Μία από τις κατηγορίες του τέως Πρωθυπουργού για την Κυβέρνηση δεν μπορεί να απαντηθεί με όρους λογικής. Γιατί μία κυβέρνηση να μη θέλει να μοιράσει χρήματα στους πολίτες; Όπως χαρακτηριστικά είπε χθες στη συνέντευξη Τύπου «αν η κυβέρνηση δεν τα υλοποιήσει (σ.σ. τα μέτρα που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ) το κάνει επειδή δεν θέλει, όχι επειδή δεν μπορεί». Αν είναι τόσο ρόδινα όλα όσα παρουσιάζει ο Αλέξης Τσίπρας, γιατί να μην τα κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και να τον αποθεώνουν άπαντες, δεξιοί και αριστεροί, συγκρίνοντάς τον ακόμη και με τον μαίτρ των παροχών, τον Ανδρέα Παπανδρέου;

Ο Αλέξης Τσίπρας δίνει μια απλοϊκή, σχεδόν καρτουνίστικη εξήγηση στο ακροατήριό του. Ο κακός νεοφιλελεύθερος Κυριάκος Μητσοτάκης τα έχει κάνει “πλακάκια” με την ελίτ και την “πλουτοκρατία” και μόνο στόχο έχουν να εξαθλιώσουν τους φτωχούς αλλά και να φτωχοποιήσουν τη μεσαία τάξη. Περίπου ότι λέει και το ΚΚΕ εδώ και σχεδόν έναν αιώνα. Ακόμη και έτσι να είναι, η συγκεκριμένη εξήγηση δεν περιλαμβάνει το γιατί να θέλουν κάτι τέτοιο. Ακόμη και αν πιστέψουμε ότι οι βιομήχανοι και οι λοιποί φίλοι του πρωθυπουργικού ζεύγους το κάνουν “επειδή είναι κακοί και μισούν τους φτωχούς”, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός δεν έχει κίνητρο.

Τουναντίον, ως πολιτικός αν μπορούσε θα αναφωνούσε “Σταικούρα δώς’ τα όλα” (ξέρω δεν “πάει” αλλά ο σκοπός αγιάζει τα μέσα). Το ότι δεν το κάνει, προφανώς δεν σχετίζεται με τη “δόλια φύση” του Πρωθυπουργού αλλά με το γεγονός ότι μάλλον δεν γίνεται να μοιράσει χρήμα με τη σέσουλα. Ή τουλάχιστον δεν γίνεται χωρίς να βρεθεί σύντομα απολογούμενος για το χάλι της οικονομίας. Η δημοσιονομική “παραλυσία” των προηγούμενων δεκαετιών οδήγησε κατά γενική ομολογία σε μια ακόμη χρεοκοπία της χώρας. Παρεμπιπτώντως ο ΣΥΡΙΖΑ πάτησε πάνω σ’ αυτή την καταγγελία για να αλλάξει επίπεδο και να βρεθεί στην εξουσία. Σήμερα προτείνει την επιστροφή στις ένδοξες ημέρες. Όπως άλλωστε έκανε και πριν αναλάβει την διακυβέρνηση.

Αν ωστόσο είχαμε εξ’ αρχής ακούσει τις συστάσεις του οικονομικού επιτελείου Τσίπρα (η οικονομία είναι -κατά δήλωση- το φόρτε τους) η δημοσιονομική κατάσταση στη χώρα θα ήταν διαφορετική. Ο τέως Πρωθυπουργός είχε παρουσιάσει τον Απρίλιο το πακέτο #ΜένουμεΌρθιοι με 10 μέτρα για την οικονομία και συνολικό κόστος 26,3 δισ. ευρώ. Μάλιστα είχε εξηγήσει ότι τα 14,3 δισ. από αυτά τα κεφάλαια θα προέλθουν από τον προϋπολογισμό, 12 δισ. θα προέλθουν από εγγυήσεις δανείων και παρέπεμψε για μια ακόμη φορά στο περίφημο μαξιλάρι.

Την Κυριακή στη Θεσσαλονίκη παρουσίασε το #ΠρόγραμμαΘεσσαλονίκης (version2.0) με 11 μέτρα για την οικονομία και κόστος 11 δισ. ευρώ. Πάνω κάτω δηλαδή έχει ήδη δαπανήσει σε παροχές το ισόποσό του “μαξιλαριού” των 37 δισ. ευρώ που “άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ” σύμφωνα με το αφήγημα της κομματικής γραμμής. Λες και τα μάζεψε από το υστέρημα των στελεχών του.

