Δεν είναι αβάσιμη η εκτίμηση της κυβέρνησης η οποία, διά στόματος του πρωθυπουργού, θεωρεί δύσκολο να προχωρήσει η Άγκυρα σήμερα σε ένα πολεμικό επεισόδιο στις ελληνικές θάλασσες. Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών, από το σύνολο των αναλύσεων και των πληροφοριών που συγκεντρώνει από Δύση και Ανατολή, διαπιστώνει ότι οι επιθετικές κινήσεις και οι χονδροειδείς προκλήσεις του Ερντογάν μπορεί να προκαλέσουν μεν κάποιο «ατύχημα», αλλά δεν είναι πλέον καθόλου εύκολο για τον «σουλτάνο» να ξεκινήσει σε βάρος της Ελλάδας μια στρατιωτική επιχείρηση που θα έβαζε «φωτιά» ανυπολόγιστων συνεπειών στη Μεσόγειο, με εμπλεκόμενα μια σειρά από κράτη της περιοχής.

Η Αθήνα γνωρίζει σήμερα ότι ο Ταγίπ Ερντογάν, έχοντας συνειδητοποιήσει τους κινδύνους που και για τον ίδιο κρύβει η νεοοθωμανική επεκτατική πολιτική του, έχει δύο στόχους: Πρώτον, να εξαναγκάσει με στρατιωτική πίεση την Αθήνα να αποδεχθεί το ταχύτερο δυνατόν έναν «διάλογο» για τα κυριαρχικά δικαιώματα των δύο χωρών σε Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο. Δεύτερον, να επηρεάσει με πομπώδη εθνικιστική ρητορεία και τηλεοπτικά «σόου» (και αμφισβήτηση έως και της Συνθήκης των Σεβρών...) την τουρκική κοινή γνώμη θετικά για τα «αυτοκρατορικά» ανοίγματά του, που έχουν φέρει ήδη την Τουρκία «απέναντι» στους Ευρωπαίους, την Ουάσινγκτον, το Ισραήλ, την Αίγυπτο και τη Λιβύη του Χαφτάρ. Επιδίωξή του είναι να δια-τηρήσει την ευρύτερη δυνατή υποστήριξη των λαϊκών στρωμάτων της Τουρκίας, που είναι διαποτισμένα με τον ισλαμικό εθνικισμό και αποδέχονται τον κρυφό (;) φίλο των τζιχαντιστών, Ερντογάν, ως ηγέτη των Αδελφών Μουσουλμάνων.

Τα εκβιαστικά διλήμματα που προωθεί η Άγκυρα στη διεθνή σκηνή και οι διπλωματικές κινήσεις της Ελλάδας
Οι κινήσεις της Αθήνας στη διεθνή σκηνή, σήμερα, σε Δύση και Ανατολή, συνδέονται με μια σειρά εκτιμήσεων και πληροφοριών. Η ελληνική διπλωματία εκτιμά κατ’ αρχάς ότι για πρώτη φορά στην παρούσα φάση μετά από δεκαετίες οι χώρες της Ευρώπης αντιλαμβάνονται καθαρά με ποια Τουρκία έχει «μπλέξει» η Ε.Ε. Και, ειδικότερα, δεν δέχονται ότι η Άγκυρα μπορεί να συμφωνεί με μια άλλη χώρα... να «μοιραστούν» τη Μεσόγειο. Έτσι, αν ο Ερντογάν επιμείνει στους χάρτες του και προ-καλέσει στρατιωτικές αναμετρήσεις με τους γείτονές του, η Τουρκία θα συναντήσει τεράστια προ-βλήματα. Η Αθήνα εκτιμά επίσης ότι η εικόνα που εμφανίζει τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να τρέφει προσωπικά κρυφές και φανερές «συμπάθειες» για τον Ερντογάν δεν αλλάζει το γεγονός ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ διατηρεί, όπως και το Πεντάγωνο, τις απόψεις του που εκφράζονται με απόλυτη σαφήνεια μέσω επίσημων δηλώσεων και ανακοινώσεων για τα «όρια» της πολιτικής του Τούρκου προέδρου. Και την εκτίμηση αυτή την έχουν «ανεπισήμως» διαβιβάσει Αμερικανοί αξιωματούχοι στην Αθήνα.

Θέλει ρόλο

Η ελληνική κυβέρνηση περιλαμβάνει στις εκτιμήσεις της και κάτι άλλο... Η Άγκυρα έχει τώρα ένα πρόσθετο πρόβλημα: Η Ρωσία, σύμμαχος, έως τώρα τουλάχιστον, του Ερντογάν στην Εγγύς Ανατολή, δεν σκοπεύει, όπως ήδη διαφαίνεται, να μείνει «παρατηρητής» των κινήσεων της Τουρκίας στη Μεσόγειο.

Η Μόσχα, που αναζητεί τώρα πηγές οικονομικής ισχύος, διεκδικεί πλέον έναν ρόλο σε αυτή την περιοχή, με παρουσία και «διαμεσολαβήσεις». Έτσι, δεν είναι χωρίς λόγο ότι δεν επιθυμεί επικράτηση των «τουρκοτζιχαντιστών» στην πετρελαιοφόρο Λιβύη και γι’ αυτό υποστηρίζει τις δυνάμεις του στρατάρχη Χαφτά ρ, τον οποίο υποστηρίζουν δύο εχθροί της Τουρκίας, η Αίγυπτος και το Ισραήλ, και «διακριτικά» οι Αμερικανοί. Για τον λόγο αυτόν, η διπλωματία της Αθήνας αναζητεί τώρα «επειγόντως» μία καλύτερη σχέση με τη Ρωσία του Πούτιν. Στη φάση αυτή, λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση, με τις πολλαπλές επαφές της στη διεθνή σκηνή, θέλει να αφαιρέσει από το «μνημόνιο» Τουρκίας-Λιβύης κάθε νομική υπόσταση, ώστε να μην μπορέσει να το χρησιμοποιήσει ο Ερντογάν έναντι της Ελλάδας και για «ανταλλαγή», υποστηρίζοντας πως έχει νομιμότητα μία «εισβολή» του στην ελληνική υφαλοκρηπίδα των νησιών, έως και στα νερά της Κρήτης. Το σημείο αυτό είναι κρίσιμο για την Αθήνα. Μπορεί η κυβέρνηση να δέχεται «στο αυτί» διαβεβαιώσεις από εταίρους και συμμάχους πως η Τουρκία δεν θα τολμήσει να κινηθεί στρατιωτικά κατά της Ελλάδας, αλλά προβληματίζεται με τη νομική πτυχή της υπόθεσης, καθώς μάλιστα στον ΟΗΕ η ελληνική καταγγελία της τουρκικής κίνησης στην ΑΟΖ της Μεσογείου ανακοινώθηκε πως «εξετάζεται από τις νομικές υπηρεσίες» του Οργανισμού. Απέναντι σε αυτό, ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών εντείνουν τις προσπάθειές τους (επιτυχώς έως τώρα) για απονομιμοποίηση της συμφωνίας Τουρκίας-Λιβύης και στον αραβικό κόσμο και για την ανάδειξη των μεγάλων κινδύνων για πολεμικές «περιπέτειες», που προκαλεί η πολιτική του Ερντογάν.

Η εμφάνιση και των Γερμανών και τα «μυστήρια» που θα διαλυθούν στις 7 Ιανουαρίου, στη συνάντηση Μητσοτάκη - Τραμπ
Η Αθήνα εκτιμά, λοιπόν, ότι πρέπει να αλλάξει οπωσδήποτε, το ταχύτερο, και σε βάρος της Τουρκίας, το διεθνές «περιβάλλον» που επιδιώκει να δημιουργήσει στη Μεσόγειο η Άγκυρα.

Οι κ. Κυρ. Μητσοτάκης και Ν. Δένδιας θεωρούν ότι ακόμα κι αν προκύψει κάποια στιγμή ένα σκηνικό «διαλόγου», αυτός δεν είναι δυνατόν να διεξαχθεί κάτω από τις συνθήκες που έχει δημιουργήσει ο Ερντογάν. Γι’ αυτό και αυτή την ώρα οι Ένοπλες Δυνάμεις, με πρώτο το Πολεμικό Ναυτικό, είναι σε ετοιμότητα για την αντιμετώπιση κάθε προσπάθειας της Άγκυρας να «πατήσει» την ελληνική υφαλοκρηπίδα. Στον ορίζοντα της εξωτερικής πολιτικής της Αθήνας, που υπολογίζει ιδιαιτέρως στην «παρέμβαση» της Γαλλίας στα νερά της Κρήτης, ξεπροβάλλει τώρα και η πρόθεση της Γερμανίας να κινήσει διαδικασία για μια «Διάσκεψη Ειρήνης στη Μεσόγειο» τον Ιανουάριο. Όμως, ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης, πριν εκτιμήσει την κίνηση του Βερολίνου, που ανταγωνίζεται το Παρίσι, θα μπορέσει να βγάλει εξαιρετικής βαρύτητας «συμπεράσματα» από τις συνομιλίες που θα έχει με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, στις 7 Ιανουαρίου στην Ουάσινγκτον.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά