Το γεγονός ότι η Τουρκία αιφνιδιαστικά θέλησε να στείλει μηνύματα και τελικά πρόσκληση προς την Ελλάδα, για την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών, που έχουν διακοπεί με δική της πρωτοβουλία από το 2016, δεν κρίνεται ως τυχαία εξέλιξη. Συσχετίζεται άμεσα με το γεγονός ότι στο αμερικανικό Κογκρέσο προχωρά το πλέγμα κυρώσεων, ταυτόσημο με εμπάργκο όπλων, ως αντίδραση στον εφοδιασμό της με τα ρωσικά πυραυλικά συστήματα S-400.

Το βέτο στον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ από τον απερχόμενο πρόεδρο Ντ. Τραμπ, για λόγους που δεν συσχετίζονται με τις τουρκικές κυρώσεις, αλλά με άλλο κεφάλαιο, που συσχετίζεται με τις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας, μόνον λίγο διάστημα προσφέρουν στο καθεστώς Ερντογάν να διαφύγει από τη δυσοίωνη περιπλοκή με τις ΗΠΑ.

Σημειωτέον ότι τα μηνύματα που λαμβάνει η Αγκυρα από το δίκτυό της στην Ουάσινγκτον, και παρά το ισχυρό λόμπιγκ που ασκεί, είναι καθ’ όλα αποθαρρυντικά για τις προθέσεις, τη διάθεση και τη στρατηγική που διακρίνουν την προεδρία Μπάιντεν αλλά και τους επερχόμενους χειρισμούς του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Πενταγώνου. Δεν κρίνονται, άλλωστε, καθόλου αποσπασματικές ή εκτός πλαισίου οι τελευταίες δηλώσεις Πομπέο, σύμφωνα με τις οποίες η στρατηγική της αμερικανικής διπλωματίας έχει και συνέχεια και βάθος.

Το κρίσιμο για την Τουρκία σε σχέση με τις αμερικανικές κυρώσεις δεν είναι μόνον ότι έχει βρεθεί έξω από το πρόγραμμα προμηθειών του προηγμένου μαχητικού F-35, αλλά ότι στη βάση αυτών απαγορεύεται να εξάγει εξοπλισμούς που αξιοποιούν αμερικανική τεχνολογία, τεράστιο πλήγμα για την αμυντική της βιομηχανία, όπως επίσης ότι μπορεί να βρεθεί χωρίς ανταλλακτικά για τους εξοπλισμούς που διαθέτει αμερικανικής προέλευσης.

Πέραν αυτών, στο ευρωπαϊκό επίπεδο η Τουρκία αλλά και η κεντρική συμμαχική της δύναμη, η Γερμανία, έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν ότι, εφόσον ο αμυντικός προϋπολογισμός των ΗΠΑ μαζί με τις κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας που περιλαμβάνονται σε αυτόν ψηφισθούν, όπως προβλέπεται, μέσα στον Φεβρουάριο από το νέο Κογκρέσο, θα υπάρξουν πιέσεις από την Ουάσιγκτον προς τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο να εναρμονίσουν τη στάση τους με τις ΗΠΑ, αυστηροποιώντας την πολιτική τους με συγκεκριμένες κυρώσεις προς την Τουρκία, που θα αποφασισθούν στο Συμβούλιο Κορυφής του Μαρτίου, όπου ήδη το θέμα βρίσκεται στην ατζέντα.

Ενόψει των προοπτικών αυτών, το καθεστώς Ερντογάν έκανε μια τακτική κίνηση, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις επανέναρξης των διερευνητικών με την Ελλάδα και αποστέλλοντας πρόσκληση στην Αθήνα για συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη στις 25 Ιανουαρίου.
Σύμφωνα με τις προδιαγραφές και την «ατζέντα» που προτίθενται να βάλουν στο τραπέζι των συζητήσεων οι δύο πλευρές, ο 61ος γύρος των διερευνητικών Ελλάδας - Τουρκίας θα καταρρεύσει μέσα σε ένα πρωινό. Αφού η Ελλάδα προτίθεται να συζητήσει μόνο για τις θαλάσσιες ζώνες.

Αντίθετα, η Τουρκία, σύμφωνα και με το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων «Anadolu», προτίθεται να θέσει θέμα υφαλοκρηπίδας, χωρικών υδάτων, εναέριου χώρου, αποστρατικoποίησης ελληνικών νησιών του Αιγαίου, καθεστώς νησίδων, κέντρα εναέριας κυκλοφορίας (FIR) και δικαιοδοσία επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης.

«ΠΑΡΑΘΥΡΟ»

Η Ελλάδα προσέρχεται στις διερευνητικές θέλοντας να δείξει προς την διεθνή κοινότητα ότι δεν αρνείται, ούτε φοβάται τον διάλογο με την Τουρκία, αφού τα επιχειρήματά της βασίζονται στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας.

Από εκεί και πέρα, δημιουργούνται συνθήκες «παγίδας» για την Ελλάδα, στην περίπτωση που η Τουρκία και ισχυρές συμμαχικές της χώρες, όπως η Γερμανία και η Βρετανία, δημιουργήσουν συνθήκες συνομολογίας κάποιου moratorium μη «προκλήσεων» από τις δύο πλευρές στην έναρξη των διερευνητικών.

Οπου για την Τουρκία θα μεταφράζεται να μείνει το «Oruc Reis» στην Αττάλεια, ενώ για την Ελλάδα να μην ασκήσει τα νόμιμα από το Διεθνές Δίκαιο δικαιώματά της ή να μη διαφυλάξει τα κυριαρχικά της δικαιώματα σε αέρα και θάλασσα.

Ταυτόχρονα όμως οι διερευνητικές δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για την Ελλάδα, αφού ολοκληρώσει την οριοθέτηση με την Ιταλία, με επέκταση στα 12 ν.μ. δυτικά, και την Αίγυπτο, να προχωρήσει στην επέκταση των ζωνών πλήρους κυριαρχίας της (χωρικά, αιγιαλίτιδα) στο Αιγαίο από τα 6 ν.μ. στα 10 ν.μ., ευθυγραμμίζοντας το εύρος του εναέριου χώρου με τα θαλάσσια σύνορα της.

Το γεγονός ότι με ανακοινώσεις του υιοθετεί αυτήν την στρατηγική και ο κλασικά συμμετέχων στις διερευνητικές καθηγητής Χρ. Ροζάκης δίνει θετικό σήμα ότι θα υπάρξει από την ελληνική πλευρά ομοφωνία και αποφασιστικότητα για μια τέτοια ιστορική εξέλιξη, που έχει καθυστερήσει 25-30 χρόνια. Εστω και αν το θέμα των ΑΟΖ πέραν του 28ου μεσημβρινού δεν βρει τον δρόμο προς επίλυση.


Δημοσιεύθηκε στηνεφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 16 Ιανουαρίου