Η κριτική που του είχε ασκηθεί την πρώτη φορά που πρότεινε “άπλετο χρήμα” για την αντιμετώπιση της κρίσης αφορούσε στη συγκυρία (στο timing) και στη διάρκεια της κρίσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε να πέσει χρήμα “εμπροσθοβαρώς” σε μια κρίση που δεν είχαμε ούτε καν εκτιμήσεις για τη διάρκειά της. Πρότεινε δηλαδή να τρέξουμε sprint στην έναρξη ενός μαραθωνίου. Συνεχίζει τώρα να πλειοδοτεί σε παροχές, σαν να προεξοφλεί ότι σύντομα θα τελειώσει ο κορωνοϊός, οπότε ας ρίξουμε στη μάχη όλες τις εφεδρείες.

Στην πραγματικότητα ουδείς μπορεί να υπολογίσει με ακρίβεια τη διάρκεια της κρίσης. Ακόμη δεν γνωρίζουμε πόσο καιρό θα χρειαστεί ώστε να μετριαστούν οι συνέπειες της υγειονομικής κρίσης και μόνο εκτιμήσεις μπορούμε να κάνουμε για το χρόνο αποκατάστασης της οικονομικής δραστηριότητας. Κολοσσοί καταρρέουν υπό το βάρος της συνεχιζόμενης οικονομικής αναταραχής. Για την εγχώρια αριστερά, οι βαρκούλες μπορούν να αρμενίζουν.

Σε ότι μας αφορά άμεσα, ακόμη και οι εκτιμήσεις των ειδικών για το πότε θα αποκατασταθεί η τουριστική αγορά, δεν είναι ευοίωνες. Στην καλύτερη περίπτωση, η ομαλότητα θα επιστρέψει στο τέλος του 2022.

Αν μέχρι τότε ο Αλέξης Τσίπρας παρουσιάζει δύο φορές το χρόνο τα σήκουελ του #ΜένουμεΌρθιοι και τις επόμενες version του #ΠρόγραμμαΘεσσαλονίκης, ο λογαριασμός θα φθάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Ρεαλιστικά πάντως, αν η Κυβέρνηση ακολουθούσε τις συμβουλές της αντιπολίτευσης, κάπου στη μέση της κρίσης θα ξεμέναμε από λεφτά και τότε πραγματικά η κατάσταση θα γίνονταν εκρηκτική για τις επιχειρήσεις και την οικονομία.

Πέρα από τις εικασίες, ο δημοσιονομικός χώρος που έχουν αφήσει οι ευρωπαίοι εταίροι μας χαλαρώνοντας το δημοσιονομικό σύμφωνο, αφήνει κάποια περιθώρια ευελιξίας. Όχι όμως τέτοια ώστε να ζούμε με χρυσά κουτάλια “στην υγειά του κράτους”. Επιπροσθέτως, η καλή δημοσιονομική εικόνα της χώρας βασίζεται πάνω στην εμπιστοσύνη που έχει οικοδομηθεί τα τελευταία χρόνια. Οι θεσμικοί δανειστές της χώρας (ο ESM κυρίως) αλλά και οι αγορές, έχουν πεισθεί ότι η Ελλάδα δεν θα επιστρέψει στην εποχή της παραλυσίας. Σε αυτό βοήθησε και ο ΣΥΡΙΖΑ καθώς όταν ανέλαβε τα ηνία της διακυβέρνησης της χώρας δεν έκανε πράξη όσα τρελά είχε υποσχεθεί στο παρελθόν.

Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ επιστρέφει στη μέθοδο της σεισάχθειας και του λεφτόδεντρου. Κανονικά ουδείς θα έπρεπε να πιστεύει σε τέτοιες ανοησίες και οι αγορές δεν θα έπρεπε να φοβούνται, γνωρίζοντας ότι όσα εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός δεν θα υλοποιήθουν. Όπως ακριβώς συνέβη και με το προηγούμενο Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης.

Υπάρχει όμως μια ουσιώδης διαφορά με την περίοδο κατά την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ ανοικοδόμησε την εμπιστοσύνη των δανειστών μετά το φιάσκο του Γιάννη Βαρουφάκη. Τότε υπήρχε ένας Τσακαλώτος που κρατούσε τα γκέμια. Τώρα τομεάρχης οικονομίας είναι η ‘Εφη Αχτσιόγλου, μια νεαρή πολιτικός και διδάκτωρ Εργατικού Δικαίου, η οποία ελάχιστη σχέση έχει με τα δημοσιονομικά. Κυρίως όμως κάνουν κουμάντο οι παλαιάς κοπής λαϊκιστές. Όπως ο Πολάκης ο οποίος πρόσφατα κατηγόρησε τον Τσακαλώτο ότι έφτιαξε το μαξιλάρι και δεν μοίρασε χρήματα προεκλογικά στους ψηφοφόρους.

Ο Τσίπρας με τον Ευκλείδη, έκανε ότι κάνουν οι πρόεδροι με τους προπονητές στο ποδόσφαιρο. Τον στήριξε λίγες ημέρες μετά τις αιχμές Πολάκη και εν συνεχεία τον “καθάρισε” χωρίς να βγάλει παρέλαση…