Οι κινήσεις και η διπλωματία της Ελλάδας ανέδειξαν τα πολεμοχαρή σχέδια του Ερντογάν: Η ώρα της αλήθειας για Τουρκία και Ε.Ε.
Η ελληνική διπλωματία κατάφερε εφέτος για πρώτη φορά να καταστήσει αντιληπτό από την Ε.Ε. ότι η πολιτική της Άγκυρας συνιστά μια απειλή εναντίον της Ευρώπης από ένα επιθετικό τουρκικό Ισλάμ, που οργανώνει ο Ταγίπ Ερντογάν. Και σύμφωνα με πληροφορίες από διπλωματικές πηγές, η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει χωρίς παρεκκλίσεις να κινείται σε αυτήν τη γραμμή, είτε ξεκινήσει είτε όχι διαδικασία «διαλόγου» με την Αγκυρα προσεχώς. Όμως, οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν συμφωνούν όλοι για το πώς μπορεί να «φρενάρουν» τον Ερντογάν. Η Ε.Ε. πρέπει, λοιπόν, τώρα να ξεκαθαρίσει τις «σχέσεις» των 27 εταίρων σήμερα με την Τουρκία έως το τέλος αυτού του μήνα. Η θέση της Αθήνας, που είναι σε γνώση εταίρων και συμμάχων, είναι σήμερα μία: Με τη θεωρία της «γαλάζιας πατρίδας», που εξαφανίζει τα ελληνικά νησιά από τις τουρκικές ακτές έως τη Λιβύη και με τον πολεμικό στόλο της να απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα και την Κύπρο, η διεθνώς παράνομη Τουρκία δεν μπορεί να είναι πολιτικός «συνομιλητής» με την Ελλάδα.
Ο Ερντογάν «καλείται», συνεπώς, να αποδεχθεί «διάλογο» μόνο σε αυτήν τη βάση. Εντός των ημερών όλα θα μπουν στη θέση τους. Και η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει από την πλευρά της να ξεκαθαρίσει αν δέχεται ότι υπάρχουν μόνο «διαφορές» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, όπως το προτιμά ο Ερντογάν, αλλά και το Βερολίνο. Το «χοντρό» πολιτικό παιχνίδι τώρα ξεκινά. Με «προκαταρκτικά» κάποιες πρώτες «τεχνικές» λεπτομέρειες μέσω του ΝΑΤΟ.
Η κρίσιμη ώρα πλησιάζει. Η Τουρκία, που υποτίμησε την Αθήνα, προφανώς εκτιμώντας ότι πολύ θα την «τρομάξει» με στρατιωτικές επιδείξεις «ισχύος» της στη θάλασσα, είναι τώρα πολιτικά «περικυκλωμένη», γι’ αυτό και εκνευρισμένη με τους πάντες. Συνομιλώντας με εταίρους και συμμάχους, οι κ. Κυρ. Μητσοτάκης και Ν. Δένδιας διαθέτουν πλέον και παρουσιάζουν όλα τα στοιχεία που μαρτυρούν αδιάψευστα το πολεμοχαρές της τουρκικής πολιτικής έναντι της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας και το έντονο αντιδυτικό πνεύμα του ισλαμιστή Τούρκου προέδρου. Και από το υπουργείο Άμυνας της Ελλάδας έχει ξεκαθαριστεί ότι, αν οι στρατηγοί του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες ανησυχούν μήπως και εμπλακούν σε πόλεμο δύο χώρες- μέλη του, αυτή την ανησυχία τους μόνον η Τουρκία μπορεί να τη διαλύσει. «Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, δεν φαίνεται να το έχει ακόμη καταλάβει αυτό», ανέφερε ειρωνικά στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» υψηλόβαθμος διπλωματικός παράγοντας.
ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Η ελληνική ηγεσία λαμβάνει υπόψη της σήμερα όλα τα δεδομένα του διεθνούς περιβάλλοντός. Είναι εντυπωσιακές οι εξελίξεις που σημειώνονται το 2020 στο ευρύτατο γεωπολιτικό τοπίο, που εκτείνεται από τον ευρωπαϊκό Νότο και τα ανατολικά όρια της Ε.Ε. έως τη Μέση Ανατολή. Οι εξελίξεις αυτές προκλήθηκαν από την πρωτοφανούς εντάσεως επιθετικότητα της Τουρκίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και από τη διπλωματικά και αμυντικά οργανωμένη αντίδραση της Αθήνας.
