Μητσοτάκης: Δεσμεύομαι για διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων
H ομιλία του στην εκδήλωση που έγινε στη Βουλή
Την προσωπική του δέσμευση ότι η ΝΔ θα αναλάβει πρωτοβουλία σε διεθνές επίπεδο για την αναγνώριση της Γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού έδωσε ο πρόεδρος της ΝΔ, μιλώντας στην ειδική εκδήλωση που έγινε στη Βουλή για την επέτειο της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντιου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκίνησε την ομιλία του καταδικάζοντας τη δολοφονική επίθεση που δέχτηκε ένας νέος άνθρωπος σε εκδήλωση μνήμης του Ποντιακού Ελληνισμού στη Θεσσαλονίκη.
Αναλυτικά όλη η ομιλία του προέδρου της ΝΔ:
«Μνημονεύουμε, σήμερα, ένα από τα πιο τραυματικά γεγονότα της ελληνικής και παγκόσμιας Ιστορίας. Τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, που σφράγισε τη ζωή του έθνους μας. Έναν κύκλο αίματος και διώξεων που όμως έγινε σφραγίδα μνήμης και οφειλή δράσης για τις γενιές που ακολούθησαν. Και θα αποτελεί εθνικό φάρο και για αυτές που έρχονται. Οι Πόντιοι των ακτών της Μαύρης Θάλασσας επί χιλιάδες χρόνια υπήρξαν το απώτατο ανατολικό άκρο του ελληνικού κόσμου. Επιβίωσαν για αιώνες υπό ξένη κυριαρχία και σε σχετική γεωγραφική απομόνωση. Διατήρησαν όμως εκεί τον πολιτισμό και τη γλώσσα τους, γνήσια συνέχεια της αρχαίας ελληνικής. Ενώ στη λαϊκή ψυχή του Πόντου έμεινε πάντοτε ζωντανό –όπως σε όλα τα μέρη του υπόδουλου ελληνισμού– το όραμα της αναγέννησης και το πνεύμα της αισιοδοξίας. Αυτά τα στοιχεία εκφράζονταν, μάλιστα, με έναν τρόπο που και σήμερα ακόμη, συγκλονίζει: «Η Ρωμανία κι αν επέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο».
Ο Ποντιακός Ελληνισμός γνώρισε, ειδικά τον 19ο αιώνα, μεγάλη οικονομική άνθηση, που τον οδήγησε σε πολιτιστική και εκπαιδευτική άνοδο. Αρίστευε με την πιο ξεκάθαρη έννοια της λέξης: Τα εκπαιδευτήριά του, με πρώτο το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας, υπήρξαν τα φωτεινά κέντρα Παιδείας στην ευρύτερη περιοχή. Το οικονομικό σφρίγος, το πνεύμα προόδου και πάνω απ΄ όλα το φρόνημα των Ποντίων, κινητοποίησαν, χρηματοδότησαν και στήριξαν την άνοδο της ελληνικής παιδείας και του ελληνικού πολιτισμού. Κι ακριβώς αυτό το δημιουργικό μίγμα οικονομικού και πολιτιστικού δυναμισμού ήταν που επέτρεψε στους Ποντίους να ακτινοβολήσουν πολύ πέραν των δικών τους ορίων. Δεν θέλησε, ο ποντιακός ελληνισμός, να στραφεί εναντίον οποιουδήποτε. Το δικαίωμα στην εθνική του ύπαρξη διεκδίκησε. Στοχοποιήθηκε, όμως, αμέσως μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Υπέφερε από διακρίσεις και ακρότητες κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Και γνώρισε την ωμή βία, την εξολόθρευση και τον ξεριζωμό στα τρομερά χρόνια από το 1919 μέχρι το 1922. Οι διωγμοί των Ελλήνων του Πόντου αποτυπώνονται στους εκατοντάδες χιλιάδες που χάθηκαν και βασανίστηκαν. Και κορυφώθηκαν, τελικά με τη φρικτή εκδίωξή τους από τις εστίες τους, σε συνθήκες εφιαλτικές, το 1922. Αυτή η απάνθρωπη πολιτική ασύμμετρης βίας που υπέστη ο Ποντιακός Ελληνισμός, είναι που εγείρει και το μέγα ζήτημα της Γενοκτονίας.
