Η Αθήνα στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ πήρε αυτό που ζήτησε δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης.

Xαρακτηριστικό ένα απόσπασμα των όσων είπε: «Αυτό που ζητήσαμε από τους εταίρους μας στην Ευρώπη το πήραμε ξεκάθαρα και αυτό ήταν ένα διπλό μήνυμα πρώτον ότι το μνημόνιο το οποίο υπέγραψε η Τουρκία με τη Λιβύη δεν έχει καμία νομική ισχύ και δεν δεσμεύει κανένα τρίτο κράτος, και το δεύτερο ότι η ΕΕ χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις στέκεται αλληλέγγυα τόσο στην Ελλάδα όσο και την Κύπρο. Μια τέτοια ξεκάθαρη, σαφή δήλωση στήριξη στις ελληνικές θέσεις είναι ένα ηχηρό μήνυμα προς την Άγκυρα ότι δεν μπορεί να παίζει και ότι όσο παίζει σε ένα παιχνίδι το οποίο παραβιάζει τους κανόνες και του διεθνούς δικαίου αλλά και της καλής γειτονίας, το μόνο που θα πετύχει είναι να αυτοαπομονωθεί.»

Ερωτηθείς αν εκτιμά ότι θα υπάρξει κλιμάκωση από την πλευρά της Τουρκίας: «Η οποιαδήποτε κλιμάκωση θα προκαλούσε περαιτέρω διεθνή απομόνωση της Τουρκίας άρα δεν πιστεύω ότι θα υπάρξει κάτι τέτοιο. Νομίζω ότι τόσο οι εξελίξεις στο διπλωματικό πεδίο αλλά και οι εξελίξεις που έχουν προαναγγελθεί στη Λιβύη που κατά κάποιο τρόπο η συμφωνία αυτή τις πυροδότησε, νομίζω ότι θα είναι τα θέματα που θα μας απασχολήσουν το άμεσο διάστημα. Πάντως σε κάθε περίπτωση εμείς δεν θα σταματήσουμε αυτή την προσπάθεια που κάναμε, ο Πρωθυπουργός προετοιμάζεται για ακόμα ένα ταξίδι μετά τις γιορτές στις ΗΠΑ για μια συνάντηση με τον πρόεδρο Τράμπ η οποία σαφέστατα θα έχει στο «μενού» και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την τουρκική προκλητικότητα στη Μεσόγειο.»

Ερωτηθείς αν η Ελλάδα θα πάρει πρωτοβουλίες για να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις Βρυξελλών με Τίρανα και Σκόπια, ο κ. Βαρβιτσιώτης είπε: «Η Ελλάδα είναι μπροστά σε αυτή τη διαδικασία, στηρίζουμε και βρισκόμαστε κοντά και στη Γαλλία η οποία έχει προτείνει την αλλαγή του τρόπου με την οποία θα γίνεται η διεύρυνση. Συμφωνούμε με πάρα πολλές από τις παρατηρήσεις της Γαλλίας και είμαστε από τους βασικούς συνομιλητές στο να κάνουμε αυτή την πρόταση κοινό τόπο ανάμεσα στα κράτη μέλη ώστε να προχωρήσει αυτή η διαδικασία της διεύρυνσης.»