Αυτή, με επίμονες προσπάθειες, «τράβηξε» κοντά της μια σειρά Ευρωπαίους εταίρους, με πρώτη τη Γαλλία, ακόμα πιο κοντά τους μεσογειακούς συμμάχους της, Ισραήλ και Αίγυπτο, και ενεργοποίησε την αμερικανική διπλωματία. Στο σκηνικό αυτό προστέθηκαν τα Ηνωμένα Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία, που δεν σκοπεύουν να επιτρέψουν στην Τουρκία να κάνει το «αφεντικό» στο Ισλάμ με «συνεταίρους» της τους τζιχαντιστές και τους Ταλιμπάν. Οσο για την Ευρωπαία, παραδοσιακή φίλη της Αγκυρας, τη Γερμανία, αυτή αναγκάστηκε τελικά μετά λύπης της να αποδεχθεί το ευρωπαϊκό «μέτωπο» που οργανώνει η ανταγωνίστριά της στην Ε.Ε. Γαλλία.
Η Αθήνα δεν κινείται, λοιπόν, σήμερα χωρίς σταθερές «αναφορές». Οι κινήσεις της κυβέρνησης, που αποφάσισε να ασκήσει μια εξόχως εξωστρεφή διπλωματία, έβγαλε την υπόθεση της επεκτατικής πολιτικής της Τουρκίας από τα «Ελληνοτουρκικά» και την ανέδειξε σε ευρωπαϊκό πρόβλημα και σε υπόθεση διατάραξης της διεθνούς ασφάλειας στη Μεσόγειο. Επιπλέον, η στάση του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να κρατηθεί μακριά από τις διεθνώς παράνομες τουρκικές κινήσεις, λόγω «φιλίας» του με τον Ερντογάν, επιδείνωσε μεν τα πράγματα, αλλά τελικά δραστηριοποίησε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και έφερε το Ισραήλ ακόμα πιο κοντά στην Ελλάδα και την Κυπριακή ∆ημοκρατία.
Η ΡΩΣΙΑ
Η ελληνική διπλωματία είναι επίσης πλαγίως «υπεύθυνη» για το γεγονός ότι η μεγάλη αντίπαλος του ΝΑΤΟ, η Ρωσία, αξιοποιώντας την πολύμηνη αμερικανική αμηχανία, έχει βρει έδαφος για να ενισχύει διαρκώς την παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο, να μετέχει στο «παιχνίδι» της Λιβύης και να εμφανίζεται απέναντι στην Αθήνα και τη Λευκωσία πρόθυμη για «διαμεσολαβήσεις».
Η επίσκεψη του κ. Λαβρόφ στη Λευκωσία δεν ήταν, βέβαια, χωρίς ιδιαίτερη σημασία και δικαίως «ανησύχησε» τις ΗΠΑ και κινητοποίησε τον κ. Πομπέο. Η κυβέρνηση του κ. Κυρ. Μητσοτάκη δεν προτίθεται, βέβαια ,να αλλάξει γεωστρατηγικό «στρατόπεδο», όμως όλα δείχνουν στα παρασκήνια ότι η Αθήνα έχει ήδη ξεκινήσει την προσπάθεια να ξεκολλήσει από τον «πάγο» τις ελληνορωσικές σχέσεις, που τραυματίστηκαν βαριά επί των ημερών του υπουργού Εξωτερικών, Ν. Κοτζιά, και ήταν πάλι σε «αδιαθεσία» τους πρώτους μήνες της νέας ελληνικής κυβέρνησης.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου
Ο Ερντογάν «καλείται», συνεπώς, να αποδεχθεί «διάλογο» μόνο σε αυτήν τη βάση. Εντός των ημερών όλα θα μπουν στη θέση τους. Και η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει από την πλευρά της να ξεκαθαρίσει αν δέχεται ότι υπάρχουν μόνο «διαφορές» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, όπως το προτιμά ο Ερντογάν, αλλά και το Βερολίνο. Το «χοντρό» πολιτικό παιχνίδι τώρα ξεκινά. Με «προκαταρκτικά» κάποιες πρώτες «τεχνικές» λεπτομέρειες μέσω του ΝΑΤΟ.
Η κρίσιμη ώρα πλησιάζει. Η Τουρκία, που υποτίμησε την Αθήνα, προφανώς εκτιμώντας ότι πολύ θα την «τρομάξει» με στρατιωτικές επιδείξεις «ισχύος» της στη θάλασσα, είναι τώρα πολιτικά «περικυκλωμένη», γι’ αυτό και εκνευρισμένη με τους πάντες. Συνομιλώντας με εταίρους και συμμάχους, οι κ. Κυρ. Μητσοτάκης και Ν. Δένδιας διαθέτουν πλέον και παρουσιάζουν όλα τα στοιχεία που μαρτυρούν αδιάψευστα το πολεμοχαρές της τουρκικής πολιτικής έναντι της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας και το έντονο αντιδυτικό πνεύμα του ισλαμιστή Τούρκου προέδρου. Και από το υπουργείο Άμυνας της Ελλάδας έχει ξεκαθαριστεί ότι, αν οι στρατηγοί του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες ανησυχούν μήπως και εμπλακούν σε πόλεμο δύο χώρες- μέλη του, αυτή την ανησυχία τους μόνον η Τουρκία μπορεί να τη διαλύσει. «Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, δεν φαίνεται να το έχει ακόμη καταλάβει αυτό», ανέφερε ειρωνικά στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» υψηλόβαθμος διπλωματικός παράγοντας.
ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Η ελληνική ηγεσία λαμβάνει υπόψη της σήμερα όλα τα δεδομένα του διεθνούς περιβάλλοντός. Είναι εντυπωσιακές οι εξελίξεις που σημειώνονται το 2020 στο ευρύτατο γεωπολιτικό τοπίο, που εκτείνεται από τον ευρωπαϊκό Νότο και τα ανατολικά όρια της Ε.Ε. έως τη Μέση Ανατολή. Οι εξελίξεις αυτές προκλήθηκαν από την πρωτοφανούς εντάσεως επιθετικότητα της Τουρκίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και από τη διπλωματικά και αμυντικά οργανωμένη αντίδραση της Αθήνας.
Αυτή, με επίμονες προσπάθειες, «τράβηξε» κοντά της μια σειρά Ευρωπαίους εταίρους, με πρώτη τη Γαλλία, ακόμα πιο κοντά τους μεσογειακούς συμμάχους της, Ισραήλ και Αίγυπτο, και ενεργοποίησε την αμερικανική διπλωματία. Στο σκηνικό αυτό προστέθηκαν τα Ηνωμένα Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία, που δεν σκοπεύουν να επιτρέψουν στην Τουρκία να κάνει το «αφεντικό» στο Ισλάμ με «συνεταίρους» της τους τζιχαντιστές και τους Ταλιμπάν. Οσο για την Ευρωπαία, παραδοσιακή φίλη της Αγκυρας, τη Γερμανία, αυτή αναγκάστηκε τελικά μετά λύπης της να αποδεχθεί το ευρωπαϊκό «μέτωπο» που οργανώνει η ανταγωνίστριά της στην Ε.Ε. Γαλλία.
Η Αθήνα δεν κινείται, λοιπόν, σήμερα χωρίς σταθερές «αναφορές». Οι κινήσεις της κυβέρνησης, που αποφάσισε να ασκήσει μια εξόχως εξωστρεφή διπλωματία, έβγαλε την υπόθεση της επεκτατικής πολιτικής της Τουρκίας από τα «Ελληνοτουρκικά» και την ανέδειξε σε ευρωπαϊκό πρόβλημα και σε υπόθεση διατάραξης της διεθνούς ασφάλειας στη Μεσόγειο. Επιπλέον, η στάση του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να κρατηθεί μακριά από τις διεθνώς παράνομες τουρκικές κινήσεις, λόγω «φιλίας» του με τον Ερντογάν, επιδείνωσε μεν τα πράγματα, αλλά τελικά δραστηριοποίησε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και έφερε το Ισραήλ ακόμα πιο κοντά στην Ελλάδα και την Κυπριακή ∆ημοκρατία.
Η ΡΩΣΙΑ
Η ελληνική διπλωματία είναι επίσης πλαγίως «υπεύθυνη» για το γεγονός ότι η μεγάλη αντίπαλος του ΝΑΤΟ, η Ρωσία, αξιοποιώντας την πολύμηνη αμερικανική αμηχανία, έχει βρει έδαφος για να ενισχύει διαρκώς την παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο, να μετέχει στο «παιχνίδι» της Λιβύης και να εμφανίζεται απέναντι στην Αθήνα και τη Λευκωσία πρόθυμη για «διαμεσολαβήσεις».
Η επίσκεψη του κ. Λαβρόφ στη Λευκωσία δεν ήταν, βέβαια, χωρίς ιδιαίτερη σημασία και δικαίως «ανησύχησε» τις ΗΠΑ και κινητοποίησε τον κ. Πομπέο. Η κυβέρνηση του κ. Κυρ. Μητσοτάκη δεν προτίθεται, βέβαια ,να αλλάξει γεωστρατηγικό «στρατόπεδο», όμως όλα δείχνουν στα παρασκήνια ότι η Αθήνα έχει ήδη ξεκινήσει την προσπάθεια να ξεκολλήσει από τον «πάγο» τις ελληνορωσικές σχέσεις, που τραυματίστηκαν βαριά επί των ημερών του υπουργού Εξωτερικών, Ν. Κοτζιά, και ήταν πάλι σε «αδιαθεσία» τους πρώτους μήνες της νέας ελληνικής κυβέρνησης.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου