Σε ένα ταβερνάκι της Κάτω Κηφισιάς, ένας νεαρός λοχίας (Γιώργος Κουτουζής), χορεύει για τα μάτια της Ευδοκίας ζεϊμπέκικο....
Ο ηθοποιός χορεύει το τραγούδι «η άτακτη» του Μάρκου Βαμβακάρη, επειδή ο σκηνοθέτης Αλέξης Δαμιανός δεν είχε βρει ακόμα ποιος θα συνέθετε τη μουσική για την ταινία του.
Ο ηθοποιός Χρήστος Ζορμπάς, που έπαιζε στην ταινία το νταβατζή της Ευδοκίας, του μίλησε για έναν νέο ταλαντούχο συνθέτη που θα το έκανε ευχαρίστως χωρίς να ενδιαφέρεται για παχυλή αμοιβή.
Αρχές του καλοκαιριού του 1971, ο Δαμιανός και ο Λοΐζος δίνουν τα χέρια και ο συνθέτης ξεκινά να γράφει τη μουσική για την ταινία....
Ο Μάνος, αρχικά έπαιξε τη μελωδία του θρυλικού ζεϊμπέκικου με τον παλιό ρεμπέτη Γιώργο Μουφλουζέλη και τον τζουρά του.
Τελικά στην ηχογράφηση πείθει το Θανάση Πολυκανδριώτη να παίξει και αυτός με ένα παλιό τζουρά και όχι με το μπουζούκι. Έτσι ο ήχος ήταν πιο οξύς και αυθεντικός.
Κάποια στιγμή, ο Λοΐζος ζήτησε από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο να βάλει στίχους στο ζεϊμπέκικο. Ο Παπαδόπουλος απέδειξε πόσο μεγάλος στιχουργός ήταν, όταν αρνήθηκε να γράψει λόγια μαγεμένος από τη μελωδία.
"Οι στίχοι θα χαλούσαν το υπέροχο τραγούδι", είπε. Ο Μάνος πείστηκε και το ζεϊμπέκικο έφθασε στο κοινό μόνο με τις νότες που παρέσυραν στο ρυθμό τους τους πάντες....
Πρωταγωνιστής της ταινίας του Αλέξη Δαμιανού "Ευδοκία", ήταν ένας λοχίας.
Ο σκηνοθέτης έψαχνε το ιδανικό πρόσωπο. Ήθελε έναν όμορφο νεαρό που να μην έχει σχέση με την υποκριτική και τον βρήκε στο πρόσωπο του Γιώργου Κουτουζή, ενός νεαρού οικοδόμου από την Καβάλα, ο οποίος μόλις είχε απολυθεί από φαντάρος.
Ο Δαμιανός τον συνάντησε τυχαία στην Νέα Ερυθραία έξω από ένα καφενείο, να προσπαθεί να αμυνθεί σε έναν καβγά. Ήταν καμιά τριανταριά μαζεμένοι εναντίον του κι εκείνος για να προστατευθεί είχε σηκώσει ένα μηχανάκι στον αέρα, απειλώντας να το πετάξει επάνω τους.
Μόλις είδε τη σκηνή από το αυτοκίνητό του ο Δαμιανός είπε, «αυτός κάνει για τον λοχία». Στην αρχή ο νεαρός Γιώργος παρεξήγησε τις προθέσεις του σκηνοθέτη, αλλά πείστηκε να το κάνει μόλις διάβασε το σενάριο. Ο ερασιτέχνης ηθοποιός χόρεψε μοναδικά το τραγούδι, κέρδισε την αναγνώριση κοινού και κριτικών και δεν ασχολήθηκε ποτέ ξανά με την υποκριτική.
Η φτώχεια, όπως έχει πει ο ίδιος δεν του άφησε πολλά περιθώρια για σπουδές και για θέατρο. Εργάστηκε στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Περάματος, ως λεβητοποιός και πλέον είναι συνταξιούχος. Από το 1976 είναι παντρεμένος με τη ζωγράφο Σοφία Κουτούζη.