Οι κινήσεις του Ερντογάν να μετατρέψουν το σύμβολο της ορθοδοξίας, την Αγία Σοφία, σε ισλαμικό τέμενος έχουν προσθέσει νέα ένταση στις ήδη τεταμένες ελληνοτουρκικές σχέσεις που το τελευταίο διάστημα έχουν δυναμιτιστεί επικίνδυνα με τις μαξιμαλιστικές και αναθεωρητικές δηλώσεις του, την τουρκολιβυκή Συμφωνία, τις παράνομες γεωτρήσεις, τις υπερπτήσεις στο Αιγαίο και την προσπάθεια παραβίασης των εθνικών συνόρων με την εξώθηση μεταναστών και προσφύγων σε αυτά.

Η Αγία Σοφία είναι ένα παγκόσμιο μνημείο της πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, ένα προπύργιο της Ορθοδοξίας, ένα απαράμιλλο αρχιτεκτονικό επίτευγμα και πόλος έλξης εκατομμυρίων τουριστών στην Κωνσταντινούπολη. Εντούτοις, είναι και κάτι ακόμη: Ένας πολιτικός συμβολισμός για το πέρασμα της Τουρκίας από τη Σουλτανική Αυτοκρατορία σε μια κοσμική εξευρωπαϊσμένη χώρα. Ένας πολιτικός συμβολισμός που έχει τις ρίζες του στο 1935, όταν ο Κεμάλ Ατατούρκ μετέτρεψε την Αγία Σοφία από τζαμί (που την είχε μετατρέψει ο Σουλτάνος Μεχμέτ Β καταλαμβάνοντας την Κωνσταντινούπολη το 1453) σε μουσείο και παράλληλα σε μια «γέφυρα» ανάμεσα στην Ευρώπη και την Τουρκία, μια Τουρκία που με αυτόν τον τρόπο ήθελε να φέρει πιο κοντά στον Δυτικό Κόσμο.

Είναι λοιπόν προφανές ότι με την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ο Ερντογάν έμπρακτα πλέον δηλώνει την αντίθεση του στο Δυτικό Κόσμο και την πρόθεσή του, αν χρειαστεί, να κόψει τις γέφυρες με την Ευρώπη. Ακόμη και αν πρόκειται για έναν ακόμη επιθετικό διπλωματικό του ελιγμό, η αντίθεση του προς την Ευρώπη έχει επανειλημμένα διαφανεί με τις παραβιάσεις του ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου, όπως του Δικαίου της Θάλασσας στην περίπτωση των παράνομων γεωτρήσεων αλλά και της πρόσφατης συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά στο μεταναστευτικό- προσφυγικό. Εντούτοις, όσον αφορά την Αγία Σοφία τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αν μέχρι τώρα οι επιθέσεις του αφορούσαν κυρίως στα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα τώρα η επίθεση γίνεται στον Παγκόσμιο Πολιτισμό, με τον οποίο έχουν γαλουχηθεί και αναπτυχθεί όχι μόνο οι Έλληνες αλλά και η Ευρώπη, σχεδόν το σύνολο του Δυτικού Κόσμου.

Είναι γεγονός ότι ο Ερντογάν εδώ και αρκετά χρόνια, αλλά με πολύ μεγαλύτερη ένταση σήμερα, προσπαθεί να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τόπο ισλαμικής λατρείας ενώ έχει ήδη μετατρέψει δύο άλλους αρχαίους Ορθόδοξους χριστιανούς καθεδρικούς ναούς σε τζαμιά, την Αγία Σοφία στη Νίκαια και την Αγία Σοφία στην Τραπεζούντα. Η πρόσφατη σχετική ρητορική του ίδιου και στελεχών του κόμματος του συνοδεύεται από εθνικιστικά πυροτεχνήματα, σύμφωνα με τα οποία η Αγία Σοφία συμβολίζει την κατάκτηση της χριστιανικής Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς και την ανωτερότητα του ισλαμικού κόσμου.

