Η ανάγκη για γεωπολιτική αναδημιουργία της Ελλάδας
Μία από τις αιτίες που η Ελλάδα αδυνατεί να σχεδιάσει μια ρεαλιστική πολιτική αντιμετώπισης του τουρκικού ιμπεριαλισμού είναι ότι το σύστημα εξουσίας της χώρας βρίσκεται εγκλωβισμένο σε μια παρανοϊκή ανάγνωση των διεθνών δρωμένων. Συγκεκριμένα, οι ελληνικές ελίτ επιμένουν να θεωρούν ότι το διεθνές σύστημα είναι «ολιγαρχικά» πολυπολικό, με κάποιες μεγάλες δυνάμεις να κονταροχτυπιούνται μεταξύ τους για την παγκόσμια ηγεμονία.
Έτσι, λοιπόν, για χώρες όπως η Ελλάδα θεωρούν ότι πρέπει να επιλέξουν σε ποιον από αυτούς τους μεγάλους παίκτες θα προσκολληθούν και εν συνεχεία να αυτοεξαλειφθούν, ώστε να μετατραπούν σε εξαρτήματά τους. Και έτσι, υποτίθεται, θα ανταμειφθούν για την πειθαρχία τους. Αντιθέτως, οι «απείθαρχες» χώρες, όπως η Τουρκία, είναι θέμα χρόνου να τιμωρηθούν για αυτήν τους τη στάση. Αντιθέτως, οι τουρκικές ηγετικές ελίτ δείχνουν να πιστεύουν ότι το σημερινό διεθνές σύστημα είναι πολύ ανοιχτό και χώρες όπως η Τουρκία μπορούν να διεκδικήσουν θέση αυτόνομης δύναμης μέσα σε αυτό.
Έτσι, λοιπόν, επένδυσαν σε μια ανεξάρτητη πορεία και επέλεξαν ως συμβολική κίνηση για να διατρανώσουν την ανεξαρτησία τους από τη δυτική γεωπολιτική αρχιτεκτονική την απόκτηση του ρωσικού στρατηγικού συστήματος αεράμυνας S-400. Και έρχεται τώρα, στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών να επικυρώσει διά της «κατανόησής» του την αγορά των ρωσικών πυραύλων από την Άγκυρα, ανταμείβοντας ατύπως την Τουρκία για την «απειθαρχία» της.
Αντιθέτως, η «φρόνιμη» Ελλάδα δεν λαμβάνει ούτε καν ρητορική στήριξη από καμιά πλευρά του ορίζοντα, τη στιγμή που η Τουρκία την αντιμετωπίζει ως μη υπάρχουσα, από τη στιγμή που συνεννοείται με τη Λιβύη για τον προσδιορισμό ΑΟΖ, όταν ανάμεσα στις δύο χώρες είναι η Ελλάδα. Άρα, λοιπόν, η εποχή των φαντασιώσεων οδηγείται στο οδυνηρό της τέλος. Η Ελλάδα έχει μόνο δύο επιλογές: της επαναδημιουργίας της ως αυτόνομου γεωπολιτικού δρώντος και της αντίστασης ή του γεωπολιτικού αφανισμού.
Και οι ελληνικές ελίτ δεν μπορούν να συνεχίζουν να ξεφεύγουν για πολύ από την Ιστορία. Θα πρέπει να πάρουν τις αποφάσεις τους.
* Αναπληρωτή καθηγητή Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή, στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Έτσι, λοιπόν, για χώρες όπως η Ελλάδα θεωρούν ότι πρέπει να επιλέξουν σε ποιον από αυτούς τους μεγάλους παίκτες θα προσκολληθούν και εν συνεχεία να αυτοεξαλειφθούν, ώστε να μετατραπούν σε εξαρτήματά τους. Και έτσι, υποτίθεται, θα ανταμειφθούν για την πειθαρχία τους. Αντιθέτως, οι «απείθαρχες» χώρες, όπως η Τουρκία, είναι θέμα χρόνου να τιμωρηθούν για αυτήν τους τη στάση. Αντιθέτως, οι τουρκικές ηγετικές ελίτ δείχνουν να πιστεύουν ότι το σημερινό διεθνές σύστημα είναι πολύ ανοιχτό και χώρες όπως η Τουρκία μπορούν να διεκδικήσουν θέση αυτόνομης δύναμης μέσα σε αυτό.
Έτσι, λοιπόν, επένδυσαν σε μια ανεξάρτητη πορεία και επέλεξαν ως συμβολική κίνηση για να διατρανώσουν την ανεξαρτησία τους από τη δυτική γεωπολιτική αρχιτεκτονική την απόκτηση του ρωσικού στρατηγικού συστήματος αεράμυνας S-400. Και έρχεται τώρα, στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών να επικυρώσει διά της «κατανόησής» του την αγορά των ρωσικών πυραύλων από την Άγκυρα, ανταμείβοντας ατύπως την Τουρκία για την «απειθαρχία» της.
Αντιθέτως, η «φρόνιμη» Ελλάδα δεν λαμβάνει ούτε καν ρητορική στήριξη από καμιά πλευρά του ορίζοντα, τη στιγμή που η Τουρκία την αντιμετωπίζει ως μη υπάρχουσα, από τη στιγμή που συνεννοείται με τη Λιβύη για τον προσδιορισμό ΑΟΖ, όταν ανάμεσα στις δύο χώρες είναι η Ελλάδα. Άρα, λοιπόν, η εποχή των φαντασιώσεων οδηγείται στο οδυνηρό της τέλος. Η Ελλάδα έχει μόνο δύο επιλογές: της επαναδημιουργίας της ως αυτόνομου γεωπολιτικού δρώντος και της αντίστασης ή του γεωπολιτικού αφανισμού.
Και οι ελληνικές ελίτ δεν μπορούν να συνεχίζουν να ξεφεύγουν για πολύ από την Ιστορία. Θα πρέπει να πάρουν τις αποφάσεις τους.
* Αναπληρωτή καθηγητή Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή, στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών