Στη σημερινή εποχή που τα πάντα κινούνται κάτω από τους ρυθμούς και το ποτενσιόμετρο του τηλεοπτικού χρόνου, πολλοί χάνουν τις λεπτομέρειες.

Είναι σα να κοιτάς από το παράθυρο ενός αυτοκινήτου που κινείται με 160 χιλιόμετρα την ώρα και να προσπαθείς να διακρίνεις το σχήμα των φύλλων στα φυτά της νησίδας της εθνικής οδού.

Σαφώς κάτι τέτοιο είναι πρακτικά αδύνατο και φυσικά πρόκειται για λεπτομέρεια που εν τέλει είναι και άνευ σημασίας.

Στην πολιτική τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Οι λεπτομέρειες είναι εκείνες που, αρκετές φορές, έχουν την πλέον βαρύνουσα σημασία και οδηγούν στη γνώση επί των γεγονότων.

Αυτές τις λεπτομέρειες, ειδικά στην πολιτική, συνήθως δεν τις προσέχουμε και - ως επί το πλείστον - αγνοούμε και την ύπαρξή τους, καθώς το ρεπορτάζ «τρέχει», ο «χρόνος πιέζει», οι διαφημίσεις δε μπορούν να περιμένουν και η λεζάντα «ερμηνεύει» με τρόπο αγχωτικό, πολιτικές κινήσεις που μπορεί κάποτε να αποτελέσουν ακόμα και αντικείμενο μελέτης από τον πολιτικό αναλυτή του μέλλοντος.

Αν γυρίσουμε το χρόνο λίγο πίσω και μεταφερθούμε στις αρχές Μαρτίου του 2009, θα θυμηθείτε ότι στις 5 Μαρτίου του 2009 έλαβε χώρα μια σημαντική συνάντηση μεταξύ του Πρωθυπουργού κου Κ. Καραμανλή και του κου Γ. Παπανδρέου.

Ο Πρωθυπουργός τότε πρότεινε – σχεδόν μονότονα – «συνεννόηση στα βασικά και στα αυτονόητα», υπό το φάσμα της «πιο σύνθετης και την πιο μεγάλης μετά τον πόλεμο, οικονομικής κρίσης».

Είχε ήδη προηγηθεί η σαφής δήλωση του Γ. Παπανδρέου - η οποία είχε υπερθεματιστεί, με «εκβιαστικά» περίπου διλήμματα στον τύπο, από στελέχη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. – ότι η αξιωματική αντιπολίτευση δεν θα ψηφίσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στην επικείμενη εκλογή, ακόμα και αν είναι ο Κάρολος Παπούλιας, τον οποίο «στηρίζει» μεν, αλλά αφού προηγηθούν Εθνικές Εκλογές δε (18 Φεβρουαρίου 2009).

Στις 3 Ιουλίου 2009, ο ίδιος ο Γ. Παπανδρέου καλεί την κυβέρνηση να συμφωνήσει στην επανεκλογή του κ. Παπούλια, παράλληλα με την απόφαση για άμεση προσφυγή στις κάλπες, μια θέση δηλαδή που δεν χωράει καμία λογική ερμηνεία και δεν υπόκειται σε καμία συνταγματική επιταγή. Αντιθέτως, εναντιώνεται στο πνεύμα του συντάγματος.

Θα μπορούσα να πω ότι ήταν ακόμη και προσβλητική, απέναντι σε έναν Πρωθυπουργό που μόλις το Σεπτέμβριο του 2007 είχε επανεκλεγεί πανηγυρικά. Νομίζω ότι δε χρειάζεται να υπενθυμίσω το τί είχε συμβεί στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. αμέσως μετά από εκείνες τις εκλογές.

Αξίζει να θυμηθούμε ότι, ακόμη και μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο Πρωθυπουργός, στην Εθνική Εορτή της 25ης Μαρτίου, κάνει μια ακόμα προσπάθεια για να επιτύχει συναινετικό κλίμα κατεβαίνοντας μαζί με το Γ. Παπανδρέου τις σκάλες του Αγίου Διονυσίου, σε μια καθαρά σημειολογική κίνηση.

