Γεραπετρίτης: Η κυβέρνηση αντέδρασε με εξαιρετικό σθένος και πολύ ισχυρή διπλωματία απέναντι στην ελληνοτουρκική κρίση
«Αυτή τη στιγμή τα πράγματα βαίνουν μειούμενα σε ένταση. Αντιλαμβανόμαστε ότι πλέον πηγαίνουμε σε μια καταλλαγή», δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή “Secret” εκτάκτως με τον δημοσιογράφο Κώστα Παπαχλιμίντζο, ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, αναφορικά με την ελληνοτουρκική κρίση.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι «διαφαίνεται ότι η Τουρκία σχετικώς αποσύρει το στόλο στις βάσεις του και υπάρχει μια αναλογική αντίδραση εκ μέρους και της ελληνικής πλευράς».
«Η ελληνική κυβέρνηση αντέδρασε με εξαιρετικό σθένος, με την πολύ ισχυρή πολυμερή διπλωματία την οποία έχει αναπτύξει και ευελπιστώ ότι τέτοιου τύπου εντάσεις θα περιοριστούν στο μέλλον», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς αν εκτιμά ότι έχουν βάσει τα δημοσιεύματα για το ρόλο της κας Μέρκελ στην ελληνοτουρκική κρίση, ο υπουργός Επικρατείας δήλωσε ότι «σε κάθε περίπτωση είναι προφανές ότι σε ένα διεθνές διπλωματικό περιβάλλον γίνονται πάντοτε κινήσεις από όλους τους σημαντικούς ηγέτες και στην Ευρώπη και Υπερατλαντικά, εκείνο το οποίο έχει αξία να καταγραφεί είναι ότι την πρώτη και σοβαρή παρέμβαση την κάνει πάντοτε η ελληνική κυβέρνηση δια του πρωθυπουργού γιατί το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε να έχουμε μια τέτοιου τύπου θέση ευθύνης σταθερότητας και αξιοπιστίας στο διεθνές περιβάλλον είναι κάτι το οποίο πιστώνεται πρωτίστως σε εμάς».
«Η μεγάλη επιχειρησιακή νίκη στον Έβρο έδειξε ότι δεν είμαστε απλώς ένας διπλωματικός και επιχειρησιακός παρίας, έχουμε το σθένος από μόνοι μας να προστατεύσουμε τη χώρα μας, να προστατεύσουμε τα ευρωπαϊκά σύνορα και αυτό έχει ένα πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα αξιοπιστίας», τόνισε επιπρόσθετα.
«Αντιλαμβάνομαι και με τις παρεμβάσεις του πρωθυπουργού ότι αυτή τη στιγμή η διάχυτη εικόνα που υπάρχει στην Ευρώπη είναι ότι η Ελλάδα αποτελεί έναν πυλώνα σταθερότητας και αξιοπιστίας στην περιοχή ενώ η Τουρκία έχει μια διάθεση να προκαλεί τέτοιου τύπου ασύμμετρες ταραχές, όπως συνέβη και με τη βέβηλη πράξη με την Αγία Σοφία, άρα καταλαβαίνουμε ότι μετατοπίζεται μια διπλωματική συσπείρωση υπέρ των συμφερόντων και δικαίων της χώρας μας», πρόσθεσε ο κ. Γεραπετρίτης.
Παράλληλα διευκρίνισε ότι «εμείς έχουμε το διεθνές δίκαιο με το μέρος μας, έχουμε τη διεθνή στήριξη για να υλοποιήσουμε τα δίκαιά μας».
«Από την άλλη πλευρά εκείνο το οποίο ισχύει είναι ότι είναι προφανές ότι δύο χώρες οι οποίες γειτονεύουν και έχουν εν πολλοίς διαφωνίες με ζητήματα τα οποία ανακύπτουν με οριοθετήσεις θαλασσίων ζωνών θα πρέπει να συζητούν», σημείωσε.
«Είναι προφανές ότι ο διάλογος είναι ένα πολύ κομβικό εργαλεία για τη διπλωματία, από την άλλη πλευρά ισχύουν οι δύο βασικοί περιορισμοί πρώτον το εύρος της συζήτησης. Εμείς συζητούμε μόνο για τα θέματα τα οποία έχουν να κάνουν με την αμφισβήτηση στη χάραξη και όχι για άλλα ζητήματα προφανώς κυριαρχίας εθνικής», υπογράμμισε ο ίδιος.
«Και το δεύτερο επίσης προφανές είναι ότι δεν μπορείς να συζητάς ενόσω υπάρχει ένταση και πίεση από τον ένα από τους δύο διπλωματικούς πυλώνες. Είναι αδιανόητο να καθίσουμε στο τραπέζι να συζητήσουμε για τα θέματα που αφορούν τις θαλάσσιες ζώνες όταν την ίδια στιγμή επαπειλείται η δική μας κυριαρχία επί των ζωνών αυτών», συμπλήρωσε.
«Η Τουρκία θα πρέπει να κάνει σοβαρά βήματα έτσι ώστε να αποσυμπιέσει την ένταση που η ίδια δημιουργεί στο Αιγαίο για την Ανατολική Μεσόγειο έτσι ώστε να καταστεί ουσιαστικός και δυνατός ο διάλογος τον οποίο εμείς ενθαρρύνουμε. Η δική μας διπλωματική δουλειά εξακολουθεί να γίνεται πολύπλευρα, έχουμε απέναντι σε συνομιλίες όλα τα κράτη της ευρύτερης περιφέρειάς μας και θα συνεχίσουμε με την ίδια ένταση να βρισκόμαστε σε διπλωματική συνεργασία με όλους επιδιώκοντας να κεφαλαιοποιούμε διαρκώς ερείσματα για τις διεθνείς μας θέσει», επισήμανε ο υπουργός Επικρατείας.
Ερωτηθείς αν είμαστε κοντά σε μια συμφωνία με την Αίγυπτο για τον καθορισμό θαλάσσιων ζωνών, ανέφερε: «Θα πρέπει οι όποιες συνέργειες να γίνονται συστηματικά, να γίνονται και σε τεχνικό και σε διπλωματικό επίπεδο. Εμείς συνεχίζουμε να το πράττουμε, καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι εύκολες οι ασκήσεις αυτές. Με την Ιταλία είχε ένα σχετικά μεγαλύτερο βαθμό ευκολίας διότι τα συμφέροντα ήταν σχετικώς πιο κοντά. Με την Αίγυπτο υπάρχουν και μεγαλύτερες τεχνικές δυσκολίες οριοθέτησης και βεβαίως δεν είναι μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια παρά ταύτα εμείς είμαστε σε μια διαρκή διπλωματική εγρήγορση. Νομίζω ο ελληνικός λαός έχει αντιληφθεί την αξιοπιστία την οποία έχουμε στο επίπεδο της διπλωματίας, ότι διαπραγματευόμαστε μόνο με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και φέρνουμε αποτελέσματα. Δεν πρόκειται να κάνουμε καμία παραχώρηση στην κυριαρχία, από την άλλη πλευρά θα προσπαθούμε να κεφαλαιοποιούμε διαρκώς την σταθερότητα και την καλή παράσταση που έχει η Ελλάδα».
Αναφορικά με το Ταμείο Ανάκαμψης, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε: «Τα πράγματα είναι πάρα πολύ συγκεκριμένα, έχουμε 32 δις τα οποία θα έχουμε από το Ταμείο ανάκαμψης. Πρόκειται για ένα ποσό το οποίο είναι αναλογικώς πολύ μεγαλύτερο σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης. Η Ελλάδα χάρη στη δική της σθεναρή στάση και χάρη στη δική της διπλωματική δυνατότητα κατάφερε να έχει ένα πολύ μεγάλο ποσό. Εντός των 32 δις υπήρχε μια μικρή μόχλευση έτσι ώστε ένα μικρό ποσοστό να είναι περισσότερο δάνεια παρά επιδοτήσεις, εμάς όμως δεν μας επηρεάζει λειτουργικά».
«Συνολικά είναι το ίδιο ποσό το οποίο θα πιστωθούμε και βεβαίως στο πλαίσιο του πολυετούς προγράμματος έχουμε ακόμη ένα εξαιρετικά σημαντικό ποσό το οποίο θα είναι περίπου γύρω στα 40 εκ. την επόμενη επταετία το οποίο θα πάρουμε χωρίς καμία αιρεσιμότητα, δηλαδή χωρίς νέο μνημόνιο. Όλα αυτά τα οποία λέγονται για νέα μνημόνια είναι προφανές ότι ακούγονται μόνο ως ευκαιριακώς πολιτικός καιροσκοπισμός, δεν υπάρχει τίποτε από αυτό. Αυτονοήτως όταν η ΕΕ δίνει χρήματα θα πρέπει να υπάρχει και χρηστή διαχείριση ή θα υπάρχουν προφανώς όροι για τον τρόπο με τον οποίο θα δοθούν τα χρήματα αυτά έτσι ώστε να μη υπάρχουν λαθροχειρίες. Εν τούτοις δεν θα συνδυαστούν οι πόροι αυτοί με καμια διαρθρωτική αλλαγή της οικονομίας ούτε με περαιτέρω δημοσιονομικούς στόχους είτε με οτιδήποτε παραπέμπει σε ένα μνημόνιο», εξήγησε ο υπουργός.
Παράλληλα επισήμανε ότι «είναι απολύτως λάθος αυτό που γράφεται ότι λίγοι θα καρπωθούν τα ποσά τα οποία θα προέλθουν από τους δύο μεγάλους πόρους. Ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Για εμάς το να μπορέσει να σταθεί όρθια η οικονομία έχει να κάνει με τη δυνατότητα να διοχετευτούν οι πόροι σε όσο δυνατόν περισσότερες επιχειρήσεις, πολίτες, εργαζομένους πέρα όμως από αυτό για εμάς η αντίληψη είναι ότι πρόκειται για μια πολύ μεγάλη ευκαιρία για να αλλάξει το παραγωγικό μείγμα της χώρας, να πάμε δηλαδή σε ένα πιο ισόρροπο οικονομικό μείγμα που δεν θα έχει υπερβολικές εξαρτήσεις από έναν τομέα όπως για παράδειγμα σήμερα οι υπηρεσίες».
«Να είναι πολύ πιο αναπτυξιακό το μοντέλο της ελληνικής οικονομίας και ανταγωνιστικό και από την άλλη πλευρά εμείς με ένα χρέος ευθύνης που έχουμε αντιλαμβανόμαστε ότι τα ποσά αυτά δεν θα πρέπει να αναλωθούν ανέξοδα σήμερα αλλά θα πρέπει να αποτελέσουν τη βάση για τη οικοδόμηση μιας νέας οικονομίας και για της επόμενες γενιές. Αισθανόμαστε ότι διαχειριζόμαστε πόρους και των επόμενων γενεών διότι τέτοια χρήματα δεν είναι πολύ αμφίβολο αν θα μπορέσουν να έρθουν στο μέλλον. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία και πάνω σε αυτή την ευκαιρία θα πρέπει να στηθεί και το αύριο της χώρας», υπογράμμισε.
Για τα οικονομικά του κράτους, δήλωσε: «Πράγματι θα υπάρχει μια σοβαρότατη υστέρηση, δεν είναι ελληνικό το φαινόμενο είναι παγκόσμιο. Όλα δείχνουν ότι και εμείς θα παρασυρθούμε από αυτή την υφεσιακή διαδρομή που έχει πάρει η παγκόσμια οικονομία, ίσως όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό όσο εκτιμούσαμε αλλά πάντως θα έχουμε μια σοβαρότατη υστέρηση. Εξακολουθεί να υπάρχει μια λανθάνουσα αναπτυξιακή δυναμική στη χώρα η οποία εμφανιζόταν στις αρχές του έτους πριν ενσκήψει ο κορονοιός. Θεωρούμε ότι θα μπορέσουμε να συγκρατήσουμε λίγο την υφεσιακή πορεία της χώρας, από την άλλη πλευρά θα υπάρξουν σοβαρότατα ελλείμματα δημοσιονομικά τα οποία θα πρέπει να καλυφθούν. Εμείς με μια σώφρονα πολιτική έχουμε κρατήσει πόρους έτσι ώστε να μην διακινδυνευτεί η δημοσιονομική συνέχεια της χώρας, επιπλέον όμως έως ότου έρθουν οι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης κι από το πολυετές η Ελλάδα θα έχει την ευχέρεια να δανείζεται με πολύ χαμηλό επιτόκιο. ...Αισθάνομαι ότι δεν υπάρχει κανένας απολύτως κίνδυνος να έχουμε κάποια μεγάλη ύφεση και ταραχή στην οικονομία».
Για τα αναδρομικά των συνταξιούχων, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε: «Είναι αποφάσεις οι οποίες προέρχονται από το Ανώτατο Ακυρωτικό δικαστήριο και στις οποίες η ελληνική κυβέρνηση θα συμμορφωθεί απολύτως. Από την άλλη πλευρά εξίσου προφανές είναι ότι επειδή πρόκειται για ένα πάρα πολύ σημαντικό δημοσιονομικό κόστος και έχουμε μπροστά μας και τα κομμάτια που αφορούν τους συνταξιούχους του δημοσίου είναι κόστος το οποίο θα επιβαρύνει σημαντικά τα δημοσιονομικά μας. Η δική μας πρόθεση είναι τα αναδρομικά να τα δώσουμε σε όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο δηλαδή στους περισσότερους συνταξιούχους, στο πλαίσιο των αντοχών της ελληνικής οικονομίας. Όταν θα έχουμε μια συνολική εικόνα από όλες τις αποφάσεις που εκδοθούν και θα μπορούμε πλέον να ποσοτικοποιήσουμε την επιβάρυνση αυτή θα λειτουργήσουμε στο πλαίσιο μιας χρηστής διοίκησης όσο περισσότεροι συνταξιούχοι σε όσο το δυνατόν πιο εύλογο χρόνο».
Τέλος όσον αφορά τον ενδεχόμενο ανασχηματισμό, ο υπουργός Επικρατείας δήλωσε: «Για το κομμάτι των αλλαγών στην κυβέρνηση έχει ήδη τοποθετηθεί ο πρωθυπουργός, έχει πει ότι θα πρόκειται για σημιακές αλλαγές , δεν θα πρόκειται δια μια δομική αναδιάταξη της κυβέρνησης. Και δεν θα είχε λόγο να γίνει μια τέτοια δομική αναδιάταξη γιατί σε γενικές γραμμές νομίζω ότι έχουμε πάει πολύ καλά και άρα αυτό το οποίο θα πρέπει να κάνουμε είναι απλώς να προσαρμόσουμε οργανικά την κυβέρνηση στα μελλούμενα, κυρίως δηλαδή στο Ταμείο Ανάκαμψης έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι δομές και οι διαδικασίες που θα μπορέσουν όσο το δυνατόν πιο άμεσα να διοχετεύσουν τα χρήματα στην πραγματική οικονομία Άρα σχετικώς περιορισμένες αλλαγές με βλέμμα την επόμενη μέρα και στο ταμείο ανάκαμψης και στον ουδέτερο χρόνο που περιμένουμε ότι θα έρθει σχετικώς σύντομα».
Μεταξύ άλλων, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι «διαφαίνεται ότι η Τουρκία σχετικώς αποσύρει το στόλο στις βάσεις του και υπάρχει μια αναλογική αντίδραση εκ μέρους και της ελληνικής πλευράς».
«Η ελληνική κυβέρνηση αντέδρασε με εξαιρετικό σθένος, με την πολύ ισχυρή πολυμερή διπλωματία την οποία έχει αναπτύξει και ευελπιστώ ότι τέτοιου τύπου εντάσεις θα περιοριστούν στο μέλλον», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς αν εκτιμά ότι έχουν βάσει τα δημοσιεύματα για το ρόλο της κας Μέρκελ στην ελληνοτουρκική κρίση, ο υπουργός Επικρατείας δήλωσε ότι «σε κάθε περίπτωση είναι προφανές ότι σε ένα διεθνές διπλωματικό περιβάλλον γίνονται πάντοτε κινήσεις από όλους τους σημαντικούς ηγέτες και στην Ευρώπη και Υπερατλαντικά, εκείνο το οποίο έχει αξία να καταγραφεί είναι ότι την πρώτη και σοβαρή παρέμβαση την κάνει πάντοτε η ελληνική κυβέρνηση δια του πρωθυπουργού γιατί το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε να έχουμε μια τέτοιου τύπου θέση ευθύνης σταθερότητας και αξιοπιστίας στο διεθνές περιβάλλον είναι κάτι το οποίο πιστώνεται πρωτίστως σε εμάς».
«Η μεγάλη επιχειρησιακή νίκη στον Έβρο έδειξε ότι δεν είμαστε απλώς ένας διπλωματικός και επιχειρησιακός παρίας, έχουμε το σθένος από μόνοι μας να προστατεύσουμε τη χώρα μας, να προστατεύσουμε τα ευρωπαϊκά σύνορα και αυτό έχει ένα πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα αξιοπιστίας», τόνισε επιπρόσθετα.
«Αντιλαμβάνομαι και με τις παρεμβάσεις του πρωθυπουργού ότι αυτή τη στιγμή η διάχυτη εικόνα που υπάρχει στην Ευρώπη είναι ότι η Ελλάδα αποτελεί έναν πυλώνα σταθερότητας και αξιοπιστίας στην περιοχή ενώ η Τουρκία έχει μια διάθεση να προκαλεί τέτοιου τύπου ασύμμετρες ταραχές, όπως συνέβη και με τη βέβηλη πράξη με την Αγία Σοφία, άρα καταλαβαίνουμε ότι μετατοπίζεται μια διπλωματική συσπείρωση υπέρ των συμφερόντων και δικαίων της χώρας μας», πρόσθεσε ο κ. Γεραπετρίτης.
Παράλληλα διευκρίνισε ότι «εμείς έχουμε το διεθνές δίκαιο με το μέρος μας, έχουμε τη διεθνή στήριξη για να υλοποιήσουμε τα δίκαιά μας».
«Από την άλλη πλευρά εκείνο το οποίο ισχύει είναι ότι είναι προφανές ότι δύο χώρες οι οποίες γειτονεύουν και έχουν εν πολλοίς διαφωνίες με ζητήματα τα οποία ανακύπτουν με οριοθετήσεις θαλασσίων ζωνών θα πρέπει να συζητούν», σημείωσε.
«Είναι προφανές ότι ο διάλογος είναι ένα πολύ κομβικό εργαλεία για τη διπλωματία, από την άλλη πλευρά ισχύουν οι δύο βασικοί περιορισμοί πρώτον το εύρος της συζήτησης. Εμείς συζητούμε μόνο για τα θέματα τα οποία έχουν να κάνουν με την αμφισβήτηση στη χάραξη και όχι για άλλα ζητήματα προφανώς κυριαρχίας εθνικής», υπογράμμισε ο ίδιος.
«Και το δεύτερο επίσης προφανές είναι ότι δεν μπορείς να συζητάς ενόσω υπάρχει ένταση και πίεση από τον ένα από τους δύο διπλωματικούς πυλώνες. Είναι αδιανόητο να καθίσουμε στο τραπέζι να συζητήσουμε για τα θέματα που αφορούν τις θαλάσσιες ζώνες όταν την ίδια στιγμή επαπειλείται η δική μας κυριαρχία επί των ζωνών αυτών», συμπλήρωσε.
«Η Τουρκία θα πρέπει να κάνει σοβαρά βήματα έτσι ώστε να αποσυμπιέσει την ένταση που η ίδια δημιουργεί στο Αιγαίο για την Ανατολική Μεσόγειο έτσι ώστε να καταστεί ουσιαστικός και δυνατός ο διάλογος τον οποίο εμείς ενθαρρύνουμε. Η δική μας διπλωματική δουλειά εξακολουθεί να γίνεται πολύπλευρα, έχουμε απέναντι σε συνομιλίες όλα τα κράτη της ευρύτερης περιφέρειάς μας και θα συνεχίσουμε με την ίδια ένταση να βρισκόμαστε σε διπλωματική συνεργασία με όλους επιδιώκοντας να κεφαλαιοποιούμε διαρκώς ερείσματα για τις διεθνείς μας θέσει», επισήμανε ο υπουργός Επικρατείας.
Ερωτηθείς αν είμαστε κοντά σε μια συμφωνία με την Αίγυπτο για τον καθορισμό θαλάσσιων ζωνών, ανέφερε: «Θα πρέπει οι όποιες συνέργειες να γίνονται συστηματικά, να γίνονται και σε τεχνικό και σε διπλωματικό επίπεδο. Εμείς συνεχίζουμε να το πράττουμε, καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι εύκολες οι ασκήσεις αυτές. Με την Ιταλία είχε ένα σχετικά μεγαλύτερο βαθμό ευκολίας διότι τα συμφέροντα ήταν σχετικώς πιο κοντά. Με την Αίγυπτο υπάρχουν και μεγαλύτερες τεχνικές δυσκολίες οριοθέτησης και βεβαίως δεν είναι μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια παρά ταύτα εμείς είμαστε σε μια διαρκή διπλωματική εγρήγορση. Νομίζω ο ελληνικός λαός έχει αντιληφθεί την αξιοπιστία την οποία έχουμε στο επίπεδο της διπλωματίας, ότι διαπραγματευόμαστε μόνο με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και φέρνουμε αποτελέσματα. Δεν πρόκειται να κάνουμε καμία παραχώρηση στην κυριαρχία, από την άλλη πλευρά θα προσπαθούμε να κεφαλαιοποιούμε διαρκώς την σταθερότητα και την καλή παράσταση που έχει η Ελλάδα».
Αναφορικά με το Ταμείο Ανάκαμψης, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε: «Τα πράγματα είναι πάρα πολύ συγκεκριμένα, έχουμε 32 δις τα οποία θα έχουμε από το Ταμείο ανάκαμψης. Πρόκειται για ένα ποσό το οποίο είναι αναλογικώς πολύ μεγαλύτερο σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης. Η Ελλάδα χάρη στη δική της σθεναρή στάση και χάρη στη δική της διπλωματική δυνατότητα κατάφερε να έχει ένα πολύ μεγάλο ποσό. Εντός των 32 δις υπήρχε μια μικρή μόχλευση έτσι ώστε ένα μικρό ποσοστό να είναι περισσότερο δάνεια παρά επιδοτήσεις, εμάς όμως δεν μας επηρεάζει λειτουργικά».
«Συνολικά είναι το ίδιο ποσό το οποίο θα πιστωθούμε και βεβαίως στο πλαίσιο του πολυετούς προγράμματος έχουμε ακόμη ένα εξαιρετικά σημαντικό ποσό το οποίο θα είναι περίπου γύρω στα 40 εκ. την επόμενη επταετία το οποίο θα πάρουμε χωρίς καμία αιρεσιμότητα, δηλαδή χωρίς νέο μνημόνιο. Όλα αυτά τα οποία λέγονται για νέα μνημόνια είναι προφανές ότι ακούγονται μόνο ως ευκαιριακώς πολιτικός καιροσκοπισμός, δεν υπάρχει τίποτε από αυτό. Αυτονοήτως όταν η ΕΕ δίνει χρήματα θα πρέπει να υπάρχει και χρηστή διαχείριση ή θα υπάρχουν προφανώς όροι για τον τρόπο με τον οποίο θα δοθούν τα χρήματα αυτά έτσι ώστε να μη υπάρχουν λαθροχειρίες. Εν τούτοις δεν θα συνδυαστούν οι πόροι αυτοί με καμια διαρθρωτική αλλαγή της οικονομίας ούτε με περαιτέρω δημοσιονομικούς στόχους είτε με οτιδήποτε παραπέμπει σε ένα μνημόνιο», εξήγησε ο υπουργός.
Παράλληλα επισήμανε ότι «είναι απολύτως λάθος αυτό που γράφεται ότι λίγοι θα καρπωθούν τα ποσά τα οποία θα προέλθουν από τους δύο μεγάλους πόρους. Ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Για εμάς το να μπορέσει να σταθεί όρθια η οικονομία έχει να κάνει με τη δυνατότητα να διοχετευτούν οι πόροι σε όσο δυνατόν περισσότερες επιχειρήσεις, πολίτες, εργαζομένους πέρα όμως από αυτό για εμάς η αντίληψη είναι ότι πρόκειται για μια πολύ μεγάλη ευκαιρία για να αλλάξει το παραγωγικό μείγμα της χώρας, να πάμε δηλαδή σε ένα πιο ισόρροπο οικονομικό μείγμα που δεν θα έχει υπερβολικές εξαρτήσεις από έναν τομέα όπως για παράδειγμα σήμερα οι υπηρεσίες».
«Να είναι πολύ πιο αναπτυξιακό το μοντέλο της ελληνικής οικονομίας και ανταγωνιστικό και από την άλλη πλευρά εμείς με ένα χρέος ευθύνης που έχουμε αντιλαμβανόμαστε ότι τα ποσά αυτά δεν θα πρέπει να αναλωθούν ανέξοδα σήμερα αλλά θα πρέπει να αποτελέσουν τη βάση για τη οικοδόμηση μιας νέας οικονομίας και για της επόμενες γενιές. Αισθανόμαστε ότι διαχειριζόμαστε πόρους και των επόμενων γενεών διότι τέτοια χρήματα δεν είναι πολύ αμφίβολο αν θα μπορέσουν να έρθουν στο μέλλον. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία και πάνω σε αυτή την ευκαιρία θα πρέπει να στηθεί και το αύριο της χώρας», υπογράμμισε.
