Self testing: Ο Ξανθός «αδειάζει» τον Λουράντο που επιχειρεί να «ανοίξει» μέτωπο με την κυβέρνηση
Αν και μιλά για «επικοινωνιακό τέχνασμα» της κυβέρνησης
Παρά το γεγονός ότι ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Αττικής (ΦΣΑ), Κώστας Λουράντος, επιχειρεί με επιμονή να «ανοίξει» μέτωπο με την κυβέρνηση όσον αφορά την δωρεάν διάθεση των τεστ αυτοεξέτασης για τον νέο κοροναϊό στον γενικό πληθυσμό της χώρας μας, ο τέως υπουργός Υγείας και τομεάρχης Υγείας το ΣΥΡΙΖΑ, Ανδρέας Ξανθός, αγνοεί χαρακτηριστικά τις αιτιάσεις του Κώστα Λουράντου, αν και ο ίδιος, ο Ανδρέας Ξανθός, κάνει λόγο για «επικοινωνιακό τέχνασμα» της κυβέρνησης.
Συγκεκριμένα, ο Ανδρέας Ξανθός αναφέρει τα εξής σε σχετική γραπτή δήλωσή του:
«Την ώρα που η πανδημία είναι εκτός ελέγχου και το ΕΣΥ έχει καταρρεύσει λειτουργικά στο Λεκανοπέδιο, η κυβέρνηση δια του κ. Σκέρτσου (και όχι δια του Υπουργού Υγείας) εξαγγέλλει δωρεάν αυτοεξέταση των πολιτών για κορονοϊό. Αναγνωρίζει δηλαδή έμμεσα ότι είχαν δίκιο όσοι (μεταξύ αυτών και ο ΣΥΡΙΖΑ) εντόπιζαν ως κρίσιμο έλλειμα στη διαχείριση της πανδημίας την ανεπαρκή επιδημιολογική επιτήρηση και ιχνηλάτηση στην κοινότητα και τους περιορισμένους διαγνωστικούς ελέγχους στο γενικό πληθυσμό και στις «εστίες υπερμετάδοσης» του ιού (χώροι εργασίας, καταστήματα, κλειστές δομές, σχολεία, ΜΜΜ κλπ). Μόνο που η «λύση» που υιοθέτησε η κυβέρνηση δεν αντιμετωπίζει αυτό το μείζον πρόβλημα ούτε συμβάλλει στη στοχευμένη πρόληψη της διασποράς. Και ο λόγος είναι απλός : δεν πρόκειται για μια επιδημιολογική στρατηγική ενισχυμένης επιτήρησης που την εισηγήθηκε κάποιο επιστημονικό όργανο ή αρμόδιος κρατικός φορέας (Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, ΕΟΔΥ) για να καλύψει τις ανάγκες αυτής της φάσης, αλλά για πολιτική επιλογή του Μαξίμου να αντιστρέψει επικοινωνιακά το δυσμενές κοινωνικό κλίμα με δήθεν δωρεάν πρόσβαση των πολιτών σε test, στη γραμμή όμως της ατομικής ευθύνης και όχι της οργανωμένης παρέμβασης των Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας της χώρας.
Προκύπτουν όμως και πολλά άλλα θέματα ουσίας από αυτή την επιλογή :
1. Η αξιοπιστία των self-test, ειδικά σε ασυμπτωματικούς ασθενείς. Είναι άγνωστη η ευαισθησία τους, σίγουρα είναι πολύ μικρότερη από την ευαισθησία των rapid-test που κυμαίνεται στο 70%, και άρα ο κίνδυνος των ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων και του αντίστοιχου εφησυχασμού είναι πολύ μεγάλος. Είναι εγκεκριμένα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ή άλλο διεθνή φορέα αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας ;
2. Η ενημέρωση των πολιτών για τη σωστή χρήση τους
3. Η πρόβλεψη εύχρηστου συστήματος καταγραφής των αποτελεσμάτων που θα διασφαλίζει την έγκαιρη και υποχρεωτική αναφορά στο ΕΟΔΥ
4. Η διαφάνεια στην προμήθεια των self-test και η διαδικασία χορήγησης τους μέσω των φαρμακείων
Με άλλα λόγια, είναι προφανές ότι τα self – test δεν είναι η λύση που χρειαζόμαστε σήμερα για τον αποτελεσματικό έλεγχο της πανδημίας σε επίπεδο κοινότητας, μπορούν σίγουρα να έχουν ένα επικουρικό ρόλο αλλά θα είναι τραγικό λάθος να υποκαταστήσουν την ανάγκη μαζικών μοριακών και rapid τεστ, μετά από συνταγογράφηση και αποζημίωση τους από τον ΕΟΠΥΥ. Μόνο έτσι μπορεί να διασφαλιστεί η αναβαθμισμένη επιδημιολογική επιτήρηση της covid-19 και - σε συνδυασμό με την άμεση επιστράτευση όλων των διαθέσιμων υγειονομικών δυνάμεων ης χώρας - η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του Δημόσιου Συστήματος Υγείας και της αξιόπιστης φροντίδας των ασθενών».
