Έλληνας πρωταγωνιστής, ο καλύτερος πωλητής της Chanel
Η άγνωστη πτυχή του ηθοποιού των ελληνικών σήριαλ
Είναι ο Νίκος Πουρσανίδης, αδελφός του χαρισματικού Δημήτρη Αλεξανδρή, με άλλον έναν αδελφό ποδοσφαιριστή.
Έκανε μεγάλη επιτυχία όταν πολύ νεαρός ακόμα, έπαιζε στη πολύ επιτυχημένη σειρά του Mega, Πολυκατοικία, ενώ μετά από ένα διάστημα απουσίας, τον βλέπουμε ξανά στο «Κλεμμένα Όνειρα».
Σε συνέντευξη του, συνδυασμένη με μια υπέροχη φωτογράφιση, στο Down Town Κύπρου, ο Νίκος Πουρσανίδης, μίλησε για την εποχή που τα άφησε όλα πίσω του και μαζί με την αγαπημένη του, τότε και σύζυγο του σήμερα, πήγε να ζήσει στο Λονδίνο. Οι δουλείες που έκανε δεν είχαν καμία σχέση με την υποκριτική.
«Ήμουν πωλητής στη Chanel, στα Harrods’s, στην Hermes, στην Bond street και πόρτα σε ένα μαγαζί. Έκανα πολλές δουλειές! Μετά πουλούσα εισιτήρια σε ένα σινεμά, έπειτα σε ένα café, όπου έφτιαχνα ποτά, καφέδες, ήμουν στον μπουφέ. Έκανα αρκετά. Είχα βγει, θυμάμαι, ο καλύτερος πωλητής στη Chanel όπου δούλευα. Αυτό δεν είχε σχέση με την υποκριτική βέβαια, αλλά πήρα χαρά όταν πέτυχα κάτι», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Γιατί λοιπόν διάλεξε να φύγει, ενώ η καριέρα του ήταν σε μια χρυσή αφετηρία; «Το έκανα επειδή είχα ανάγκη να το ζήσω. Έφυγα από την Ελλάδα και πήγα στην Αγγλία, άγνωστος μεταξύ αγνώστων. Δεν ήξερα κανέναν και τίποτα. Πρέπει, όμως, να σου πω ότι η αλλαγή είναι στο αίμα μου. Μου αρέσει να «μηδενίζω», να αλλάζω, να μη μένω στάσιμος. Δύσκολα μένω πολλά χρόνια σε δουλειές. Ακόμα και στην «Πολυκατοικία», όπου έμεινα 3 χρόνια, ήταν κάπως για μένα… Δεν το μετάνιωσα φυσικά, την αγάπησα πολύ αυτή τη δουλειά, αλλά συνήθως κάνω πολλά πράγματα και διαφορετικά. Το κάνω κυρίως για να αποδείξω πολλά στον εαυτό μου - ότι μπορώ να κάνω κι αυτό και το άλλο και το δίπλα. Ότι μπορώ να τα ξαναχτίσω όλα».
Παρόλα αυτά ο Νίκος Πουρσανίδης, μετά το πρώτο διάστημα άρχισε να μπαίνει στα θεατρικά και κινηματογραφικά υψηλών απαιτήσεων και μυθικά κάποιες φορές για μας, δεδομένα της Αγγλίας έχοντας παίξει στο «Icon» του μέγα Stephen Frears και στο «Spooks: The Greater Good» του Bharat Nalouri». Όταν απέκτησε τον γιο του αποφάσισε, όμως, την επιστροφή στην Ελλάδα. «Το παιδί ήταν καταλύτης σε πολλά πράγματα. Και στο ότι γυρίσαμε πίσω, το κάναμε για τον μικρό γιατί θέλαμε να μεγαλώσει στην Ελλάδα. Χρειαζόμασταν τη στήριξη των γονιών μας και θέλαμε να είναι δίπλα στο παιδί», είπε. Και έτσι η ιστορία αυτή περιπλάνησης τελειώνει με τον νόστο και την ελληνική οικογένεια, να κερδίζει, όπως πάντα, το παιχνίδι…