Παρέμβαση Μεϊμαράκη στη συνεδρίαση του ΕΛΚ - Ελληνικός τουρισμός και οικονομία στο επίκεντρο
Στη σημερινή συνεδρίαση του προεδρείου και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, ο Αντιπρόεδρος της Κ.Ο του ΕΛΚ και Επικεφαλής της Ελληνικής Αντιπροσωπείας της ΝΔ, Βαγγέλης Μεϊμαράκης, αναφέρθηκε στην κοινή πρόταση ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, η οποία προβλέπει δραστικότερα και αποτελεσματικότερα μέτρα για την αντιμετώπιση του κοροναϊού μέσω επιδοτήσεων και με χαμηλότοκα δάνεια χωρίς μνημόνια, όπως άλλωστε προτείνει και η ελληνική κυβέρνηση.
Στη συνέχεια, αναφερόμενος στον τομέα του τουρισμού ο οποίος βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των επιπτώσεων της πανδημίας, επισήμανε ότι τα μέτρα τα οποία λαμβάνονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι στην κατεύθυνση των προτεραιοτήτων που έχει θέσει η χώρα μας, η οποία εξαρτάται άμεσα από τον τουρισμό και παραμένει ένας ελκυστικός αλλά και ασφαλής προορισμός.
Επίσης, ο κ Μεϊμαράκης έθεσε το θέμα που έχει προκύψει με την απόφαση του Γερμανικού Δικαστηρίου όσον αφορά στην ποσοτική χαλάρωση που εφαρμόζεται από την ΕΚΤ, ένα θέμα το οποίο δημιουργεί αβεβαιότητα την κρίσιμη αυτή περίοδο. Τόνισε ότι η ΕΕ πρέπει να καταστήσει σαφές πως οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί είναι ακλόνητοι και πως οι Συνθήκες δεν αφήνουν περιθώριο μονομερούς ερμηνείας και ζήτησε από το ΕΛΚ, το οποίο αποτελεί την κυρίαρχη πολιτική δύναμη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να υπερασπιστεί το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, να τοποθετηθεί επίσημα και να υποστηρίξει την ΕΚΤ και την ΕΕ για τις επιλογές τους.
Εντωμεταξύ, ο κ Μεϊμαράκης έχει ήδη καταθέσει γραπτή ερώτηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην οποία υπογραμμίζει ότι τα πορίσματα εθνικών συνταγματικών δικαστηρίων πάνω στο δίκαιο της Ένωσης δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, καλεί την Ευρώπη να επιβεβαιώσει την προσήλωσή της στις αξίες και στους θεσμούς της ιδιαίτερα σήμερα που η πανδημία δοκιμάζει τις αντοχές του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και ρωτά τί προτίθεται να πράξει ώστε να διασφαλιστεί η ενότητα του ευρωπαϊκού δικαίου και να μην κλονιστεί η δυνατότητα εφαρμογής του.
Ολόκληρη η ερώτηση έχει ως εξής:
«Η πρωτόγνωρη απειλή του κορωνοϊού, που δοκιμάζει την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, καλεί την Ευρώπη να επιβεβαιώσει την προσήλωσή της στις αξίες και στους θεσμούς της ΕΕ και να βρει κοινές και βιώσιμες λύσεις τόσο για την αντιμετώπιση της υγειονομικής απειλής όσο και για την προάσπιση της οικονομίας απέναντι στην επικείμενη ύφεση.
Σε αυτή την Ευρωπαϊκή συγκυρία και με αφορμή τις πρόσφατες αποφάσεις εθνικών δικαστηρίων σχετικά με την ποσοτική χαλάρωση που εφαρμόζεται από την ΕΚΤ, η ΕΕ πρέπει να καταστήσει σαφές πως οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί είναι ακλόνητοι και πως οι Συνθήκες δεν αφήνουν περιθώριο μονομερούς ερμηνείας. Τα πορίσματα εθνικών συνταγματικών δικαστηρίων πάνω στο δίκαιο της Ένωσης δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου το οποίο σωστά αποφάνθηκε ότι «τυχόν αποκλίσεις μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών όσον αφορά το κύρος των πράξεων των θεσμικών οργάνων θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την ενότητα της έννομης τάξης της Ένωσης και να θίξουν τη θεμελιώδη αρχή της ασφάλειας του δικαίου».
Με βάση τα παραπάνω ρωτώ την Επιτροπή:
«Τι προτίθεται να πράξει ώστε να διασφαλιστεί η ενότητα του Ευρωπαϊκού Δικαίου και να μην κλονιστεί η δυνατότητα εφαρμογής του»;
Στη συνέχεια, αναφερόμενος στον τομέα του τουρισμού ο οποίος βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των επιπτώσεων της πανδημίας, επισήμανε ότι τα μέτρα τα οποία λαμβάνονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι στην κατεύθυνση των προτεραιοτήτων που έχει θέσει η χώρα μας, η οποία εξαρτάται άμεσα από τον τουρισμό και παραμένει ένας ελκυστικός αλλά και ασφαλής προορισμός.
Επίσης, ο κ Μεϊμαράκης έθεσε το θέμα που έχει προκύψει με την απόφαση του Γερμανικού Δικαστηρίου όσον αφορά στην ποσοτική χαλάρωση που εφαρμόζεται από την ΕΚΤ, ένα θέμα το οποίο δημιουργεί αβεβαιότητα την κρίσιμη αυτή περίοδο. Τόνισε ότι η ΕΕ πρέπει να καταστήσει σαφές πως οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί είναι ακλόνητοι και πως οι Συνθήκες δεν αφήνουν περιθώριο μονομερούς ερμηνείας και ζήτησε από το ΕΛΚ, το οποίο αποτελεί την κυρίαρχη πολιτική δύναμη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να υπερασπιστεί το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, να τοποθετηθεί επίσημα και να υποστηρίξει την ΕΚΤ και την ΕΕ για τις επιλογές τους.
Εντωμεταξύ, ο κ Μεϊμαράκης έχει ήδη καταθέσει γραπτή ερώτηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην οποία υπογραμμίζει ότι τα πορίσματα εθνικών συνταγματικών δικαστηρίων πάνω στο δίκαιο της Ένωσης δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, καλεί την Ευρώπη να επιβεβαιώσει την προσήλωσή της στις αξίες και στους θεσμούς της ιδιαίτερα σήμερα που η πανδημία δοκιμάζει τις αντοχές του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και ρωτά τί προτίθεται να πράξει ώστε να διασφαλιστεί η ενότητα του ευρωπαϊκού δικαίου και να μην κλονιστεί η δυνατότητα εφαρμογής του.
Ολόκληρη η ερώτηση έχει ως εξής:
«Η πρωτόγνωρη απειλή του κορωνοϊού, που δοκιμάζει την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, καλεί την Ευρώπη να επιβεβαιώσει την προσήλωσή της στις αξίες και στους θεσμούς της ΕΕ και να βρει κοινές και βιώσιμες λύσεις τόσο για την αντιμετώπιση της υγειονομικής απειλής όσο και για την προάσπιση της οικονομίας απέναντι στην επικείμενη ύφεση.
Σε αυτή την Ευρωπαϊκή συγκυρία και με αφορμή τις πρόσφατες αποφάσεις εθνικών δικαστηρίων σχετικά με την ποσοτική χαλάρωση που εφαρμόζεται από την ΕΚΤ, η ΕΕ πρέπει να καταστήσει σαφές πως οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί είναι ακλόνητοι και πως οι Συνθήκες δεν αφήνουν περιθώριο μονομερούς ερμηνείας. Τα πορίσματα εθνικών συνταγματικών δικαστηρίων πάνω στο δίκαιο της Ένωσης δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου το οποίο σωστά αποφάνθηκε ότι «τυχόν αποκλίσεις μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών όσον αφορά το κύρος των πράξεων των θεσμικών οργάνων θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την ενότητα της έννομης τάξης της Ένωσης και να θίξουν τη θεμελιώδη αρχή της ασφάλειας του δικαίου».
Με βάση τα παραπάνω ρωτώ την Επιτροπή:
«Τι προτίθεται να πράξει ώστε να διασφαλιστεί η ενότητα του Ευρωπαϊκού Δικαίου και να μην κλονιστεί η δυνατότητα εφαρμογής του»;