Η Αναλένα Μπέρμποκ, ο Εμανουέλ Μακρόν και η γερμανική ελίτ
Την αναθέρμανση του γαλλο-γερμανικού άξονα και την επιτάχυνση των διαδικασιών για την οικονομική ενοποίηση της Ευρώπης προβλέπουν ανεξάρτητοι πολιτικοί παρατηρητές
Την αναθέρμανση του γαλλο-γερμανικού άξονα και την επιτάχυνση των διαδικασιών για την οικονομική ενοποίηση της Ευρώπης, προβλέπουν ανεξάρτητοι πολιτικοί παρατηρητές, εάν πράγματι οι Πράσινοι της Γερμανίας κερδίσουν την πρώτη θέση στις εκλογές του Σεπτεμβρίου και την Άνγκελα Μέρκελ διαδεχθεί στην καγκελαρία η Αναλένα Μπέρμποκ.
Η επικεφαλής των Πράσινων και υποψήφια για την καγκελαρία, βρίσκεται όπως φαίνεται πολύ πιο κοντά, από τη Μέρκελ ή τον Άρμιν Λάνσετ, τον υποψήφιο των Χριστιανοδημοκρατών, στις θέσεις στρατηγικής που έχει εκφράσει κατ’ επανάληψη ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, για μία πραγματικά ενιαία και ισχυρή Ευρώπη στο ορατό μέλλον. Ένα μανιφέστο για την ομοσπονδοποίηση, όπως θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, το οποίο δεν βρήκε έως σήμερα ευήκοα ώτα στο Βερολίνο. Επιπλέον η Μπέρμποκ, εκτός από την ανανέωση του πολιτικού προσωπικού,τ ην οποία εκφράζει στο εσωτερικό μέτωπο της Γερμανίας διαθέτοντας μία πολύ πιο φρέσκια ατζέντα προτεραιοτήτων για το περιβάλλον και την κοινωνία, έχει αναφανδόν ταχθεί υπέρ της εγκατάλειψης του δόγματος της λιτότητας στην Ευρώπη και της χαλάρωσης του Συμφώνου σταθερότητας στη Ζώνη του ευρώ. Μία σημαντική προοπτική για τις οικονομίες του Νότου, για τις επενδύσεις και την ανάπτυξη, της Γαλλίας επίσης συμπεριλαμβανομένης ή καλή ώρα της Ελλάδας, η οποία πέρασε τη βαθύτερη οικονομική κρίση των τελευταίων δεκαετιών.
Το όραμα της Αναλένα Μπέρμποκ
Η επικεφαλής των Πράσινων φαίνεται όντως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον Γερμανό πολιτικό, προσανατολισμένη στην κοινή μοίρα της Ευρώπης, τουλάχιστον σύμφωνα με αυτά που ευαγγελίζεται σήμερα. Ίσως γιατί γνωρίζει πολύ καλά, ότι οι πολιτικές για την προστασία του περιβάλλοντος και ο πράσινος μετασχηματισμός της οικονομίας, από την αγορά της ενέργειας, έως τις μεταφορές, τις κατασκευές και την παραγωγή, είναι αδύνατο να επιτευχθούν και να έχουν θεαματικά αποτελέσματα, εάν δεν είναι καθολικής εφαρμογής σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Μπέρμποκ οραματίζεται τη Γηραιά Ήπειρο «πράσινη» και αυτό, εκτός από το μέγιστο καλό για την προστασία του περιβάλλοντος, είναι πολύ χρήσιμο και για την ανανέωση των ευρωπαϊκών οικονομιών, για νέες επενδύσεις, καινοτομίες και νέες τεχνολογίες στην Ευρώπη, η οποία υπολείπεται σε ανταγωνιστικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας.
Η έφεση των Πράσινων σε μία πιο κεντρική ευρωπαϊκή ατζέντα, από τη στιγμή που εμφανίζονται πλέον ως το πρώτο κόμμα σε όλες τις δημοσκοπήσεις, είναι σαφώς ένα μήνυμα αισιοδοξίας από τη Γερμανία, το δεύτερο μετά από τις μεγάλες προσδοκίες που καλλιεργεί η δημιουργία του ενιαίου Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο, χωρίς το πολιτικό σινιάλο του Βερολίνου, δεν θα είχε καμία απολύτως προοπτική. Το γεγονός αυτό, όπως και η ανάδειξη της Αναλένα Μπέρμποκ σε πρωταγωνίστρια της αυριανής ημέρας, συνδυάζεται με την πολιτική στροφή που εκτιμάται ότι σημειώνει η οικονομική ελίτ της Γερμανίας, διαπιστώνοντας, μετά από την κρίση του ευρώ και την κρίση της πανδημίας, ότι το μέλλον της Γερμανίας, του παραγωγικού της ιστού, της εξαγωγικής της μηχανής και της πλήρους απασχόλησης, είναι απόλυτα συνυφασμένο με την οικονομική αντοχή και την αγοραστική δύναμη των χωρών της υπόλοιπης Ευρώπης.
Η επικεφαλής των Πράσινων και υποψήφια για την καγκελαρία, βρίσκεται όπως φαίνεται πολύ πιο κοντά, από τη Μέρκελ ή τον Άρμιν Λάνσετ, τον υποψήφιο των Χριστιανοδημοκρατών, στις θέσεις στρατηγικής που έχει εκφράσει κατ’ επανάληψη ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, για μία πραγματικά ενιαία και ισχυρή Ευρώπη στο ορατό μέλλον. Ένα μανιφέστο για την ομοσπονδοποίηση, όπως θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, το οποίο δεν βρήκε έως σήμερα ευήκοα ώτα στο Βερολίνο. Επιπλέον η Μπέρμποκ, εκτός από την ανανέωση του πολιτικού προσωπικού,τ ην οποία εκφράζει στο εσωτερικό μέτωπο της Γερμανίας διαθέτοντας μία πολύ πιο φρέσκια ατζέντα προτεραιοτήτων για το περιβάλλον και την κοινωνία, έχει αναφανδόν ταχθεί υπέρ της εγκατάλειψης του δόγματος της λιτότητας στην Ευρώπη και της χαλάρωσης του Συμφώνου σταθερότητας στη Ζώνη του ευρώ. Μία σημαντική προοπτική για τις οικονομίες του Νότου, για τις επενδύσεις και την ανάπτυξη, της Γαλλίας επίσης συμπεριλαμβανομένης ή καλή ώρα της Ελλάδας, η οποία πέρασε τη βαθύτερη οικονομική κρίση των τελευταίων δεκαετιών.
Το όραμα της Αναλένα Μπέρμποκ
Η επικεφαλής των Πράσινων φαίνεται όντως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον Γερμανό πολιτικό, προσανατολισμένη στην κοινή μοίρα της Ευρώπης, τουλάχιστον σύμφωνα με αυτά που ευαγγελίζεται σήμερα. Ίσως γιατί γνωρίζει πολύ καλά, ότι οι πολιτικές για την προστασία του περιβάλλοντος και ο πράσινος μετασχηματισμός της οικονομίας, από την αγορά της ενέργειας, έως τις μεταφορές, τις κατασκευές και την παραγωγή, είναι αδύνατο να επιτευχθούν και να έχουν θεαματικά αποτελέσματα, εάν δεν είναι καθολικής εφαρμογής σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Μπέρμποκ οραματίζεται τη Γηραιά Ήπειρο «πράσινη» και αυτό, εκτός από το μέγιστο καλό για την προστασία του περιβάλλοντος, είναι πολύ χρήσιμο και για την ανανέωση των ευρωπαϊκών οικονομιών, για νέες επενδύσεις, καινοτομίες και νέες τεχνολογίες στην Ευρώπη, η οποία υπολείπεται σε ανταγωνιστικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας.
Η έφεση των Πράσινων σε μία πιο κεντρική ευρωπαϊκή ατζέντα, από τη στιγμή που εμφανίζονται πλέον ως το πρώτο κόμμα σε όλες τις δημοσκοπήσεις, είναι σαφώς ένα μήνυμα αισιοδοξίας από τη Γερμανία, το δεύτερο μετά από τις μεγάλες προσδοκίες που καλλιεργεί η δημιουργία του ενιαίου Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο, χωρίς το πολιτικό σινιάλο του Βερολίνου, δεν θα είχε καμία απολύτως προοπτική. Το γεγονός αυτό, όπως και η ανάδειξη της Αναλένα Μπέρμποκ σε πρωταγωνίστρια της αυριανής ημέρας, συνδυάζεται με την πολιτική στροφή που εκτιμάται ότι σημειώνει η οικονομική ελίτ της Γερμανίας, διαπιστώνοντας, μετά από την κρίση του ευρώ και την κρίση της πανδημίας, ότι το μέλλον της Γερμανίας, του παραγωγικού της ιστού, της εξαγωγικής της μηχανής και της πλήρους απασχόλησης, είναι απόλυτα συνυφασμένο με την οικονομική αντοχή και την αγοραστική δύναμη των χωρών της υπόλοιπης Ευρώπης.