Για τα οικονομικά του κράτους, δήλωσε: «Πράγματι θα υπάρχει μια σοβαρότατη υστέρηση, δεν είναι ελληνικό το φαινόμενο είναι παγκόσμιο. Όλα δείχνουν ότι και εμείς θα παρασυρθούμε από αυτή την υφεσιακή διαδρομή που έχει πάρει η παγκόσμια οικονομία, ίσως όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό όσο εκτιμούσαμε αλλά πάντως θα έχουμε μια σοβαρότατη υστέρηση. Εξακολουθεί να υπάρχει μια λανθάνουσα αναπτυξιακή δυναμική στη χώρα η οποία εμφανιζόταν στις αρχές του έτους πριν ενσκήψει ο κορονοιός. Θεωρούμε ότι θα μπορέσουμε να συγκρατήσουμε λίγο την υφεσιακή πορεία της χώρας, από την άλλη πλευρά θα υπάρξουν σοβαρότατα ελλείμματα δημοσιονομικά τα οποία θα πρέπει να καλυφθούν. Εμείς με μια σώφρονα πολιτική έχουμε κρατήσει πόρους έτσι ώστε να μην διακινδυνευτεί η δημοσιονομική συνέχεια της χώρας, επιπλέον όμως έως ότου έρθουν οι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης κι από το πολυετές η Ελλάδα θα έχει την ευχέρεια να δανείζεται με πολύ χαμηλό επιτόκιο. ...Αισθάνομαι ότι δεν υπάρχει κανένας απολύτως κίνδυνος να έχουμε κάποια μεγάλη ύφεση και ταραχή στην οικονομία».
Για τα αναδρομικά των συνταξιούχων, ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε: «Είναι αποφάσεις οι οποίες προέρχονται από το Ανώτατο Ακυρωτικό δικαστήριο και στις οποίες η ελληνική κυβέρνηση θα συμμορφωθεί απολύτως. Από την άλλη πλευρά εξίσου προφανές είναι ότι επειδή πρόκειται για ένα πάρα πολύ σημαντικό δημοσιονομικό κόστος και έχουμε μπροστά μας και τα κομμάτια που αφορούν τους συνταξιούχους του δημοσίου είναι κόστος το οποίο θα επιβαρύνει σημαντικά τα δημοσιονομικά μας. Η δική μας πρόθεση είναι τα αναδρομικά να τα δώσουμε σε όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο δηλαδή στους περισσότερους συνταξιούχους, στο πλαίσιο των αντοχών της ελληνικής οικονομίας. Όταν θα έχουμε μια συνολική εικόνα από όλες τις αποφάσεις που εκδοθούν και θα μπορούμε πλέον να ποσοτικοποιήσουμε την επιβάρυνση αυτή θα λειτουργήσουμε στο πλαίσιο μιας χρηστής διοίκησης όσο περισσότεροι συνταξιούχοι σε όσο το δυνατόν πιο εύλογο χρόνο».
Τέλος όσον αφορά τον ενδεχόμενο ανασχηματισμό, ο υπουργός Επικρατείας δήλωσε: «Για το κομμάτι των αλλαγών στην κυβέρνηση έχει ήδη τοποθετηθεί ο πρωθυπουργός, έχει πει ότι θα πρόκειται για σημιακές αλλαγές , δεν θα πρόκειται δια μια δομική αναδιάταξη της κυβέρνησης. Και δεν θα είχε λόγο να γίνει μια τέτοια δομική αναδιάταξη γιατί σε γενικές γραμμές νομίζω ότι έχουμε πάει πολύ καλά και άρα αυτό το οποίο θα πρέπει να κάνουμε είναι απλώς να προσαρμόσουμε οργανικά την κυβέρνηση στα μελλούμενα, κυρίως δηλαδή στο Ταμείο Ανάκαμψης έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι δομές και οι διαδικασίες που θα μπορέσουν όσο το δυνατόν πιο άμεσα να διοχετεύσουν τα χρήματα στην πραγματική οικονομία Άρα σχετικώς περιορισμένες αλλαγές με βλέμμα την επόμενη μέρα και στο ταμείο ανάκαμψης και στον ουδέτερο χρόνο που περιμένουμε ότι θα έρθει σχετικώς σύντομα».