Αυτή η ρητορική φανερώνει την προσπάθεια του «σουλτάνου» να επαναπροσεταιριστεί δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του και να νομιμοποιηθεί πολιτικά, ιδίως τώρα που ο αναθεωρητισμός του στο εξωτερικό και τα πολλαπλά μέτωπα που έχει ανοίξει στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο δεν του επιτρέπουν και άλλα ανοιχτά μέτωπα στο εσωτερικό. Από την άλλη, στρέφοντάς την προσοχή των Τούρκων πολιτών στα θρησκευτικά ζητήματα ο

Ερντογάν επιχειρεί να αποσπάσει την προσοχή τους από την τρέχουσα ύφεση, τον πληθωρισμό, την υψηλή ανεργία και βέβαια την ατυχή διαχείριση της πανδημίας.

Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει, επίσης, ότι ο θρησκευτικός φανατισμός, τον οποίο φροντίζει να εξάπτει ο Ερντογάν τα τελευταία χρόνια - και ακόμη περισσότερο σήμερα με το ζήτημα της Αγίας Σοφίας - υπήρξε σε πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν το κατάλληλο δημαγωγικό «εργαλείο», για να αφιονιστεί και να συρθεί ο απλός λαός σε μια διακρατική σύγκρουση που βαθύτερο στόχο έχει πάντα τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και τα οικονομικά-γεωπολιτικά συμφέροντα. Και αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία στις μέρες μας, που στην Ανατολική Μεσόγειο οι ενεργειακοί πόροι και τα σχεδιαζόμενα ενεργειακά δίκτυα της Ανατολικής Μεσογείου την έχουν μετατρέψει σε μια γεωπολιτική «αρένα», στην οποία η Τουρκία διεκδικεί πάση θυσία να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο, αναθεωρώντας την κατεστημένη διεθνή τάξη.

Πως όμως μπορεί να αντιδράσει η χώρα μας σε αυτό τον νέο γεωπολιτικό και πολιτισμικό πλέον αναθεωρητισμό του Σουλτάνου;

Ενδεχομένως, εν προκειμένω, να μας δίνεται μια χρυσή ευκαιρία που δεν πρέπει να απωλέσουμε. Η γνώση της ιστορίας έρχεται να μας δώσει για άλλη μια φορά τις σωστές κατευθύνσεις:

Πριν από δύο αιώνες, στα χρόνια της ελληνικής Επανάστασης, η διεθνής προβολή της αντιχριστιανικής τουρκικής συμπεριφοράς και η αφύπνιση της Διεθνούς Κοινής Γνώμης έφεραν την Ευρώπη και τις τότε Μεγάλες Δυνάμεις - που δεν μπορούσαν να αγνοήσουν τους χριστιανούς φιλέλληνες πολίτες τους - κοντά στους Έλληνες. Κοντά στους Έλληνες που αγωνίζονταν απέναντι στον βάρβαρο Οθωμανό που επιχειρούσε με παιδομαζώματα, σφαγές και λεηλασίες να αφανίσει το Χριστιανισμό παραβιάζοντας κατάφορα τα ανθρώπινα δικαιώματα και βεβηλώνοντας την πολιτισμική κληρονομιά της Ευρώπης. Η υποστήριξη των τότε Μεγάλων Δυνάμεων έπαιξε, αναμφίβολα, σημαντικό ρόλο στην αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού.