Το βάρος της ευθύνης για έναν Πρωθυπουργό είναι μεγάλο όταν πρέπει να πάρει σημαντικές αποφάσεις για να οδηγήσει μια χώρα έξω από μια οικονομική κρίση, ειδικά όταν αυτή για τους περισσότερους αποτελεί ένα πρωτοσέλιδο και όχι μια πραγματικότητα (ακόμα). Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση των εθνικών θεμάτων.

Οι ημερομηνίες και η αλληλουχία των γεγονότων έχουν τεράστια σημασία, πόσοι όμως συγκράτησαν όλα αυτά, όταν επί 2 μήνες στα δελτία ειδήσεων μαθαίναμε ότι το Σεπτέμβριο θα πεθάνουμε όλοι από τη γρίπη των χοίρων ;

Αυτό εννοεί ο Κ. Καραμανλής όταν μιλάει για υπευθυνότητα και πολιτική ωριμότητα. Αυτό σημαίνει πολιτική συγκυρία όταν μια κυβέρνηση καλείται από το γινάτι του αντιπάλου – που παρεμπιπτόντως είχε χάσει σε πρόσφατες εθνικές εκλογές – να καταρτίσει έναν πολύ δύσκολο προϋπολογισμό, για να τον εφαρμόσει για μόλις δύο μήνες, αφού η αντιπολίτευση θα προκαλούσε εκλογές.

Οι αποφάσεις του Κ. Καραμανλή πάρθηκαν το Μάρτιο του 2009 κατά την ταπεινή μου γνώμη. Ένας ηγέτης μιας χώρας μπροστά σε μια κρίση και σε ζητήματα που δε μπορούμε να γνωρίζουμε όλοι εμείς από το παράθυρο του αυτοκινήτου, ζητούσε επίμονα εθνική ομοψυχία και ενότητα.

Η απάντηση που έπαιρνε ήταν μονότονα αρνητική, επιθετικά απαξιωτική και ακραιφνώς κομματική. Ο Γ. Παπανδρέου δεν εξυπηρετούσε σε καμία περίπτωση το εθνικό συμφέρον. Σε μια πιο βαθιά ερμηνεία, δεν εξυπηρετούσε ούτε το κομματικό συμφέρον.

Εξυπηρετούσε το καθαρά προσωπικό του συμφέρον που ήταν άμεσα συνδεδεμένο με την παραμονή του στην αρχηγία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με κάθε κόστος και με πρώτιστη προτεραιότητα την ικανοποίηση των διάφορων «μεγαλοστελεχών».

Αντίθετα, ο Κ. Καραμανλής κινήθηκε κόντρα στο «ρεύμα», κόντρα ακόμα και σε εκείνο που προσδοκούσε η πλειονότητα. Μια πλειονότητα που έδινε βάση στις λεζάντες των δελτίων ειδήσεων και στη διατήρησή της στις θέσεις των συμβούλων και των διοικητών.

Γι’ αυτό τον Καραμανλή θα τον συναντήσουμε μπροστά μας στη σύγχρονη πολιτική ιστορία. Ακόμα και αυτοί που λοιδορούν σήμερα, θα καταλάβουν την ευθύνη του ηγέτη της χώρας κάποια στιγμή, την ευθύνη του ηγέτη της Ελλάδας και της «βαριάς φανέλας» της Νέας Δημοκρατίας.

Μέχρι τότε, ας μάθουμε όλοι τι συνέβη το Μάρτιο του 2009, τουλάχιστον αυτό το οφείλουμε στη δικαιοσύνη των απόψεών μας.

Tου Βασίλη Μπαλάφα, πρώην μέλος της ΚΕ της ΟΝΝΕΔ (2007-2010), πρώην μέλος της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ (2010-2012)