Την αναγνώριση της οποίας θέτουμε, πλέον, ως μια ηθική υποχρέωση της ανθρωπότητας. Αισθάνομαι την ανάγκη σε μια εκδήλωση, όπως η σημερινή, να τονίσω ότι ο ελληνικός κόσμος εκείνης της εποχής ήταν φορέας μιας ανοιχτόμυαλης και φιλελεύθερης αντίληψης για την οργάνωση των ανθρώπινων κοινοτήτων στην ευρύτερη περιοχή. Αυτή την αντίληψη πρόβαλε ο ηγέτης του έθνους, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, στη συνδιάσκεψη της Ειρήνης και στο σχεδιασμό του για τη μεταπολεμική εποχή. Στόχος του ήταν η επιβίωση των διάφορων κοινοτήτων και ο σεβασμός της ταυτότητάς τους. Είτε στη μεγάλη Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών που ο ίδιος δημιουργούσε είτε και εκτός των δικών της συνόρων. Σε αυτά τα στοιχεία βάσιζε, τότε, η Ελλάδα την πολιτική της και ο ηγέτης της το σχεδιασμό του και για το μέλλον των Ελλήνων Ποντίων. Ο Ελληνισμός ήθελε και αποζητούσε μια λύση συμβίωσης και δημοκρατίας. Δεν επιδίωξε ποτέ εθνοκαθάρσεις. Αντίθετα όμως, οι διώξεις τού επιβλήθηκαν. Υπήρξε θύμα τους, με κορύφωση το 1922. Θύμα τους στον Πόντο, θύμα τους στην Ιωνία, θύμα τους στην Ανατολική Θράκη και αλλού… Η τραγωδία, όμως, δεν τελείωσε με την Καταστροφή του ’22. Οι Πόντιοι, όπως και οι άλλοι Έλληνες πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη, ήρθαν στην Ελλάδα μετά την Καταστροφή.
Δεν υπάρχει αμφιβολία -και δεν θα ήταν τίμιο να το αποκρύψουμε- ότι συχνά δέχτηκαν τη δυσπιστία και ορισμένες φορές ακόμη και την εχθρότητα των γηγενών Ελλήνων. Η προσφυγιά στην Ελλάδα του μεσοπολέμου δεν ήταν μόνο μία ανθρωπιστική κρίση. Ήταν μια περίπτωση άδικης και οδυνηρής κοινωνικής περιθωριοποίησης. Κι είναι ζήτημα εθνικής συνέπειας για εμάς, σήμερα, να την θυμηθούμε και να αποτίσουμε τον πρέποντα φόρο τιμής στους παππούδες μας, που βίωσαν εκείνη τη δύσκολη εποχή. Σε μια τέτοια εκδήλωση μνήμης, ωστόσο, θα πρέπει να μπορούμε να διευρύνουμε τη ματιά μας και να δώσουμε τη συνολική εικόνα: Η Ελλάδα των τεσσάρων εκατομμυρίων κατοίκων, κατεστραμμένη και ηττημένη η ίδια, δέχθηκε τότε περίπου 1.300.000 άμοιρους πρόσφυγες. Η αποκατάστασή τους φαινόταν στόχος αδύνατος. Αλλά, τελικά, με μια υπερέκταση των προσπαθειών της, αλλά και με βοήθεια από διεθνείς οργανισμούς, η χώρα πέτυχε να τους αποκαταστήσει και να τους εντάξει στην κοινωνία της. Επιτρέψτε μου να επισημάνω ξανά την εμπνευσμένη ηγεσία του Ελευθερίου Βενιζέλου, στα έτη 1928-1932. Και επιτρέψτε μου, επίσης, να διατυπώσω μία γνώμη την οποία συμμερίζονται πολλοί Ιστορικοί σήμερα: ότι η ένταξη των προσφύγων στον κορμό της ελληνικής κοινωνίας, στο μεσοπόλεμο, υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού κράτους στα 200 χρόνια της ύπαρξής του. Αυτή η επιτυχία, όμως, δεν ανήκει μόνον στο κράτος. Σε αυτή την Ελλάδα, οι πρόσφυγες του ’22 -μεταξύ τους και οι Πόντιοι- εισέφεραν όλη τους τη δύναμη. Τη δημιουργικότητα και το πνεύμα προόδου που είχαν ανέκαθεν. Συνέβαλαν στην οικονομία της. Ανέβασαν το πολιτιστικό της επίπεδο. Την υπερασπίστηκαν ένοπλα, μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες, όταν δέχτηκε την επίθεση του φασισμού.
