Το ποσοστό όσων θεωρούν ότι η χώρα βρίσκεται σε σωστή πορεία, ενώ είχε φτάσει προεκλογικά στο 36%, μειώθηκε μετά τις ευρωεκλογές και κινείται στο 30%, την ώρα που το ποσοστό όσων θεωρούν ότι η Ελλάδα κινείται σε λάθος πορεία αυξήθηκε από το 57% στο 64%. Η επίδοση αυτή μπορεί να μην είναι η χειρότερη που έχει καταγραφεί στην περίοδο της κρίσης, αλλά είναι σαφώς πτωτική. 

¦ Ανάλογη είναι και η πτώση των θετικών αξιολογήσεων για την κυβέρνηση από το 31% του Απριλίου στο 26% μετεκλογικά, αλλά και η πτώση της αξιολόγησης του πρωθυπουργού από το υψηλότατο 42% του Απριλίου στο 37%. 

¦ Σχεδόν σταθερό παρέμεινε το ποσοστό όσων προσδοκούν βελτίωση της κατάστασης της οικονομίας τούς επόμενους δώδεκα μήνες (στο 25% από το 27%), ενώ το ποσοστό όσων θεωρούν ότι η κατάσταση χειροτερεύει επίσης είναι σταθερό στο 44%. Το ισοζύγιο παραμένει και εδώ αρνητικό, αλλά το -51 του περασμένου Ιουλίου έχει περιοριστεί στο -19 (μεταβολή 32 ποσοστιαίων μονάδων). 

¦ Παρά τις αλλαγές και την κάμψη των δεικτών του γενικού κλίματος και της αξιολόγησης της κυβέρνησης, αμετάβλητα παραμένουν τα ποσοστά για την αξιωματική αντιπολίτευση (22% θετικές γνώμες) και τον αρχηγό της, κ. Τσίπρα (27% θετικές γνώμες). Η αντιπολίτευση συνεχίζει να υστερεί σε «κυβερνησιμότητα» της σημερινής κυβέρνησης του κ. Σαμαρά. 

Η πρόσφατη τριπλή εκλογική αναμέτρηση (ευρωεκλογές και εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση) έστειλε αντιφατικά μηνύματα στο κομματικό σύστημα. Αποδείχθηκε ότι οι ψηφοφόροι δεν μετέτρεψαν την τριπλή κάλπη σε δημοψήφισμα, όχι γιατί πείστηκαν από την προτροπή της κυβέρνησης έναντι του μηνύματος του ΣΥΡΙΖΑ για δημοψήφισμα, αλλά γιατί κάθε εκλογική αναμέτρηση έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και οι ψηφοφόροι τις προσεγγίζουν με διαφορετικά κριτήρια. Δόθηκε, έτσι, η ευκαιρία στις περισσότερες πολιτικές δυνάμεις να ξεδιπλώσουν μια δική τους οπτική στα πράγματα ή καλύτερα σε ένα μέρος των αποτελεσμάτων αυτής της τριπλής αναμέτρησης, που να λειτουργεί ενθαρρυντικά για την εκλογική τους απήχηση. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει, για παράδειγμα, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πρώτο κόμμα στις ευρωεκλογές, όπως και κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει ότι οι Δήμοι που κέρδισε είναι λιγότεροι από 25 σε ολόκληρη τη χώρα. Επομένως, δεν υπήρξαν μονοσήμαντα, αλλά πολυσήμαντα μηνύματα, που το κομματικό σύστημα συνεχίζει να μη λαμβάνει υπόψη του ή, στην καλύτερη περίπτωση, να υποτιμά. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ερώτηση «Τι νομίζετε ότι χρειαζόμαστε περισσότερο για να βγούμε από την κρίση, αλλαγή στην κυβέρνηση ή αλλαγή στο πολιτικό σύστημα;» η συντριπτική πλειοψηφία (84%) απάντησε «αλλαγή στο πολιτικό σύστημα». 