Συγκεκριμένα, ο Ανδρέας Ξανθός αναφέρει τα εξής σε σχετική γραπτή δήλωσή του:
«Την ώρα που η πανδημία είναι εκτός ελέγχου και το ΕΣΥ έχει καταρρεύσει λειτουργικά στο Λεκανοπέδιο, η κυβέρνηση δια του κ. Σκέρτσου (και όχι δια του Υπουργού Υγείας) εξαγγέλλει δωρεάν αυτοεξέταση των πολιτών για κορονοϊό. Αναγνωρίζει δηλαδή έμμεσα ότι είχαν δίκιο όσοι (μεταξύ αυτών και ο ΣΥΡΙΖΑ) εντόπιζαν ως κρίσιμο έλλειμα στη διαχείριση της πανδημίας την ανεπαρκή επιδημιολογική επιτήρηση και ιχνηλάτηση στην κοινότητα και τους περιορισμένους διαγνωστικούς ελέγχους στο γενικό πληθυσμό και στις «εστίες υπερμετάδοσης» του ιού (χώροι εργασίας, καταστήματα, κλειστές δομές, σχολεία, ΜΜΜ κλπ). Μόνο που η «λύση» που υιοθέτησε η κυβέρνηση δεν αντιμετωπίζει αυτό το μείζον πρόβλημα ούτε συμβάλλει στη στοχευμένη πρόληψη της διασποράς. Και ο λόγος είναι απλός : δεν πρόκειται για μια επιδημιολογική στρατηγική ενισχυμένης επιτήρησης που την εισηγήθηκε κάποιο επιστημονικό όργανο ή αρμόδιος κρατικός φορέας (Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, ΕΟΔΥ) για να καλύψει τις ανάγκες αυτής της φάσης, αλλά για πολιτική επιλογή του Μαξίμου να αντιστρέψει επικοινωνιακά το δυσμενές κοινωνικό κλίμα με δήθεν δωρεάν πρόσβαση των πολιτών σε test, στη γραμμή όμως της ατομικής ευθύνης και όχι της οργανωμένης παρέμβασης των Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας της χώρας.
Προκύπτουν όμως και πολλά άλλα θέματα ουσίας από αυτή την επιλογή :
1. Η αξιοπιστία των self-test, ειδικά σε ασυμπτωματικούς ασθενείς. Είναι άγνωστη η ευαισθησία τους, σίγουρα είναι πολύ μικρότερη από την ευαισθησία των rapid-test που κυμαίνεται στο 70%, και άρα ο κίνδυνος των ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων και του αντίστοιχου εφησυχασμού είναι πολύ μεγάλος. Είναι εγκεκριμένα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ή άλλο διεθνή φορέα αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας ;
2. Η ενημέρωση των πολιτών για τη σωστή χρήση τους
3. Η πρόβλεψη εύχρηστου συστήματος καταγραφής των αποτελεσμάτων που θα διασφαλίζει την έγκαιρη και υποχρεωτική αναφορά στο ΕΟΔΥ
4. Η διαφάνεια στην προμήθεια των self-test και η διαδικασία χορήγησης τους μέσω των φαρμακείων
Με άλλα λόγια, είναι προφανές ότι τα self – test δεν είναι η λύση που χρειαζόμαστε σήμερα για τον αποτελεσματικό έλεγχο της πανδημίας σε επίπεδο κοινότητας, μπορούν σίγουρα να έχουν ένα επικουρικό ρόλο αλλά θα είναι τραγικό λάθος να υποκαταστήσουν την ανάγκη μαζικών μοριακών και rapid τεστ, μετά από συνταγογράφηση και αποζημίωση τους από τον ΕΟΠΥΥ. Μόνο έτσι μπορεί να διασφαλιστεί η αναβαθμισμένη επιδημιολογική επιτήρηση της covid-19 και - σε συνδυασμό με την άμεση επιστράτευση όλων των διαθέσιμων υγειονομικών δυνάμεων ης χώρας - η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του Δημόσιου Συστήματος Υγείας και της αξιόπιστης φροντίδας των ασθενών».