Έτσι και σήμερα, με τις κατάλληλες διπλωματικές μας κινήσεις πρέπει όλες οι Χριστιανικές Δυτικές Δυνάμεις να κινητοποιηθούν και να υψώσουν υπέρ μας το ανάστημα τους έναντι του αναθεωρητικού νέου Σουλτάνου. ‘Ήδη οι σχετικές δηλώσεις ΗΠΑ και Ρωσίας αναφορικά με την Αγία Σοφία δείχνουν ότι, όσο στενά και αν είναι τα γεωπολιτικά και οικονομικά τους συμφέροντα με την Τουρκία, οι ηγεσίες δεν δύνανται να αγνοούν μια ξεσηκωμένη Κοινή Γνώμη, τους πολίτες τους που αισθάνονται ότι οι ενέργειες της τουρκικής κυβέρνησης θίγουν βάναυσα το θρησκευτικό τους αίσθημα και τα πολιτιστικά τους δικαιώματα, τα δικαιώματα να απολαμβάνουν την παγκόσμια ιστορία και κληρονομιά αναλλοίωτη. Ο Δυτικός Κόσμος δεν πρέπει να κάνει το λάθος ακολουθώντας απέναντι στον ισλαμικό αναθεωρητισμό του Ερντογάν μια πολιτική ήπιου κατευνασμού μέχρι να «ξεχειλίσει» το ποτήρι. Ο κατευνασμός, άλλωστε, όπως και στην περίπτωση του αναθεωρητικού Χίτλερ οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια - όπως και τότε - σε ευρεία διακρατική σύρραξη.

Και είναι αναγκαία η με κάθε τρόπο επικοινωνιακή διάχυση - προς κάθε κατεύθυνση - της καταπάτησης του διεθνούς δικαίου και των πολιτιστικών δικαιωμάτων των Ελλήνων (αλλά και όλων των χριστιανών πολιτών) και η παράλληλη αξιοποίηση όλων των νομικών και ένδικων μέσων και μηχανισμών. Γιατί όταν αλλοιώνεται ένα μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς καταπατάται το Διεθνές Δίκαιο και, πιο συγκεκριμένα η Σύμβαση του 1972 για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς, την οποία η Τουρκία έχει υπογράψει και επικυρώσει αλλά και η Οικουμενική Διακήρυξη για τα δικαιώματα του Ανθρώπου και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα.

Η Τουρκία λοιπόν με την κίνηση της να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί καθίσταται υπόλογη διεθνώς.

Καθίσταται δε, επίσης, υπόλογη απέναντι στην Ευρώπη και την Ευρωπαϊκή Ένωση ειδικότερα - της οποίας έχει αιτηθεί να γίνει μέλος - καθώς τόσο η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσο και ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ προστατεύουν το δικαίωμα κάθε ατόμου να αναπτύσσει την προσωπικότητα του ελεύθερα έχοντας πρόσβαση στην πολιτιστική κληρονομιά και στα μνημεία που αποτελούν εκφράσεις διαφορετικών πολιτισμών και κεφάλαιο για τις τωρινές και µμελλοντικές γενιές. Άραγε τελικά ο Ερντογάν επιθυμεί να κόψει την γέφυρα με την Ευρώπη και τον Δυτικό κόσμο γενικότερα;

Κατ’ επέκταση, η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί δεν είναι απλώς μια ακόμη ελληνοτουρκική διαφορά, δεν είναι απλώς και μόνο μια θρησκευτική διαφορά, είναι ένα ευρωπαϊκό - και παγκόσμιο - πρόβλημα που αφορά κυρίως στην καταστρατήγηση των πολιτιστικών δικαιωμάτων των ατόμων και στην ανάγκη προστασίας της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Αφορά όμως, επίσης, στην προσπάθεια του Ερντογάν να αναθεωρήσει την παγκόσμια διεθνή τάξη οικοδομώντας μια νέα ισλαμική Δύναμη στα σύνορα της Ευρώπης. Απομένει στις Δυτικές Δυνάμεις να παύσουν να λειτουργούν κατευναστικά και στη Διεθνή Κοινή Γνώμη να «στιγματίσει» παραδειγματικά τον προκλητικό αναθεωρητή προτού τον βρει μπροστά της.

*Η  Ασπασία Αλιγιζάκη είναι Διδάκτωρ Διεθνών & Ευρ. Σπουδών – Δικηγόρος, Καθηγήτρια Νομικής στο Πανεπιστήμιο Paris 13/IdEF, Αντιδήμαρχος Πειραιά