Με λίγα λόγια, οι Πόντιοι, ως εκλεκτό τμήμα του Ελληνισμού, τίμησαν την πατρίδα με κάθε τρόπο. Και συνεχίζουν να το κάνουν, κρατώντας ζωντανή και αναπτύσσοντας την παράδοσή τους -παντού στον κόσμο. Μη λησμονώντας τις ρίζες και τα δίκαιά τους με τα οποία συμπαρατάσσεται και η Ν.Δ. Αλλά και πρωτοστατώντας με υπερηφάνεια σε κάθε πατριωτικό αγώνα, όπως έδειξε και η πρόσφατη αντίστασή τους στο εθνικό λάθος των Πρεσπών. Είμαστε δίπλα τους. Και συμμετέχουμε ολόθερμα στην Ημέρα Μνήμης και Τιμής στον Ποντιακό Ελληνισμό. Τιμούμε έτσι το ίδιο το ελληνικό έθνος! Αυτός ο οφειλόμενος φόρος τιμής δεν εξαντλείται στις επετείους, ούτε ακόμα και στους πιο εμπνευσμένους λόγους. Ο οφειλόμενος φόρος τιμής παίρνει το πλήρες νόημα και περιεχόμενό του όταν γίνεται συγκεκριμένη δράση. Με καρδιά και λογισμό. Και αυτή η δράση δεν είναι άλλη από μια καλά σχεδιασμένη πολυεπίπεδη προβολή και προώθηση των προσπαθειών για τη διεθνή, πλέον, αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.
Η εκκίνηση θα γίνει στο δημοκρατικότερο θεσμό του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Είναι δέσμευσή μου η ομάδα των ευρωβουλευτών της Νέας Δημοκρατίας να αναλάβει, αμέσως μετά την εκλογή της, καλά προετοιμασμένες πρωτοβουλίες προώθησης αυτού του εθνικού καθήκοντος σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ανάλογη δράση θα αναλάβουν οι βουλευτές εκπρόσωποί μας στο Συμβούλιο της Ευρώπης, τον κατ´ εξοχήν αρμόδιο θεσμό προάσπισης των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Και σήμερα μπορώ να ανακοινώσω ότι ήδη η Ν.Δ έθεσε το θέμα σε ανώτατο επίπεδο και στον ΟΗΕ. Είναι προσωπική και παραταξιακή υποχρέωση να συνεχίσουμε και να εντείνουμε τις προσπάθειές μας και ως Κυβέρνηση. Αυτή η οφειλή, αυτό το εθνικό καθήκον, δεν θα ανασταλεί. Όσο και εάν κάποιοι, ακόμα και χθες, επιμένουν σε μια ανιστόρητη άρνηση των τραγικών γεγονότων που κηλίδωσαν την Ιστορία εκείνης της εποχής. Η αναγνώριση θα ήταν μια γενναία, απελευθερωτική και για τους ίδιους πράξη. Λυπάμαι που μένουν ακόμα εγκλωβισμένοι σε μια στρεβλή και παραμορφωτική ανάγνωση της ιστορίας.
Εμείς θα κάνουμε το καθήκον μας, ως ελάχιστο φόρο τιμής σ´ εκείνους που χάθηκαν κρατώντας την Πατρίδα, κρατώντας την Ελλάδα στην καρδιά τους, έως την τελευταία τους πνοή.»