Η ΕΚΛΟΓΗ ΠΡΟΕΔΡΟΥ

Μπροστά μας έχουμε τώρα την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, η οποία μπορεί ως διαδικασία να αποβεί άκαρπη στη Βουλή και να οδηγήσει σε πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Μάλιστα, με μια τέτοια εξέλιξη συμφωνεί ένα σημαντικό (αν και μειοψηφικό) ποσοστό του εκλογικού σώματος (41%), με την πλειοψηφία (54%) να προτιμά την εκλογή Προέδρου από την παρούσα Βουλή. Επομένως, οι χειρισμοί και η πολιτική τακτική που θα ακολουθηθούν το αμέσως επόμενο διάστημα από τους διάφορους κομματικούς σχηματισμούς θα έχουν ξεχωριστή σημασία και θα διαμορφώσουν τις κομματικές επιρροές, που συνεχίζουν να είναι ρευστές. Ωστόσο, από την πρόθεση ψήφου και την παράσταση νίκης μπορούμε να σημειώσουμε κάποια σημαντικά στοιχεία για τους τωρινούς συσχετισμούς: 

¦ Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει σταθερό προβάδισμα, το οποίο στην εκτίμηση ψήφου υπερβαίνει τις 3 ποσοστιαίες μονάδες. 

¦ Τόσο η αξιωματική αντιπολίτευση όσο και η Ν.Δ. αυξάνουν την επιρροή τους και αυτό είναι αναμενόμενο συγκριτικά με τις ευρωεκλογές (εκτίμηση 31% για ΣΥΡΙΖΑ και 27,4% για Ν.Δ.). 

¦ Η παράσταση νίκης ενισχύθηκε μετεκλογικά για τον ΣΥΡΙΖΑ και κινείται στο 53%, ενώ για τη Ν.Δ. είναι 34%.

¦ Ο πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, παρά την άνοδο του κ. Αλέξη Τσίπρα στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός, συνεχίζει να προηγείται με διαφορά (33%, έναντι 18%), ενώ είναι και ο πλέον δημοφιλής πολιτικός αρχηγός, με δημοτικότητα 43% (όση και αυτή του κ. Θεοδωράκη).

Η κυβέρνηση και οι δυνάμεις που τη συγκροτούν έχουν τη δυνατότητα να αντιστρέψουν το κλίμα. Οχι όμως με τον τρόπο που πολιτεύεται μέχρι τώρα. 

Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο μπορεί να διατηρήσει το προβάδισμά του, αλλά θα μπορούσε να θέσει ως στόχο και την αυτοδυναμία, αν κινηθεί σωστά τους επόμενους μήνες. 

Κλείνοντας σημειώνουμε ότι η οικονομία και οι προσδοκίες γύρω από αυτή είναι πάντοτε καθοριστικής σημασίας. Και ο μεγαλύτερος εχθρός της είναι η στασιμότητα και η ακινησία. Η έλλειψη σχεδίου και αποτελεσματικότητας. 

Συνήθως, οι πολιτικές αλλαγές έπονται ή προμηνύονται από σημαντικές ποιοτικές αλλαγές κλίματος. Στη χώρα μας φαίνεται ότι οδεύουμε σε κυβερνητική αλλαγή, λόγω παρατεταμένης στασιμότητας και επιμέρους άστοχων επιλογών. Εχουμε επιτύχει το ακατόρθωτο: κάναμε ακόμη και την κρίση, ρουτίνα.  

«Να αλλάξει το πολιτικό σύστημα»

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες είναι οι απαντήσεις των ερωτηθέντων στην ενότητα που αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η έξοδος από την κρίση. Συγκεκριμένα, στο ερώτημα «Τι νομίζετε ότι χρειαζόμαστε περισσότερο για να βγούμε από την κρίση;» το 84% προκρίνει την αλλαγή στο πολιτικό σύστημα, το 8% την αλλαγή κυβέρνησης, ενώ το 8% αποφεύγει να τοποθετηθεί. Τη λύση της αλλαγής του πολιτικού συστήματος δείχνουν να επικροτούν στη συντριπτική τους πλειοψηφία (94%) όσοι ψήφισαν ΚΚΕ στις πρόσφατες ευρωεκλογές, αλλά και αυτοί που ψήφισαν το νεοπαγές «Ποτάμι» του Σταύρου Θεοδωράκη σε ποσοστό 91%, «Ελιά» σε ποσοστό 85%, Χρυσή Αυγή σε ποσοστό 83%, Νέα Δημοκρατία (76%) και ΣΥΡΙΖΑ (78%), με το 19% των ψηφοφόρων του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να επιθυμεί αλλαγή κυβέρνησης.